Έκθεση Λοττίδη: AμεΑ στερούνται πρόσβασης σε επίδομα λόγω μέτριας αναπηρίας

Άτομα με αναπηρία (ΑμεΑ) στερούνται πρόσβασης στο Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα και το αναπηρικό επίδομα, επειδή, βάσει της αναπηρίας τους, η αναπηρία τους πιστοποιείται ως μέτρια ή ήπια και όχι ως σοβαρή ή ολική, όπως απαιτείται από την οικεία νομοθεσία, αναφέρει σε έκθεσή της η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Μαρία Στυλιανού Λοττίδη.

Η έκθεση ετοιμάστηκε για τον ορισμό του «ατόμου με αναπηρία» για σκοπούς εφαρμογής του περί Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος Νόμου.

Σημειώνει πως τα

άτομα αυτά, παρόλο έχουν εμπόδια ή δαπάνες, που σχετίζονται με την αναπηρία τους (π.χ. μειωμένα εισοδήματα λόγω δυσκολίας πρόσβασης ή περιορισμένης πρόσβασης στην αγορά εργασίας, έξοδα για εργοδότηση φροντιστή, έξοδα υπηρεσιών φροντίδας ή αποκατάστασης που δεν προσφέρονται από το δημόσιο και που απαιτούνται για την πρόληψη ή την αντιμετώπιση των συνεπειών της αναπηρίας), δεν λαμβάνουν οποιαδήποτε οικονομική ενίσχυση.

Στην έκθεσή της υπενθυμίζει ότι η Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες αναγνωρίζει και κατοχυρώνει δικαιώματα για όλα τα άτομα με αναπηρίες, ανεξαρτήτως του είδους ή του βαθμού της αναπηρίας τους και επιβάλλει όπως όλες οι σχετικές κρατικές αποφάσεις και πολιτικές επικεντρώνονται στις απαιτήσεις και ανάγκες του ατόμου, παρά στη βλάβη του, ακολουθώντας μία προσέγγιση βασισμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα. 

Η Επίτροπος εισηγείται όπως επανεξεταστεί τόσο το νομικό καθεστώς όσο και τα μέτρα και η πρακτική που ακολουθείται με την αξιολόγηση από το Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης(ΤΚΕΑΑ), ώστε να βρίσκεται σε πλήρη συμβατότητα με τη Σύμβαση του ΟΗΕ, με κέντρο αναφοράς την διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώστε να αντιμετωπίσουν τα διάφορα κοινωνικά και περιβαλλοντικά εμπόδια που αλληλεπιδρούν με την αναπηρία και τα άτομα με αναπηρίες να μπορέσουν να ασκήσουν, κατά ισότιμο τρόπο με οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, τα ανθρώπινα δικαιώματά τους.

Συγκεκριμένα εισηγείται, το ΤΚΕΑΑ κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, εφόσον δεν ακολουθεί αποκλειστικά το ιατρικό μοντέλο, αλλά στηρίζεται όπως ανέφερε, στο βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας, που λαμβάνει υπόψη τόσο τους ιατρικούς όσο και τους κοινωνικούς παράγοντες που δημιουργούν μια αναπηρία, όπως καταστήσει εμφανές ότι δεν περιορίζεται στο ιατρικό μοντέλο, αλλά ακολουθεί μια προσέγγιση βασισμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως επιβάλει η Σύμβαση, το οποίο θα περιλαμβάνει συμπερίληψη στην Επιτροπή Αξιολόγησης ειδικοτήτων, που δεν περιορίζονται στην κλινική εξέταση, αλλά θα μπορούν να αξιολογήσουν τις ανάγκες μια αναπηρίας σε σχέση με τα εμπόδια που αλληλεπιδρούν με αυτή (αναπηρία) και δημιουργούν εμπόδια στην απόλαυση των δικαιωμάτων τους.

Επίσης, αύξηση του χρόνου διενέργειας εξέτασης, ώστε να δίνεται η ευκαιρία για καθαρότερη εικόνα ως προς την αναπηρία και να μην γίνεται στενός περιορισμός για το χαρακτηρισμό της αναπηρίας σε ήπια, μέτρια, σοβαρή, αλλά να μπορούν να ξεφύγουν από τους εν λόγω χαρακτηρισμούς όταν οι ανάγκες της αναπηρίας ,ανεξαρτήτως κατάταξης, επιβάλουν την στήριξη με σχετικά επιδόματα, για σκοπούς ενσωμάτωσης, ανεξάρτητης διαβίωσης και ένταξης στην κοινωνία αλλά και την αποτροπή της απομόνωσης ή του διαχωρισμού από αυτή (κοινωνία).

Εισηγείται επίσης να ακολουθείται εξατομικευμένη προσέγγιση κάθε φορά προσαρμοσμένη στις ιδιαιτερότητες τόσο της αναπηρίας όσο και του συγκεκριμένου προσώπου, να γίνεται επαρκής ενημέρωση των προσώπων, που αξιολογούνται, ως προς την δυνατότητα παρουσίας στην αξιολόγηση, προσώπου της επιλογής τους περιλαμβανομένου του θεράποντος Ιατρού τους και, τέλος να γνωρίζουν τα ονόματα και τις ειδικότητες των γιατρών κατά την διάρκεια της αξιολόγησης τους.

Η έκθεση υποβλήθηκε  στην Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με κοινοποίηση στην Διευθύντρια Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίας και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κυπριακής Συνομοσπονδίας Οργανώσεων Αναπήρων(ΚΥΣΟΑ).

Η Επίτροπος αναφέρει ότι τα τελευταία έτη υποβληθεί σημαντικός αριθμός παραπόνων, με κοινό αντικείμενο την απόφαση του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες (ΤΚΕΑΑ) ότι ο αιτών ή η αιτήτρια δεν πληροί τον ορισμό του «ατόμου με αναπηρία», όπως αυτός προβλέπεται από τη σχετική νομοθεσία, και άρα παύει να θεωρείται ή δεν καθίσταται εξαρχής δικαιούχος Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (Ε.Ε.Ε.), και αναπηρικού επιδόματος.

Σημειώνει πως ενδεικτικές περιπτώσεις αποκοπής/απόρριψης Ε.Ε.Ε. και αναπηρικού επιδόματος έγινε σε άτομα με αναπηρία στα κάτω άκρα, μαιευτική παράλυση χεριού, απώλεια όρασης στο ένα μάτι, νευροακουστική διαταραχή ή μερική απώλεια ακοής, αχονδροπλασία σε συνδυασμό με επιληψία, αναπτυξιακές διαταραχές κ.λπ.

Η κ. Λοττίδη σημειώνει επίσης ότι τα άτομα με αναπηρία, που αξιολογήθηκαν για τους σκοπούς της νομοθεσίας ή οι γονείς που τα συνόδευαν σε περίπτωση παιδιών, συχνά αναφέρουν ότι η αξιολόγηση που έγινε ήταν πολύ μικρής διάρκειας (μερικών λεπτών) και επιφανειακή, ενώ, όχι σπάνια, καταγγέλλουν ότι η συμπεριφορά ιατρών απέναντί τους ήταν προσβλητική, επιθετική ή ταπεινωτική.

Σημειώνουν, δε, ότι δεν έλαβαν καμία πληροφόρηση σε σχέση με τις ειδικότητες των ιατρών και τον τρόπο με τον οποία επιλέγηκε η συγκεκριμένη σύνθεση της ομάδας, αλλά ούτε και τους παρασχέθηκε η αιτιολογία της τελικής απόφασης (έκθεση των πραγματικών και νομικών λόγων, καθώς και παράθεση των κριτηρίων, στα οποία στηρίχθηκε η απόφαση).

Επιπλέον αναφέρει ότι υποστηρίζεται πως στην αξιολόγηση δεν συνεκτιμούνται οι πραγματικές δυσκολίες ή ανάγκες που απορρέουν από την αναπηρία του ατόμου και οι οποίες παραμένουν ακόμη και εάν η κατάσταση του ατόμου βελτιωθεί ή είναι ηπιότερης μορφής σε σχέση με την κατάσταση κάποιου άλλου ατόμου με αναπηρίες.

Το ΤΚΕΑΑ ενημέρωσε την Επίτροπο πως το Σύστημα Αξιολόγησης Αναπηρίας που εφαρμόζει βασίζεται στο Εγχειρίδιο ICF (International Classification of Functioning, Disability and Health), το οποίο συστήνει για υιοθέτηση ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, και το οποίο στηρίζεται στο βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο προσέγγισης της αναπηρίας, που λαμβάνει υπόψη τόσο τους ιατρικούς όσο και τους κοινωνικούς παράγοντες που δημιουργούν μια αναπηρία. Αποσκοπεί δε στο να διακρίνει τον τύπο της αναπηρίας (σωματική, αισθητηριακή, ψυχική, νοητική κλπ.) και τη διαβάθμισή της (ήπια, μέτρια, σοβαρή, ολική).

Το ΤΚΕΑΑ , σύμφωνα με την Επίτροπο, σημειώνει ότι η παροχή ΕΕΕ-Αναπηρικό Επίδομα δεν έχει ως στόχο την παροχή θεραπειών προς τα άτομα, αφού η παροχή θεραπειών αποτελεί μέρος των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Υγείας. Συγκεκριμένα, το Υπουργείο Υγείας επιδοτεί τις θεραπείες των παιδιών με αναπηρίες μέσω του ΓΕΣΥ, στο οποίο έχουν ενταχθεί επαγγελματίες αποκατάστασης.

Πηγή: ΚΥΠΕ 

Keywords
Τυχαία Θέματα