Έρευνα ΣτΕ: Οι δημοσιογράφοι δέχονται ψυχολογική βία

Οι δημοσιογράφοι στην Ευρώπη υπόκεινται συχνά σε σοβαρές, αδικαιολόγητες παρεμβάσεις στην εργασία τους, περιλαμβανομένης της βίας και του εκφοβισμού, με συνέπεια να καταλήγουν συχνά στην αυτολογοκρισία, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύει σήμερα το Συμβούλιο της Ευρώπης (ΣτΕ).

Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση, η έρευνα στα 47 κράτη μέλη του ΣτΕ και στη Λευκορωσία, που έγινε μεταξύ Απριλίου και Ιουλίου 2016, καταδεικνύει ότι τουλάχιστον το ένα τρίτο των συμμετεχόντων δέχτηκε σωματική επίθεση τα τελευταία τρία χρόνια.

Η έρευνα έγινε μέσω ανώνυμου διαδικτυακού ερωτηματολογίου σε πέντε γλώσσες,

στο οποίο απάντησαν 940 δημοσιογράφοι που είναι μέλη πέντε μεγάλων δημοσιογραφικών ενώσεων και οργανισμών για την προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης. Συμμετείχαν και δημοσιογράφοι από την Κύπρο, σε ποσοστό 1% επί του συνολικού δείγματος.

Η πιο συχνή παρέμβαση στο έργο των λειτουργών των ΜΜΕ, σε ποσοστό 69%, αναφέρεται πως είναι η ψυχολογική βία, περιλαμβανομένου του εκφοβισμού, των απειλών, της συκοφαντίας και της ταπείνωσης.

Το "cyberbullying", ο διαδικτυακός δηλαδή εκφοβισμός, αναδεικνύεται ως η δεύτερη πιο συχνή παρέμβαση, με ποσοστό 53%, παίρνοντας τη μορφή των κατηγοριών περί μεροληψίας, των προσωπικών επιθέσεων, της δημόσιας διαπόμπευσης και των δυσφημιστικών εκστρατειών.

Οι αναφορές για εκφοβισμό από ομάδες συμφερόντων βρίσκονται στην τρίτη θέση με 50%, ενώ ακολουθούν ο εκφοβισμός από πολιτικές ομάδες με 43%, η στοχευμένη παρακολούθηση με 39% και ο εκφοβισμός της Αστυνομίας με 35%.

Η έρευνα με τίτλο «Δημοσιογράφοι υπό πίεση: Αδικαιολόγητη παρέμβαση, φόβος και αυτολογοκρισία στην Ευρώπη» στοχεύει στην παρουσίαση στοιχείων στη βάση αποδείξεων, συνεισφέροντας έτσι στον δημόσιο διάλογο για τον τρόπο αντιμετώπισης των απειλών κατά της ελευθερίας των ΜΜΕ, που καταγράφουν σημαντική αύξηση στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια.

Σχεδόν τα τρία τέταρτα των συμμετεχόντων ανέφεραν ότι δεν αισθάνονται πως προστατεύονται από φαινόμενα στοχευμένης παρακολούθησης, ενώ οι μισοί απάντησαν πως πιστεύουν ότι τίθεται σε κίνδυνο η δυνατότητα προστασίας των πηγών τους.

Εξάλλου, το 21% των δημοσιογράφων αναφέρθηκε σε περιπτώσεις κλοπής, κατάσχεσης ή καταστροφής περιουσίας που σχετίζεται με την εργασία τους, το 19% δήλωσε πως έπεσε θύμα κλοπής εξ αποστάσεως ενώ το 13% ότι υπέστη σεξουαλική παρενόχληση.

Σχεδόν το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων (23%) ανέφερε ότι τα τελευταία τρία χρόνια υπέστη νομικής φύσεως εκφοβισμό όπως σύλληψη, απειλή δίωξης ή πραγματική δίωξη, κυρίως λόγω της ύπαρξης νομικών προνοιών περί δυσφήμισης.

Η σωματική βία ήταν η συχνότερη αναφορά μεταξύ των δημοσιογράφων από τον Νότιο Καύκασο και την Τουρκία, χωρίς όμως να απουσιάζει και από δημοσιογράφους από κράτη μέλη της ΕΕ και άλλες χώρες πέραν της Δυτικής Ευρώπης. Οι απειλές για σωματική βία ήταν επίσης πολύ συχνές μεταξύ των δημοσιογράφων που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία και τον Νότιο Καύκασο.

Πέρα του ενός τρίτου των δημοσιογράφων (35%) που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν ότι δεν είχαν πρόσβαση σε μηχανισμούς για την προστασία τους από παρεμβάσεις στην εργασία τους.

Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν, σύμφωνα με την ανακοίνωση, τον σημαντικό αντίκτυπο που έχει ο φόβος των δημοσιογράφων για ενδεχόμενες παρεμβολές στη δουλειά τους. Ο φόβος να καταστούν θύματα αδικαιολόγητων παρεμβολών ήταν ιδιαίτερα υψηλός, κυρίως σε ό,τι αφορά την ψυχολογική βία (60%), το cyberbullying (57%), τον εκφοβισμό από άτομα (51%) και από ομάδες συμφερόντων (45%) αλλά και την απειλή κατά της σωματικής τους ακεραιότητας (41%). Ένα τρίτο των ερωτηθέντων εξέφρασε ανησυχίες και για την ασφάλεια της οικογένειας και των φίλων τους.

Προστίθεται πως η μελέτη καταδεικνύει υψηλά ποσοστά αυτολογοκρισίας μεταξύ δημοσιογράφων. Ένας στους πέντε ερωτηθέντες ανέφερε πως αισθάνεται πίεση να παρουσιάσει τα θέματα με τα οποία ασχολείται κατά τρόπο πιο δεκτικό προς τους εργοδότες. Αρκετοί δήλωσαν αναγκασμένοι να υποβαθμίσουν αμφιλεγόμενα θέματα (31%), να αποκρύψουν πληροφορίες (23%) ή να παρατήσουν εντελώς κάποιο θέμα (15%).

Ωστόσο, το 36% των δημοσιογράφων δήλωσε περισσότερο αποφασισμένο να αντισταθεί στη λογοκρισία, λόγω ακριβώς της πίεσης που αισθάνεται, είτε από εξωτερικούς παράγοντες είτε ως αποτέλεσμα αυτολογοκρισίας.

Την έρευνα διεξήγαγαν για λογαριασμό του Συμβουλίου της Ευρώπης οι Marilyn Clark και Anna Grech από το Πανεπιστήμιο της Μάλτας, με τη στήριξη της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων, της οργάνωσης «Δείκτης Λογοκρισίας», του Ινστιτούτου Διεθνούς Ασφάλειας Ειδήσεων και των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα