O «άγνωστος» Πολ Νιούμαν, 100 χρόνια από την γέννησή του - Ο αλκοολισμός, οι φιλανθρωπίες, ο «εχθρός Νίξον»

Ήταν έξυπνος, γοητευτικός και ένα είδωλο του 20ού αιώνα. Θριάμβευσε στον κινηματογράφο και στους αγώνες αυτοκινήτου. Ο Πολ Νιούμαν ήταν το απόλυτο ανδρικό είδωλο του 20ου αιώνα.

Στις 26 Ιανουαρίου συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από τη γέννηση του Πολ Νιούμαν, ενός ηθοποιού που ενδεχομένως δεν ήταν ο καλύτερος μεταξύ των συνομηλίκων του, αλλά αναμφισβήτητα ήταν ο πιο όμορφος και αυτός που συνδέθηκε καλύτερα με την εποχή και τη γενιά του - καθώς και ο κάτοχος των πιο διαπεραστικού γαλάζιου βλέμματος στο Χόλιγουντ.

Ήταν έξυπνος, γοητευτικός και ένα είδωλο του 20ού αιώνα. Θριάμβευσε στον

κινηματογράφο και στους αγώνες αυτοκινήτου. Και, παρεμπιπτόντως, έπινε αμέτρητα λίτρα μπύρας καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του: γι' αυτό, για χρόνια, φορούσε στο λαιμό του μια αλυσίδα με ανοιχτήρι. Τα δε γονίδιά του και η συνεχής άσκηση επέτρεψαν στην σωματική του διάπλαση να μην επηρεαστεί από τον αλκοολισμό του.

Λαμπρές επιλογές στο σινεμά

Σήμερα, ο σινεφίλ απόηχος του Νιούμαν παραμένει ανεξίτηλος στους κινηματογραφόφιλους χάρη στο ταλέντο του και, κυρίως, στο γεγονός ότι ήξερε να επιλέγει πολύ σημαντικά φιλμ και έργα στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του.

Το σημαντικό κοινωνικό και φιλανθρωπικό του έργο άφησε επίσης το στίγμα του: θριάμβευσε στον κόσμο των σάλτσων και της βιομηχανίας τροφίμων με την εταιρεία Newman's Own, η οποία αποτέλεσε μεγάλη πηγή εσόδων για τις καλοκαιρινές κατασκηνώσεις για παιδιά με καρκίνο.

Και έπειτα υπάρχουν οι θρυλικές ερμηνείες του στις ταινίες The Hustler, Cool Hand Luke, Hud, Cat on a Hot Tin Roof, Butch Cassidy and the Sundance Kid, The Sting, The Verdict, Nobody's Fool ή Road to Perdition. Έλαβε συνολικά εννέα υποψηφιότητες για Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά ένα αγαλματίδιο για το The Color of Money [Το Χρώμα του Χρήματος].

Τα τελευταία χρόνια, η «επανεξέταση» της δημόσιας φιγούρας του Νιούμαν χρησίμευσε για την ταυτόχρονη... αναβάθμιση της αντίστοιχης φιγούρας της συζύγου του, της Τζοάν Γούντγουορντ, η οποία ήταν, σε υποκριτικό επίπεδο, πολύ πιο ταλαντούχα από τον σύζυγό της, σύμφωνα με τους κριτικούς, αν και όχι τόσο... μαγνητική όσο ο ίδιος ο Νιούμαν.

«Έρχομαι αντιμέτωπος με το τρομακτικό γεγονός ότι δεν ξέρω τίποτα [...] Είμαι πάντα πρόθυμος να παραδεχτώ ότι δεν είμαι αρκετά καλός», είπε ο ίδιος ο Νιούμαν στα... ιδιόμορφα απομνημονεύματά του.

Το 1986, ο Νιούμαν ζήτησε από τον φίλο του Στιούαρτ Στερν να πάρει συνεντεύξεις από όλους τους γνωστούς, συγγενείς και συναδέλφους του κινηματογραφιστές, ακόμη και να μιλήσει με τον ίδιο, προκειμένου να ετοιμάσει αυτή τη βιογραφία. Οι συνομιλίες αυτές αποθηκεύτηκαν σε εκατοντάδες κασέτες... μέχρι που το 1991 απογοητεύτηκε και εγκατέλειψε το εγχείρημα. Το 1998, έκαψε ο ίδιος όλες τις κασέτες!

Ωστόσο, σε ένα ντουλάπι στο σπίτι της οικογένειας, αποθηκευμένες σε κάποια κουτιά, παρέμειναν 5.000 σελίδες με τις απομαγνητοφωνήσεις όλου του υλικού.

Και αυτές οι σελίδες αποδείχθηκαν - είτε σε μορφή βιβλίου (Η εξαιρετική ζωή ενός συνηθισμένου ανθρώπου), είτε σε τηλεοπτική μορφή (The Last Movie Stars, σε σκηνοθεσία Ίθαν Χοκ και κυκλοφόρησε πρόσφατα στο Max) - οι πιο ειλικρινείς ματιές εντός του προσωπικού σύμπαντος του Πολ Νιούμαν, του ανθρώπου που κατέληξε να κρύβει τα μάτια του από τον υπόλοιπο κόσμο πίσω από το στηθαίο των γυαλιών ηλίου του και που πάντα φύλαγε με ζήλο την ιδιωτική του ζωή.

Η καλύτερη κριτική για τον Νιούμαν

Η καλύτερη και πιο βαθιά κριτική για τον Νιούμαν γράφτηκε από τον κριτικό Ρότζερ Έμπερτ στην πρεμιέρα της ταινίας Nobody's Fool, μιας ταινίας που συνοψίζει όλα τα στάδια και τα στυλ της καριέρας του:

«Όπως και ο Μπράντο, ο Νιούμαν μελέτησε τη Μέθοδο. Όπως και ο Μπράντο, ο Νιούμαν έδειχνε ωραίος με ένα υποκάμισο. Σε αντίθεση με τον Μπράντο όμως, ο Νιούμαν συνέχισε να μελετά τη ζωή, και έτσι, ενώ ο Μπράντο στη συνέχεια περιπλανιόταν άσκοπα σε ανεξήγητους ρόλους, ο Νιούμαν συνέχισε να δουλεύει πάνω στην τέχνη του».

Ο Έμπερτ μιλάει για έναν άνθρωπο που έγινε σταρ στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και που απέκτησε μια επαγγελματική εμμονή με ένα και μόνο πράγμαα: να κάνει καλές ταινίες.

Ο Νιούμαν δεν προοριζόταν για ηθοποιός, αλλά για να διευθύνει -μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του - την επιχείρηση του πατέρα του, ένα κατάστημα αθλητικών ειδών, ένα πεπρωμένο που διαφαινόταν πάνω του καθώς αθλούταν καθημερινά στον κήπο του σπιτιού του στο Shaker Heights, ένα άλλο προάστιο του Κλίβελαντ, όπου οι Νιούμαν μετακόμισαν όταν ο μικρότερος γιος τους έγινε δύο ετών.

Αλλά από το λύκειο είχε «κολλήσει» με την υποκριτική. Υπηρέτησε στην αεροπορία του Πολεμικού Ναυτικού στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου σε δύο περιπτώσεις η τύχη του τον γλίτωσε από το να σκοτωθεί στη μάχη. Μετά τον πόλεμο, ο Νιούμαν συνέχισε τις πανεπιστημιακές του σπουδές στο Kenyon College, όπου αποφοίτησε, μετά από πολλά πάρτι, από το θέατρο και τα οικονομικά, αν και προτιμούσε να λέει ότι αποφοίτησε «Magna cum Lager».

Στο πανεπιστήμιο, ο Newman έκανε το ντεμπούτο του στη σκηνή ως Hildy Johnson στο Front Page. Άρχισε να συνδυάζει το τέλος των σπουδών του με θεατρικές περιοδείες και το γάμο του με μια άλλη επίδοξη ηθοποιό, τη Ζακλίν Γουίτε, σε ηλικία 24 ετών.

Έτσι έφτασε στη Νέα Υόρκη, στην τηλεόραση και στο θρυλικό Actors Studio, όπου, σε ένα ακόμη ενσταντανέ καλοτυχίας συνόδευσε μια φίλη του σε μια οντισιόν. Εκείνη δεν έγινε δεκτή, αλλά εκείνος έγινε.

«Έκαναν λάθος και ερμήνευσαν τον ειλικρινή μου τρόμο ως ειλικρινή ερμηνεία», είπε κατόπιν αστειευόμενος. Ωστόσο, μετέπειτα, ο ελληνοαμερικανός σκηνοθέτης Έλια Καζάν ισχυρίστηκε ότι «αν και ο Μπράντο ήταν καλύτερός του, στην πορεία ο Νιούμαν τον ξεπέρασε [σε υποκριτική τέχνη] καθώς ήταν πολύ πιο εργατικός από εκείνον».

Η γνωριμία με την γυναίκα του

Ο Νιούμαν και η Τζοάν Γούντγουορντ γνωρίστηκαν το 1952, στο γραφείο ενός ατζέντη. Έπαιξαν μαζί στο έργο Πικνίκ στο Μπρόντγουεϊ ένα χρόνο αργότερα. Από το 1958 έγιναν ένα παντρεμένο ζευγάρι-πρότυπο για πολλούς που αγνοούσαν τις πολυάριθμες... συζυγικές «καταιγίδες» που πέρασαν μέσα σε μισόν αιώνα κοινής ζωής: όχι μόνο λόγω του αλκοολισμού του Νιούμαν - ο οποίος υποχώρησε κάπως όταν η Γούντγουορντ τον απείλησε με διαζύγιο και εκείνος επικεντρώθηκε στη μπύρα, εγκαταλείποντας τα πιο δυνατά ποτά.

Αλλά και επειδή εκείνη φρόντιζε τα τρία παιδιά του από τον πρώτο του γάμο σαν να ήταν η μητέρα τους, αλλά και επειδή ο Νιούμαν την απάτησε σε διάφορες περιπτώσεις. Στο τέλος, αφού ξεπέρασαν τα εμπόδια, έγιναν ένα αξιοθαύμαστο ζευγάρι, παντρεμένοι μέχρι τον θάνατό του το 2008.

Η 94χρονη Γούντγουορντ εξακολουθεί να ζει στο σπίτι τους στο Γουέστπορτ του Κονέκτικατ, ασφαλής από τα αδιάκριτα βλέμματα από τότε που διαγνώστηκε με Αλτσχάιμερ το 2007 και τη φροντίζουν οι κόρες της.

Ο δε Νιούμαν αποτελεί ένα αναμφισβήτητο και αναπόσπαστο κομμάτι της αμερικανικής ιστορίας (και δεν εννοούμε μόνο και αποκλειστικά της κινηματογραφικής).

Ως δημοκράτης και κοινωνικός αγωνιστής της... παλιάς σχολής, που αγωνίστηκε για έναν καλύτερο κόσμο σε όλη του τη ζωή και προς... τιμήν του, ο τέως πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον τον συμπεριέλαβε στη λίστα με τους μεγαλύτερους εχθρούς του!

Ως επιτυχημένος οδηγός αγώνωνκαι ιδιοκτήτης αγωνιστικής ομάδας αυτοκινήτων, ένα πάθος που εγκατέλειψε ακόμη αργότερα από την υποκριτική και το οποίο συνδύασε στα τελευταία του έργα, δανείζοντας τη φωνή του στον θρυλικό Doc Hudson στην ταινία κινουμένων σχεδίωνCars. Ως επιχειρηματίας, ως σκηνοθέτης και ως ηθοποιός.

Ο αμερικανικός κινηματογράφος δεν θα ήταν τόσο πλήρης χωρίς τον Νιούμαν.

Διαβάστε περισσότερα στο iefimerida.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα
Πολ Νιούμαν 100, Νίξον,pol niouman 100, nixon