Ο μηδενισμός και η δημοκρατία

Γράφει ο Κώστας Μποτόπουλος

Κύριο χαρακτηριστικό της δημοκρατίας, το οποίο μπορεί να ιδωθεί συγχρόνως ως ένδειξη αδυναμίας και ως θεμέλιο υπεροχής, είναι η εγγενής ατέλειά της. Καθρέφτης και εκφραστής της ανθρώπινης ελευθερίας, εκφεύγει, όπως εκείνη, από την «καθαρή» λογική και από τις απλές αξιολογήσεις: στη δημοκρατία «κοινό καλό» δεν είναι αυτό που ενσαρκώνουν κάποιοι άριστοι αλλά εκείνο στο οποίο καταλήγει το διάχυτο συναίσθημα κατακερματισμένων και αλληλοσυγκρουόμενων ομάδων, οι οποίες αποτελούνται από θεωρητικώς έλλογα αλλά συναισθηματικώς δρώντα άτομα.

Η δημοκρατία

είναι μια συνισταμένη προς ένα μετακινούμενο κέντρο, όχι μια ανηφόρα προς ένα σταθερό ιδανικό. Και καλύτερα ίσως: η Ιστορία έχει αποδείξει πως τα ιδανικά, ακόμη και όταν εκπέσουν στην πράξη, εκθεμελιώνονται πολύ δυσκολότερα από τους εκπροσώπους της ανθρώπινης ατέλειας. Η δημοκρατία, το είχε πει ο Αριστοτέλης αρκετά πριν από τον Τσόρτσιλ και όχι πολύ διαφορετικά από τον Αϊνστάιν, είναι συνώνυμη με τη σχετικότητα.

Το ανησυχητικό είναι ότι, με ιδιαίτερη ένταση στον νέο αιώνα, συντελείται μια παγκόσμια μετάβαση από τη σχετικότητα στη σχετικοποίηση: όλο και περισσότεροι πολίτες, ακόμη και σε δημοκρατικά ανεπτυγμένες χώρες, ψηφίζουν ή εκφράζονται όχι με βάση τα συμφέροντά τους ή την προσωπική τους οπτική για το τι συνιστά «καλό» και «κακό» – αυτό είδαμε ότι είναι φυσιολογικό – αλλά μη γνωρίζοντας ή μη θέλοντας να μάθουν ποιο είναι, ή ακόμη και αν υπάρχει, το «γενικό καλό», αδιαφορώντας για την ίδια την πραγματικότητα, θέλοντας περισσότερο να περάσουν ένα «μήνυμα», το περιεχόμενο του οποίου επίσης δεν αντιλαμβάνονται και δεν επιθυμούν να αντιληφθούν.

Βασικοί λόγοι για αυτή την αλλαγή στάσης είναι, ίσως, η μετατόπιση του πεδίου της πολιτικής από το σχετικά απτό εθνικό επίπεδο στο σχεδόν εικονικό (virtual) υπερεθνικό, καθώς και η εδραίωση της πρωτοκαθεδρίας της οικονομίας επί της πολιτικής και η συγκρότηση της πολιτικής ως διαρκούς οικονομικής κρίσης – την ίδια στιγμή που η σχέση της πολιτικής τάξης με την υλική ευημερία γίνεται όλο και πιο εξόφθαλμα καταχρηστική. Με δύο λόγια: σε μια σκοτεινή ή κλειστών οριζόντων δημοκρατία αναλογεί μια άν-αρχη, μη λογοκρατούμενη, ενστικτωδώς αντίθετη στα πάντα αντίδραση των πολιτών.

Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά γύρω μας: στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις που διεξήχθησαν αυτό το Σαββατοκύριακο απουσίαζαν πλήρως και η ελπίδα και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Στη μεν Βουλγαρία η μάχη δίνεται, και το αδιέξοδο προοιωνίζεται, μεταξύ του κόμματος του ανθρώπου που παραιτήθηκε για να φιμώσει τη λαϊκή οργή και είναι ξανά υποψήφιος για να κάνει τα ίδια (έχοντας εν τω μεταξύ αποδειχθεί ότι παρακολουθούσε και παγίδευε αντιπάλους και συνεργάτες) και των πρώην κομμουνιστών που μετονομάστηκαν σε σοσιαλιστές (ο δε ισχυρός τους άνδρας είναι και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος) και έχουν μια ελάχιστα διαφορετική από των αντιπάλων τους – αλλά και από κάθε άλλου κόμματος, σε κάθε άλλη χώρα – ατζέντα.

Στο δε Πακιστάν, αντιπαλεύουν και εναλλάσσονται στην εξουσία δυναστείες και φατρίες, μερικές από τις οποίες κηρύσσουν ανοιχτά πολέμους και, πάντως, αφήνουν αρκετές δεκάδες νεκρούς κατά την προεκλογική εκστρατεία.

Και μη βιαστείτε να πείτε ότι αυτές είναι οριακές περιπτώσεις: οι ΗΠΑ, ακόμα και επί Ομπάμα, είναι όμηροι του χρήματος και των ειδικών συμφερόντων του κάθε μέλους του Κογκρέσου, η Γαλλία γνωρίζει μια άνευ προηγουμένου κρίση νομιμοποίησης έναν χρόνο μετά τις εκλογές της, η Ιταλία συνεχίζει να μην μπορεί να έχει εκλεγμένο πρωθυπουργό και αποδεκτό από τον λαό κυβερνητικό σχέδιο, ενώ το μεγάλο πολιτικό σχέδιο των καιρών, η Ευρωπαϊκή Ενωση, χάνει κάθε ημέρα λίγο από το νόημά της.

Τα παραδείγματα είναι πολλά και η μετάλλαξη αφορά και τη χώρα μας. Αφορά περισσότερο, χωρίς σχεδόν να το έχουμε αντιληφθεί, μια δημοκρατία που τείνει να ταυτισθεί με τον μηδενισμό, δηλαδή με την άρνηση της ουσίας της.

To διαβάσαμε στα Νέα

Keywords
Τυχαία Θέματα