Πέτυχε έφεση εναντίον ακύρωσης διορισμού Διοικητή ΠΑ μετά από 7 χρόνια

Αναθεωρητική έφεση ενώπιον του Ανωτάτου, η οποία είχε καταχωρισθεί το 2014 κατά πρωτόδικης ακύρωσης διορισμού για τη θέση του Διοικητή Πολιτικής Άμυνας από το πρόσωπο το οποίο είχε διορίσει αρχικά η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας την 1η Απριλίου, 2011, πέτυχε με απόφαση η οποία εκδόθηκε στις 25 Φεβρουαρίου, 2021.

Στην απόφασή του για την υπόθεση υπ' αριθμόν 91/2014, το Ανώτατο, σε πενταμελή σύνθεσή του, αναφέρει ότι «αποτελεί παραδεκτό γεγονός ότι τόσο η εφεσείουσα όσο και ο εφεσίβλητος κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας, καθώς και επιπρόσθετα προσόντα».

«Ως

προς τα προσόντα των μερών, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της απόφασης της ΕΔΥ, πιο πάνω, σημειώθηκε ότι η εφεσείουσα δεν υστερεί του συστηθέντα εφεσίβλητου και καταγράφονται τα πρόσθετα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης προσόντα, χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά σε όλα τα προσόντα», προσθέτει.

Όμως, συμπληρώνει, τα επιπρόσθετα προσόντα του εφεσίβλητου βρίσκονταν ενώπιον της ΕΔΥ και λήφθηκαν «δεόντως υπόψη»

Σύμφωνα με το Ανώτατο, «όπως προκύπτει από την νομολογία, «τα επιπρόσθετα προσόντα παραμένουν πρόσθετα ασχέτως του αριθμού τους και είναι λάθος να υπερτονίζεται η κατοχή κάποιων προσόντων από υποψήφιο, αποδίδοντας σ΄ αυτά μεγαλύτερη αξία ή βαρύτητα». 

Ως εκ τούτου, σημειώνεται, «η πρωτόδικη απόφαση ότι υπάρχει κάποια υπεροχή του εφεσίβλητου ως προς τα πρόσθετα «προσόντα» σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ήταν λανθασμένη».

Συνακόλουθα, βρίσκει το Ανώτατο, «δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλάνη εκ μέρους της ΕΔΥ ως προς αυτό το στοιχείο».  

Αναφέρεται, επίσης, ότι «ένα άλλο στοιχείο που το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν απασχόλησε και δεν προσμέτρησε ως στοιχείο της αξίας είναι η μακρά πείρα του αιτητή σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, ήτοι ότι υπηρετεί στην Πολιτική Άμυνα από το Μάρτιο του 1984, δηλαδή για 27 χρόνια μέχρι τον ουσιώδη χρόνο».

«Τονίζεται ότι πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπου στο Σχέδιο Υπηρεσίας ως προς τα απαιτούμενα προσόντα αναφέρεται: “Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση από την οποία πενταετής τουλάχιστο πείρα σε καθήκοντα που να περιλαμβάνουν εποπτεία, προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών”», συνεχίζει το σκεπτικό της απόφασης του Ανωτάτου.

Και τα δύο μέρη, αναφέρεται, κατείχαν την απαιτούμενη πείρα, ως προνοείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας. Η μεγάλη προϋπηρεσία του εφεσίβλητου δεν ήταν στοιχείο που προβλέπεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας».

Αποτελούσε, όμως, προστίθεται, «ένα γεγονός το οποίο βρισκόταν ενώπιον της ΕΔΥ προς αξιολόγηση, στα πλαίσια της ευρείας διακριτικής της ευχέρειας».

Συνεπώς, σημειώνεται, «η επί του ζητήματος αυτού απόφαση του πρωτόδικου  Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη».

Η ΕΔΥ, στην απόφασή της (παρατίθεται πιο πάνω), καταγράφει τους λόγους για τους οποίους, κατά πλειοψηφία, έκρινε πως “δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή”».

Όπως ορθά παρατήρησε ο κ. Κωνσταντίνου, αναφέρεται, «κατά την συζήτηση της έφεσης, η νομιμότητα της σύστασης του Διευθυντή δεν ήταν επίδικο θέμα στην προσφυγή, ούτε βεβαίως στην έφεση και δεν επηρέασε, εν πάση περιπτώσει, την τελική κατάληξη της ΕΔΥ».

«Το ερώτημα παραμένει αν δόθηκε ειδική ή πειστική αιτιολογία για το ότι δεν ακολουθήθηκε η σύσταση του Γενικού Διευθυντή», προστίθεται.  

Σύμφωνα με το Ανώτατο, «η επίδικη θέση ευρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία και, σύμφωνα με σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δύναται να αποδοθεί αυξημένη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, όπου η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψήφιου είναι σημαντικές ιδιότητες για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης».

Επίσης, αναφέρεται, «συνιστά κανόνα της νομολογίας μας ότι  η Ε.Δ.Υ., σε τέτοιες περιπτώσεις, κατά την επιλογή του καταλληλότερου από τους υποψηφίους για προαγωγή, έχει ευρεία διακριτική εξουσία».

Ταυτόχρονα, προστίθεται, «είναι νομολογημένο ότι για να δικαιολογήσει την επιλογή του το διορίζον όργανο δεν πρέπει να καταλήξει ότι ο διορισθείς υπερέχει έκδηλα των άλλων υποψηφίων. Από την άλλη, επέμβαση του Δικαστηρίου είναι δυνατή μόνο όπου ικανοποιείται από τον αιτητή ότι υπερείχε έκδηλα του υποψήφιου που έχει επιλεγεί».

Μόνο σε τέτοια περίπτωση, σημειώνεται, «το όργανο που έχει προβεί στην επιλογή θεωρείται ότι έχει υπερβεί τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας και έχει κάμει κακή χρήση της».

Εν προκειμένω, αναφέρεται, «όπως προκύπτει από τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, ως καθορίζονται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, πρόκειται για ανώτατη θέση στο Τμήμα, με ευρείες διοικητικές και οργανωτικές ευθύνες».

«Ως εκ τούτου, η προσωπικότητα του κατόχου της αποτελεί σημαντικό στοιχείο, σε ό,τι αφορά την καταλληλότητά του για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης», προστίθεται.

Συνεπώς, αποφαίνεται το Ανώτατο, «με βάση τις νομολογιακές αρχές που έχουν παρατεθεί πιο πάνω, η επιλογή της εφεσείουσας, στη βάση του ισοζυγίου που προκύπτει από τα δεδομένα των δύο υποψηφίων σε ότι αφορά τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια επιλογής, αξία, προσόντα και αρχαιότητα, όπως καταγράφηκαν στο πρακτικό της ΕΔΥ, πιο πάνω, δεν εκπίπτει της ευρείας διακριτικής ευχέρειας του διορίζοντος οργάνου».

Ακόμα, συμπληρώνεται, «τα όσα κατέγραψε η ΕΔΥ για την απόδοσή τους κατά την προφορική συνέντευξη, καθώς και τα όσα ανέφερε στο σχετικό πρακτικό για την επιλογή της εφεσείουσας καταδεικνύουν ότι η παράκαμψη της σύστασης του Διευθυντή έχει επαρκώς αιτιολογηθεί».  

«Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται», καταλήγει το Ανώτατο Δικαστήριο.\

Πηγή: ΚΥΠΕ 

Keywords
Τυχαία Θέματα