Ανοικτή επιστολή προς τη διεύθυνση και τους εργαζόμενους του Ομίλου των Αττικών εκδόσεων και γενικότερα προς όλους τους εργαζόμενους

email αναγνώστη
Με την ευκαιρία της απομάκρυνσής μου από την έκδοση του περιοδικού Τηλέραμα, θα ήθελα να επισημάνω ορισμένα πράγματα που πιστεύω ότι αφορούν όλους όσους εργάζονται τόσο στο περιοδικό όσο και στον όμιλο Αττικών εκδόσεων, αλλά και γενικότερα όλους τους εργαζόμενους με εξαρτημένη σχέση εργασίας.

Την ημέρα της οριστικής αποχώρησής μου έκλεινα 35 χρόνια κι έναν μήνα αδιάκοπης παρουσίας στο εργασιακό περιβάλλον του περιοδικού, αφού ήμουν εκεί από το πρώτο τεύχος του ΤΗΛΕΡΑΜΑ με διευθυντή τον Γιώργο Μπέρτσο. Έχω επομένως τη συνολική εικόνα της πορείας του

στα εκδοτικά δρώμενα. Φεύγοντας, παίρνω μαζί μου όλη τη σκευή που ενδύθηκα όλα αυτά τα χρόνια, τις μεγάλες και τις μικρές στιγμές, τις χαρές και τις λύπες. Η παρουσία μου στο περιοδικό ήταν μια μεγάλη διαδρομή στην οποία αποτελούσα το λίπασμα για να ανθίσει το χωράφι ή το γρανάζι για να κινηθεί το μοτέρ. Υπήρξαν στιγμές δημιουργικής συνεργασίας, τόσο με την εργοδοσία, όσο και με τους συναδέλφους, αλλά και στιγμές δύσκολης συνεννόησης ή ακόμα και δυσφορίας, καταστάσεις θα έλεγα, που συνάδουν με την καθημερινότητα των χώρων εργασίας, δηλαδή, δεν παρουσιάζουν τίποτα το αξιομνημόνευτο. Τα ίχνη όμως μιας τριανταπεντάχρονης πορείας αφήνουν το αποτύπωμά τους εκούσια ή ακούσια, τόσο στη δική σου ψυχή, όσο και στων άλλων.

Τα τριανταπέντε συναπτά έτη περικλείουν την αρχή και το τέλος, ζωγραφίζουν την πορεία μιας ζωής, που έρχεσαι νέος με μαύρα πλούσια μαλλιά και φεύγεις με άσπρα και αραιωμένα, όπου στο νεανικό σου πρόσωπο χαράσσονται τα χρόνια που πέρασαν. Την αναπόδραστη φθορά του χρόνου την ακολούθησε και η φθορά της προσωπικής παρουσίας. Από τον νεαρό που έτρεχε να εξυπηρετήσει τους πάντες, από τη ψυχή της έκδοσης, μετεξελίχθηκα σταδιακά σε βαρίδι, σε εργαζόμενο που διαχειρίζεται ένα Αρχείο που δεν καλύπτει τις σύγχρονες ανάγκες της έκδοσης. Το Αρχείο που με κόπο και ζέση δημιούργησα, με τα εκατομμύρια των χάρτινων φωτογραφιών, δεν εκπληρώνει πλέον τις σύγχρονες εκδοτικές απαιτήσεις, άρα ούτε ο χρήστης και δημιουργός του. Έτσι, οι ατέλειωτες ώρες εργασίας, ξεχάστηκαν (πολλές φορές απλήρωτες), οι προσωπικές εξυπηρετήσεις, τα ατέλειωτα τρεχαλητά για να προλάβουμε την εκτύπωση εκμηδενίστηκαν στη σκόνη του χρόνου.

Γνώριζα ανέκαθεν την άβυσσο που χωρίζει την εργοδοσία με τους εργαζόμενους και γι’ αυτό δεν επιδίωκα φιλικές σχέσεις μαζί της. Όμως φρόντιζα να εκτελώ συνειδητά τη δουλειά που είχα αναλάβει, αλλά ταυτόχρονα να διεκδικώ τα νόμιμα δικαιώματα μου. Αυτό το τελευταίο φαίνεται πως δεν άρεσε στην εργοδοσία, γιατί δεν επιθυμούσε παρεκκλίσεις από τις αποφάσεις της, επειδή δεν ταίριαζαν πάντοτε με τη νομιμότητα, αφού έπρεπε συνεχώς να απαιτούμε την εναρμόνιση του μισθού μας με βάση τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.

Παρ΄ όλα αυτά η εργασιακή ειρήνη επέβαλε την αποδοχή ενός modus vivendi. Το σκηνικό άλλαξε άρδην, όταν πριν ένα περίπου χρόνο η εργοδοσία μας κοινοποίησε την απόφασή της να περικόψει τους μισθούς κατά ένα ποσοστό 10%. Χωρίς απολύτως καμία άλλη προειδοποίηση κ

Keywords
Τυχαία Θέματα