Σοβαρή μόλυνση προκαλούν στρατιωτικά νοσοκομεία

14:05 9/4/2011 - Πηγή: 24wro
«Δεν υπάρχουν οι απαιτούμενες υποδομές διαχείρισης των υγρών αποβλήτων που τα εργαστήρια (βιοχημικά, αιματολογικά, κλπ) των νοσοκομείων... ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη χημικών βλαπτικών παραγόντων...
...σε αυτά και να δρομολογηθεί η αντίστοιχη μέθοδος επεξεργασίας», παραδέχεται το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, απαντώντας σε σχετική ερώτηση βουλευτή της Δημοκρατικής Αριστεράς.

«Στην παρούσα φάση τα υπόψη υγρά απόβλητα απορρίπτονται στο κοινό αποχετευτικό δίκτυο. Η εν λόγω διαπίστωση καταγράφτηκε ως
μείζων παρατήρηση και η εκτέλεση των σχετικών έργων θα προγραμματιστεί από τα Γ.Ε. ως πρώτης προτεραιότητας», συνεχίζει.

Όπως προκύπτει από την απάντηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελου Βενιζέλου, εκτός από το 424 Σ.Ν. που κατασκευάστηκε τα τελευταία χρόνια, όλα τα άλλα στρατιωτικά νοσοκομεία πετάνε τα νοσοκομειακά απόβλητά τους στις αποχετεύσεις.

Ο βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς είχε καταθέσει την παρακάτω ερώτηση στη Βουλή:

«Προβληματική εμφανίζεται η διαχείριση των νοσοκομειακών αποβλήτων στα δημόσια νοσοκομεία, με αποτέλεσμα τοξικές ουσίες να καταλήγουν στις χωματερές ή να εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα. Αυτό επιβεβαιώνουν πρόσφατες σχετικές μετρήσεις που πραγματοποιούνται τα τελευταία τρία χρόνια στην υπολειμματική τέφρα των κλιβάνων τεσσάρων δημόσιων νοσοκομείων, στο υλικό δηλαδή που απομένει μετά τη θερμική επεξεργασία των επικίνδυνων και μολυσματικών υλικών που προκύπτουν από τη λειτουργία των νοσοκομείων.

Από τις συγκεκριμένες μετρήσεις προκύπτει ότι, ενώ η υπολειμματική τέφρα από τους κλιβάνους θα πρέπει να ανέρχεται στο 30% της ποσότητας των υλικών που καταλήγουν για θερμική επεξεργασία, ωστόσο το 50%-70% των υλικών παραμένουν άκαυστα. Αυτό συμβαίνει, επειδή στους κλιβάνους πετιούνται ακατάλληλα υλικά, όπως θερμόμετρα, σύριγγες, μπουκάλια και άλλα μεταλλικά δοχεία που δεν καίγονται ή υγρά. Η θερμοκρασία του κλιβάνου πρέπει να ξεπερνά τους 800-900 βαθμούς Κελσίου προκειμένου να καταστραφούν τα τοξικά υλικά, όμως συχνά η θερμοκρασία καύσης είναι κατά πολύ χαμηλότερη.

Επιπλέον, εκτός από τη θερμοκρασία, τα υλικά πρέπει να επιλέγονται κατά ομάδες και πρέπει να παραμένουν για ορισμένο χρονικό διάστημα στον κλίβανο.

Η υπολειμματική αυτή τέφρα μπορεί να διατεθεί χωρίς περαιτέρω επεξεργασία, εφόσον οι διοξίνες και τα φουράνια που περιέχει -τοξικές και επικίνδυνες πολυχλωριωμένες ενώσεις που προκύπτουν από ατελή καύση-δεν ξεπερνούν το όριο που έχει καθοριστεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) δηλαδή στα 1.000 πικογραμμάρια/γραμμάριο.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι μετρήσεις του Πολυτεχνείου Κρήτης έδειξαν αυξημένη παρουσία διοξινών έως και 45 φορές πάνω από το όριο. Συγκεκριμένα, μετρήθηκαν διοξίνες σε υπολείμματα που φτάνουν τα 45.852 πικογραμμάρια/γραμμάριο.

Περισσότερο υψηλές ήταν και οι υπερβάσεις που καταγράφηκαν και στα φουράνια, για τα οποία έχει καθοριστεί το ίδιο όριο, έως και 53 φορές μεγαλύτερης περιεκτικότητα
Keywords
Τυχαία Θέματα