Μελέτη ΚΚΣΜ: Τετραγωνισμός του κύκλου-Ασφάλεια και εγγυήσεις

Οι πρόσφατες επαναλαμβανόμενες δηλώσεις από ελληνοκυπριακής και ελληνικής πλευράς στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων, καθώς και οι τουρκικές αντιδράσεις που έχουν ακουστεί, είναι αρκετά ενδεικτικές της φάσης στην οποία βρίσκεται το ζήτημα αυτό σήμερα.

O Δρ Άριστος Αριστοτέλους, ειδικός σε θέματα Άμυνας και Στρατηγικής και Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών, παρουσιάζει συγκεκριμένη μελέτη του ΚΚΣΜ, η οποία καταγράφει καταρχήν και αξιολογεί τη φάση στην οποία βρίσκεται το ζήτημα αυτό σήμερα όπως και τις θέσεις των εμπλεκομένων μερών- τις «κόκκινες γραμμές» τους.

Βέβαια,

σύμφωνα με τη μελέτη, η επίλυση ή όχι του προβλήματος αυτού, που προσομοιάζει με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου, δεν θα κριθεί από τις δημόσιες τοποθετήσεις των εμπλεκομένων μερών, παρόλο που και αυτές έχουν τη σημασία τους.

Σκοπός της μελέτης είναι να αναδείξει το ανυπέρβλητο των προβλημάτων αυτών και να υποδείξει ότι το αποτέλεσμα των διεργασιών γύρω από το όλο ζήτημα θα κριθεί από τη σημασία που αποδίδουν τα εμπλεκόμενα μέρη στις «κόκκινες γραμμές τους, το συσχετισμό των δυνάμεων τους και της ικανότητας τους να στηρίξουν τις θέσεις τους στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων. Και αυτό σε συνάρτηση με τις επιλογές που προσφέρονται και ασφαλώς τη ζωτικότητα των επηρεαζόμενων συμφερόντων τους, ιδιαίτερα των Ελληνοκυπρίων, καθώς και τις ενδεχόμενες προκλήσεις και τις εκτός συμφωνημένου πλαισίου απειλές.

Η μελέτη αναφέρεται σε διάφορες προτάσεις ή ιδέες που έχουν δημόσια ειπωθεί και υπογραμμίζει τη σημασία της διασαφήνισης ορισμένων αντιλήψεων και εννοιών, καθώς και την αναγκαιότητα καθορισμού πλαισίου διεξαγωγής των συνομιλιών, στη βάση της κοινά αποδεκτής θέσης ότι «η ασφάλεια του ενός δεν πρέπει να δημιουργεί απειλή για τον άλλο».

Σημειώνει ταυτόχρονα τις αντιφατικές συμπεριφορές ως προς το πλαίσιο αυτό, και το γεγονός ότι η οποιαδήποτε υποχωρητικότητα και ευελιξία των μερών εξαντλείται στις «κόκκινες γραμμές» τους, καθιστώντας τις προσπάθειες γεφύρωσης της διαφοράς, απόπειρα τετραγωνισμού του κύκλου.

Η μελέτη υποδεικνύει την άρρηκτη σχέση μεταξύ ασφάλειας και εγγυήσεων αλλά και την άμεση συνάρτηση και των δύο με το στρατιωτικό στοιχείο, όπως και με άλλους στρατηγικούς παράγοντες. Αναλύονται οι λόγοι που οι παράγοντες αυτοί ευνοούν την ήδη στρατιωτικά ισχυρή τουρκική πλευρά, αποτελώντας εν δυνάμει πηγή ανασφάλειας και απειλής για τους Ελληνοκυπρίους, είτε υπάρξει ή όχι συμφωνία στα θέματα αυτά.

Οι επιλογές της ε/κ πλευράς

Υπό το πρίσμα των δεδομένων αυτών, στα συμπεράσματα της μελέτης, υποδεικνύεται ότι αν οι συνομιλίες συνεχίσουν την πορεία τους, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα κληθεί αργά ή γρήγορα να πάρει αποφάσεις οπότε οι επιλογές της θα είναι: Είτε να απορρίψει, είτε να αποδεχθεί τις προτάσεις που θα προκύψουν, συνυπολογίζοντας το εθνικό κόστος και τα οφέλη αλλά και τα πολλά διλήμματα και αναπάντητα ερωτηματικά που εμπεριέχουν.

Η μελέτη συμπληρώνεται με ορισμένες εισηγήσεις, που σε περίπτωση λύσης ίσως θα συνέβαλλαν στην καλύτερη αντιμετώπιση επί μέρους προβλημάτων ασφάλειας που ενδεχόμενα θα συνέχιζαν να υπάρχουν.

Καταλήγοντας, το συμπέρασμα που προκύπτει από την ανάλυση αυτή είναι ότι πλήρεις συνθήκες ασφάλειας δεν μπορεί να υπάρξουν, ιδιαίτερα για την ελληνοκυπριακή πλευρά ενόσω θα αισθάνεται τη σκιά της τουρκικής στρατιωτικής υπεροχής στην περιοχή. Ούτε και υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες η Τουρκία, που έχει το πάνω χέρι στο Κυπριακό και την αδιαμφισβήτητη ικανότητα να κρατά το βόρειο τμήμα του νησιού υπό τον έλεγχο της, να συγκατατεθεί σε μια λύση βάσει της οποίας θα εγκατέλειπε άμεσα και οριστικά την Κύπρο. Θα ήταν εξαιρετικά απίθανο η Άγκυρα να συμβιβαστεί σε μια λύση, χωρίς να διατηρεί έστω κάποιας μορφής εγγυήσεις ή στρατιωτικής παρουσίας στο νησί, το οποίο πλειστάκις έχει χαρακτηρίσει ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της.

Τα μεγάλα διλήμματα

Υπό το πρίσμα των δεδομένων αυτών, τα μεγάλα διλήμματα τα οποία αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσει η ελληνοκυπριακή πλευρά και επί των οποίων θα κληθεί να απαντήσει και αποφασίσει εμπεριέχονται στις πιο κάτω επιλογές:

Να επιμένει μέχρι το τέλος στις « κόκκινες γραμμές» που έχει θέσει εξ υπαρχής στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων, αφού πρώτα αξιολογήσει και δώσει απαντήσεις στο εξής ερώτημα: Τι επιπτώσεις θα είχε για τους Ελληνοκυπρίους εάν ο διάλογος οδηγηθεί σε αδιέξοδο και πόσο αυτό θα μειώσει, θα αυξήσει ή θα αφήσει αμετάβλητες τις συνθήκες ανασφάλειας στην Κύπρο; Υιοθετώντας αυτή τη στάση και εμμένοντας στις θέσεις της στο θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων πρέπει να είναι πεπεισμένη ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα όρια υποχωρήσεων τόσο από την ίδια όσο και από την άλλη πλευρά. Να έχει την πεποίθηση ότι πέραν του σημείου αυτού οποιεσδήποτε περεταίρω υποχωρήσεις στο τομέα της ασφάλειας και των εγγυήσεων καθιστούν τα συμφωνηθέντα σε άλλα κεφάλαια του προβλήματος, όπως το εδαφικό, το περιουσιακό, την εσωτερική διακυβέρνηση κ.λπ, επισφαλή και τη συνέχιση του κυπριακού ομόσπονδου κράτους στη νέα του μορφή αβέβαιη και υπό συνεχή απειλή.Η δεύτερη επιλογή είναι: Να δεχτεί η ελληνοκυπριακή πλευρά, με κάποιες περαιτέρω τροποποιήσεις τις τουρκικές «κόκκινες γραμμές» ανεξάρτητα του αν τεθούν ή όχι χρονοδιαγράμματα για την απόσυρση και του τελευταίου Τούρκου στρατιώτη από το νησί ή αν προσδιοριστούν ή όχι μελλοντικά χρονικά όρια κατάργησης οποιονδήποτε επεμβατικών δικαιωμάτων και εγγυήσεων. Αν ωστόσο, είτε άμεσα είτε με κάποιο ελεγχόμενο χρονοδιάγραμμα αποχωρήσει και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης από την Κύπρο και καταργηθούν εντελώς οι εγγυήσεις αυτό είναι αρκετά καθησυχαστικό για την ασφάλεια των Ελληνοκυπρίων. Και αυτό ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι ούτως ή άλλως σε τελική ανάλυση η Κύπρος και η ελληνοκυπριακή πλευρά ιδιαίτερα, θα συνέχιζε ακόμη και μετά τη λύση να λειτουργεί κάτω από το βάρος της σκιάς της συντριπτικής στρατιωτικής υπεροχής της Τουρκίας στην περιοχή, η οποία αν προκληθεί σοβαρά από τις εξελίξεις στο νησί θα μπορούσε να αποτελέσει ενεργή απειλή..

Οι ελληνοκυπριακή πλευρά, όπως αναφέρεται στη μελέτη του ΚΚΣΜ, θα πράξει βέβαια αυτό αφού πρώτα και πάλιν, όπως και στην πρώτη περίπτωση, αξιολογήσει τις τυχόν αλλοιώσεις ή υποχωρήσεις στις «κόκκινες γραμμές» εάν υπάρξουν, καθώς και τις ύστατες θέσεις αμφοτέρων των μερών επί του προκειμένου, και τις συγκρίνει με τα πιθανά πλεονεκτήματα ή τα οφέλη από τα συμφωνηθέντα στα άλλα κεφάλαια στο Κυπριακό. Και τούτο βέβαια αφού πεισθεί ότι τα συμφωνηθέντα στα κεφάλαια αυτά όσο και η διατήρηση της οντότητας και η συνέχεια του νέου ομόσπονδου κράτους δεν τίθενται υπό απειλή και δεν θα υπονομεύονται από τα τυχόν μειονεκτήματα ενός συμβιβασμού των ελληνοκυπριακών θέσεων στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων.

Όμως πλήρης ικανοποίηση έστω και των εναπομεινάντων «κόκκινων γραμμών» αμφοτέρων των πλευρών μετά από μια κοινά αποδεκτή συμβιβαστική πρόταση, ή ο τετραγωνισμός του κύκλου για πλήρη ικανοποίηση των Ελληνοκυπρίων δεν δύναται να υπάρξει.

Τα διλήμματα είναι ανυπέρβλητα, οι επιλογές κρίσιμες και οι αποφάσεις οδυνηρές, συμφωνα με τη μελέτη. Εάν η Ελληνοκυπριακή πλευρά επιλέξει την πρώτη επιλογή ως την καλύτερη υπό τις συνθήκες και απορρίψει τις τυχόν προτάσεις στα θέματα ασφάλειας και εγγυήσεων, αυτό θα σημαίνει ότι το Κυπριακό παραμένει άλυτο, συνεχίζει το σημερινό στάτους - κβο και μαζί του και η μαζική η παρουσία των κατοχικών δυνάμεων με όλους τους πιθανούς κινδύνους και απειλές που αυτό συνεπάγεται για την Κύπρο. Διατηρείται όμως η κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διατηρούνται ταυτόχρονα ίσως και οι ελπίδες για καλύτερες συγκυρίες στο μέλλον που θα ευνοούσαν μια πιο αποδεχτή λύση. Κάτι τέτοιο όμως φαίνεται μάλλον ισχνό ενδεχόμενο, δεδομένων των συσχετισμών δυνάμεων και της αδιαμφισβήτητης τουρκικής υπεροχής, καθώς και της συνεχούς εμβάθυνσης των θεσμών και της λειτουργικότητας του λεγόμενου τουρκοκυπριακού κράτους, που εκ των πραγμάτων θα καταστήσουν το σημερινό πρότυπο λύσης ετεροχρονισμένο και ανεφάρμοστο .

Εάν η ελληνοκυπριακή πλευρά επιλέξει τη δεύτερη επιλογή, ήτοι αποδοχή των τυχόν προτάσεων για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις, ο μόνος τρόπος ίσως για να αντιμετωπισθεί το πιθανό αίσθημα ανασφάλειας των ελληνοκυπρίων θα ήταν η Κύπρος να καταφέρει να κρατηθεί μακριά από οποιεσδήποτε συνθήκες ή εξελίξεις που θα προκαλούσαν την επέμβαση της Τουρκίας.

Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει πολιτική ομαλότητα στο νησί και καλές σχέσεις Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αλλά και η Κύπρος να μην αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της Τουρκίας κατά την άσκηση της εξωτερικής της πολιτική και ιδιαίτερα σε ευαίσθητους γι αυτήν τομείς. Θα πρέπει επίσης η Άγκυρα, όπως και η Αθήνα βέβαια, να μην αναμιγνύονται στις εσωτερικές υποθέσεις των Κυπρίων και να αναπτύξουν εποικοδομητικές σχέσεις και συνεργασία με την κυπριακή ομόσπονδη Δημοκρατία. Το ερώτημα όμως είναι πώς διασφαλίζεται αυτό;

Να σημειωθεί ότι η απειλή συνίσταται βασικά από δύο μέρη, το ένα είναι η μία χώρα να έχει σοβαρές βλέψεις ή επιδιώξεις σε βάρος της άλλης, και το δεύτερο είναι να έχει ταυτόχρονα τις στρατιωτικές ικανότητες να τις επιβάλει. Αν μια χώρα έχει το ένα και δεν έχει το άλλο, αυτό δεν συνιστά ενεργό και ουσιαστική απειλή. Συνεπώς εάν και στην περίπτωση της Κύπρου με την Τουρκία, μετά από μια λύση πάψουν να υπάρχουν τουρκικές διεκδικήσεις επί της Κύπρου και οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων στο εσωτερικό είναι ομαλές όπως και οι σχέσεις Άγκυρας – Λευκωσίας, οι υπέρτερες στρατιωτικές ικανότητες της χώρας αυτής δεν μπορεί πλέον ουσιαστικά να θεωρούνται και για τους Ελληνοκύπριους απειλή.

Θα πρέπει ωστόσο να γίνει κατανοητό και στις δύο κοινότητες ότι είναι προς το συμφέρον τους στα πλαίσια μιας λύσης να εμπεδώσουν τη λειτουργικότητα των θεσμών, τον αμοιβαίο σεβασμό, την ανεκτικότητα και τη συνεργασία. Το ευρωπαϊκό κεκτημένο αποτελεί βοηθητικό πλαίσιο για σφυρηλάτηση των δικαίων και δικαιωμάτων των δύο κοινοτήτων και των αναγκαίων διεργασιών.

Από την άλλη πρέπει επίσης να λεχθεί ότι μπορεί οι Ελληνοκύπριοι να είναι σε μειονεκτικότερη θέση όσον αφορά την ασφάλεια τους ένεκα συσχετισμών δυνάμεων στην περιοχή αλλά η σύγκρουση, η ένταση και η ανωμαλία στο νησί είναι πηγή ανασφάλειας, ανησυχίας, αβεβαιότητας και κινδύνων για αμφότερες τις πλευρές, για όλους τους Κυπρίους.

Keywords
Τυχαία Θέματα