La Strada - Βασίλης Νικολαΐδης: Κριτική θεάτρου

«Το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι ένας άνθρωπος να μάθει να ζει με κάποιον άλλο».

Federico Fellini

«Ζοφερή είναι η ανθρώπινη ύπαρξη και πάντα δίχως νόημα: ένας παλιάτσος μπορεί να γίνει η μοίρα της»

Νίτσε

Η ζωή των περιπλανώμενων καλλιτεχνών, είναι ένα θέμα που έχει απασχολήσει πολύ την τέχνη στα πλαίσια μιας ιδιάζουσας αυτοαναφορικότητας. Από το μεσαίωνα μέχρι το πρόσφατο παρελθόν, η καθημερινότητά τους αποτυπώθηκε αμέτρητες φορές στον κινηματογράφο και το θέατρο, μέχρι τη λογοτεχνία

και τα εικαστικά.

Ένα έργο με ανάλογο προσανατολισμό, ήταν το «Strada» το 1954. Με φόντο τη διαρκή περιπλάνηση κάποιων ανθρώπων, το κύριο θέμα που θίγεται είναι η μοναξιά. Οι ήρωες είναι απομονωμένοι και αποτραβηγμένοι στον ιδιόμορφο κόσμο τους, ενώ παρόλο που βρίσκονται κοντά σε άλλους, είναι αδύνατο να επικοινωνήσουν ουσιαστικά και να θρυμματίσουν το υπερτροφικό «εγώ» τους.

Κάπου στην ιταλική επαρχία, ζει φτωχικά η χαριτωμένη μα κουτή Τζελσομίνα με την οικογένειά της. Σύντομα, την αγοράζει στη θέση της νεκρής αδερφής της, ένας γυρολόγος καλλιτέχνης που δίνει παραστάσεις στην ύπαιθρο. Παρά τον μεγάλο ενθουσιασμό της για όσα βλέπει και μαθαίνει, είναι κατά βάθος πολύ απογοητευμένη από την κτηνώδη συμπεριφορά του αφεντικού της, που αδιαφορεί για εκείνη και την υποβαθμίζει συνεχώς. Πάνω της μεγάλη επιρροή θα της ασκήσει σύντομα ο Τρελός, ένας ισορροπιστής, ενώ θα ξεσπάσει μία μεγάλη κόντρα χωρίς προφανή αιτία μεταξύ αυτού και του Ζαμπανό. Τα πράγματα χειροτερεύουν όταν βρίσκονται όλοι μαζί στο ίδιο τσίρκο και αργότερα ο αμετροεπής Ζαμπανό, θα κάνει το μοιραίο λάθος. Οι δύο συνεργάτες χάνονται μεταξύ τους και μετά από χρόνια θα αντιληφθεί πως η καρδιά του έχει συναισθήματα, μα θα είναι αργά για να τα εκδηλώσει.

Τα τυχαία γεγονότα πάνω στα οποία στηρίζεται η αφήγηση, σκοπό έχουν να παρουσιάσουν κομμάτια από τη ζωή και τη συμπεριφορά των ηρώων. Η αίσθηση που πηγάζει από αυτά, είναι η προσωπική απομόνωση του καθενός. Σε δεύτερο επίπεδο, όλα συμβάλλουν στην «αποκτηνοποίηση» του Ζαμπανό με την θυσία της Τζελσομίνας. Η συγκεκριμένη ηρωίδα (απόγονος τύπων όπως ο Πιερότος της commedia del arte), δεν συνδέεται ψυχικά με κανέναν από όσους συναντά, παρόλη τη συμπάθεια και την αγάπη που θα τους δείξει, μα έχει μια δική της παράδοξη πορεία και έρχεται σε δίλημμα ποιον από τους δύο να ακολουθήσει: τον Τρελό, με τους λεπτούς τρόπους που φλερτάρει καθημερινά με το θάνατο ή τον ενστικτώδη αγενή Ζαμπανό, για τον οποίο γνωρίζει πως δεν θα της ανταποδώσει ποτέ την πίστη και την αφοσίωση.

Η Τζελσομίνα είναι ο παλιάτσος, ο αμφισβητίας, που πίσω από το χαμόγελο κρύβει την πίκρα και εν τέλει η ένδειξη πως οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν ο ένας πλάι στον άλλον, αρκεί να υπάρχουν αμοιβαίες υποχωρήσεις και σεβασμός απέναντι στις εκάστοτε ιδιαιτερότητες.

Ο Βασίλης Νικολαΐδης, αποτύπωσε εύστοχα, με απλά μέσα, την ατμόσφαιρα του δρόμου και του τσίρκου, που αποτελούν τους δύο βασικούς άξονες δράσης. Χωρίς εντυπωσιασμούς και περιττά τεχνάσματα, έστησε μία καλοκουρδισμένη παράσταση που μετέδωσε στο θεατή την αίσθηση πως συναντά αυτούς τους ανθρώπους κάπου στην ύπαιθρο και παρακολουθεί κρυφά τις περιπέτειές τους. Μαζί με τις χορογραφίες του Κωνσταντίνου Μίχου, συνέθεσαν ένα πλήρες θέαμα σαν ρεαλιστική μικρογραφία των καλλιτεχνικών γεγονότων μιας παλιότερης εποχής. Η έξοχη μουσική επιμέλεια του Λεωνίδα Μαριδάκη ανέδειξε πλήρως την παράσταση, θυμίζοντας εύστοχα και τη λαογραφική της προέλευση. Υποβλητικοί και εύστοχοι οι φωτισμοί του Βαγγέλη Κάνδια, ενώ η λιτή σκηνογραφία και τα κοστούμια ανήκουν στον μετρ Γιάννη Μετζικώφ.

Ως προς τις ερμηνείες, ο Θανάσης Κουρλαμπάς πλάθει με παλμό τον αγροίκο Ζαμπανό, χρησιμοποιώντας σωστά τα εκφραστικά του μέσα και χωρίς να ξεφεύγει σε γραφικότητες. Η Κάτια Γέρου, παρά μερικές στιγμές ερμηνευτικών αδυναμιών στην εκφορά του λόγου, εντυπωσιάζει με την πλαστικότητα του σώματος και των εκφράσεων του προσώπου. Εξίσου δυναμικός ο Νίκος Νίκας, με πολύ καλή κινησιολογία. Στοιχείο που διέθετε και ο υπόλοιπος θίασος, ενώ κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον με τις διάφορες εναλλαγές ρολών: Έφη Κόντα, Μέλιος Κατσαμάκης, Ευγενία Μαραγκού, Λεωνίδας Μαριδάκης και Κίμωνας Παντερής.

Μουσικές, χοροί και θέαμα στο προσκήνιο, ενώ η προσωπική υπαρξιακή τραγωδία των ηρώων συντελείται ως θυσία για την όποια κατοπινή αναγέννηση.

Το La Strada του Φελλίνι, θεατρική διασκευή βασισμένη στην ομώνυμη ταινία, παρουσιάζεται στο Θέατρο Βικτώρια σεσκηνοθεσία του Βασίλη Νικολαΐδη. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Keywords
Τυχαία Θέματα