Πόσο επηρεάζει ο Γεν. Εισαγγελέας τη διερεύνηση υποθέσεων

Μεγάλη συζήτηση έχει προκύψει σχετικά με την αρμοδιότητα του Γενικού Εισαγγελέα να ενημερώνεται, να καθοδηγεί και να γνωμοδοτεί σε συνεργασία με την Αστυνομία κατά τη διάρκεια μιας εν εξελίξει διερεύνησης ποινικής Υπόθεσης.

Μιλώντας στην εκπομπή «Όλα στο φως» του Ράδιο Πρώτο, ο νομικός Αντρέας Αγγελίδης ανέφερε ότι η εξουσία του Γενικού Εισαγγελέα ορίζεται από το Σύνταγμα, καθώς είναι αυτός που καταχωρεί, κινεί και διεξάγει διαδικασίες ενώπιον του δικαστηρίου, προσθέτοντας ότι για να καταχωρηθεί ένα κατηγορητήριο,

χρειάζεται την υπογραφή του ιδίου ή άλλου μέλους της Νομικής Υπηρεσίας που τον εκπροσωπεί.

Διαβάστε επίσης: Υπαρχηγός για διπλό φονικό:Έχουμε απαντήσεις για όλα

«Αυτή η εξουσία του είναι δυνατόν να εμφανίζεται και πριν ακόμα ολοκληρώσει η Αστυνομία το ερευνητικό της έργο: Να ζητά κατατόπιση, οδηγίες, στοιχεία, άρα και τη δυνατότητα, με υπόδειξη του ιδίου, η Αστυνομία να καλέσει κάποιον ειδικό από το εξωτερικό», είπε.

Εξ ου, πρόσθεσε, και το ίδιο το Σύνταγμα τού δίνει τη δικαιοδοσία και την αρμοδιότητα να μπορεί, όταν το κρίνει, να προχωρήσει σε αναστολή δίωξης ήδη καταχωρημένων ποινικών υποθέσεων ενώπιον του δικαστηρίου.

Με αφορμή την πρόσκληση από την Ελλάδα ιατροδικαστού για τη δεύτερη νεκροτομή, αλλά και την ενδεχόμενη κάθοδο από το Ηνωμένο Βασίλειο δικαστικού ψυχολόγου, ο κος Αγγελίδης σημείωσε ότι στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας, προκειμένου να φτάσουν οι Αρχές στο συμπέρασμα σχετικά με το αν τελικά υπάρχει υπόθεση ή όχι προς καταχώρηση, χρειάζονται πάντα την άποψη του Γενικού Εισαγγελέα.

Αυτό συνεπάγεται μια συνεχή συνεργασία και ανταλλαγή απόψεων, στοιχείων και συμπερασμάτων ανάμεσα στην Αστυνομία και τη Νομική Υπηρεσία.

«Σημασία έχει ότι η έρευνα γίνεται από τους ποινικούς ανακριτές, οι οποίοι κάποια στιγμή θα πρέπει να ολοκληρώσουν με ένα δικό τους πόρισμα την έρευνα. Αυτό το πόρισμα πάντα καταλήγει στον Γενικό Εισαγγελέα. Αν στο ενδιάμεσο στάδιο θεωρήσουν ότι έχουν ανάγκη κάποιων περαιτέρω οδηγιών ή υποδείξεων, προφανώς είναι ανοιχτός ο δρόμος προς τον Γενικό Εισαγγελέα και τους αρμόδιους εισαγγελείς», είπε.

Σύμφωνα με τον κο Αγγελίδη, οι πλείστες των ποινικών υποθέσεων, όσο σύνθετες κι αν είναι, αντιμετωπίζονται χωρίς παραπομπή, διότι υπάρχουν εμπειρίες και παλαιότερα περιστατικά πάνω στα οποία μπορούν οι αρμόδιοι να στηριχτούν.

Δεν παρέλειψε δε να αναφερθεί στο μεγάλο ζήτημα υποστελέχωσης στη Νομική Υπηρεσία, κάτι που εμποδίζει την άμεση διεκπεραίωση των διαδικασιών.

«Δεν χωράει αμφιβολία ότι τα εγκλήματα δυστυχώς αυξάνουν και παρουσιάζουν μεγαλύτερη σοβαρότητα. Παρουσιάζονται, επίσης, νέες διαδικασίες οι οποίες ήταν άγνωστες παλαιότερα στην Κύπρο, όπως οι ληστείες σε τράπεζες, με άμεση πυρπόληση του οχήματος και των τεκμηρίων. Όλα αυτά καθιστούν την ανάγκη εξειδίκευσης της Αστυνομίας στην αντιμετώπιση αυτών των μεθόδων. Θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι η Αστυνομία έχει και όλα τα απαραίτητα εργαστηριακά μέσα», πρόσθεσε.

Όσον αφορά στη Γενική Εισαγγελία, σημείωσε ότι υπάρχουν πολλές κενές θέσεις που πρέπει να συμπληρωθούν.

Κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις Ματσάκη περί εμπιστοσύνης ή μη του εγχώριου προσωπικού στην εξιχνίαση ενός εγκλήματος, ο κος Αγγελίδης σημείωσε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση θίγεται ένα γενικότερο ζήτημα, κατά πόσο το κράτος μπορεί να συντελέσει ώστε να υπάρξει μια ιατροδικαστική υπηρεσία που θα έχει εξειδικευμένο προσωπικό στο οποίο θα παρέχονται τα κατάλληλα μέσα.

«Δεν σημαίνει ότι και τώρα η αποστολή τους δεν εκπληρώνεται στο ακέραιο. Πρέπει να συντελέσουμε ως κράτος, για να έχουμε τη δική μας ανεξάρτητη ιατροδικαστική υπηρεσία», είπε.

Keywords
Τυχαία Θέματα