Πρεμιέρα αύριο για τη «Μαντάμα Μπατερφλάι» – Σήμερα η γενική πρόβα ανοικτή στο κοινό

«Ξέρετε, στην ιαπωνική γλώσσα δεν υπάρχει η λέξη “όχι”. Αν πρέπει να αρνηθείς, πρέπει να βρεις έναν πλάγιο τρόπο για να το κάνεις». Αυτό το άγνωστο, για τους πολλούς, στοιχείο είναι αρκετά ισχυρό για να ερμηνεύει αποφάσεις και πράξεις... Και η Ιταλίδα καλλιτέχνις Μαρία Λουίτζα Μπόρσι, που θα ενσαρκώσει την Μπατερφλάι του Πουτσίνι στις δύο από τις τέσσερις παραστάσεις (27 και 30 Ιουλίου) της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο, μελέτησε πολύ καλά τον χαρακτήρα της έφηβης ηρωίδας. Τόσο, όσο να μπορεί να ερμηνεύσει

τις αποφάσεις της.

Ταξίδεψε στην Ιαπωνία για να παρατηρήσει την ψυχολογία και τις κινήσεις των ανθρώπων. Αυτή ήταν η πρώτη ανάγνωση του ρόλου, που αγάπησε από πολύ μικρή. Μόλις επτά χρόνων ήταν και γνώριζε ήδη ολόκληρη τη δεύτερη πράξη της Μαντάμας Μπατερφλάι. Για μια Ευρωπαία σοπράνο, η ψυχοσύνθεση μιας Γιαπωνέζας ηρωίδας, της 15χρονης γκέισας, που ερωτεύεται έναν Αμερικανό, κυοφορεί το παιδί του και εντέλει βάζει τέρμα στη ζωή της, ήταν σχεδόν ακατανόητη.

Η «γιαπωνέζικη τραγωδία» της Μπατερφλάι εξιστορεί τον μοιραίο έρωτα της δεκαπεντάχρονης γκέισας Τσο-Τσο-Σαν για τον Μπέντζαμιν Φράνκλιν Πίνκερτον, υποπλοίαρχο του Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

«Αυτό που είναι ιδιαίτερο, είναι ότι όλη η δραματουργία του έργου συμβαίνει στην ουσία στο κεφάλι της Μπατερφλάι, σαν ένα εσωτερικό δράμα» επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Μαρία Λουίτζα Μπόρσι και προσθέτει: «Αυτό που επίσης κάνει ιδιαίτερη την όπερα αυτή είναι το πώς δείχνει την ωρίμανση αυτής της κοπέλας. Το πώς από κοριτσάκι γίνεται γυναίκα και μητέρα».

Μιλώντας κανείς μαζί της, καταλαβαίνει ότι αυτόν το ρόλο τον έχει μελετήσει πολύ, δίνοντας βάση σε λεπτομέρειες: πώς θα πρέπει να είναι το ηχόχρωμα της φωνής ενός 15χρονου κοριτσιού, ποια είναι η ιδιοσυγκρασία και η κουλτούρα των Ιαπώνων, τι ήθελε ο ίδιος ο Πουτσίνι γράφοντας το έργο. Μία έρευνα που περιλαμβάνει εκτός από τη λεπτομερή ανάγνωση του μουσικού μέρους του συνθέτη, την παρακολούθηση ιαπωνικών ταινιών, παραδοσιακού ιαπωνικού θεάτρου (Καμπούκι), αλλά και ταξίδι στην ίδια τη χώρα.

«Στην Ιαπωνία είχα την ευκαιρία να παρατηρήσω –γιατί μου αρέσει πολύ να παρατηρώ- τις κινήσεις, αλλά και την ψυχολογία αυτών των ανθρώπων» λέει η σοπράνο, η οποία ασφαλώς διαπίστωσε πολλές διαφορές με τη δυτική κουλτούρα. «Ξέρετε, στην ιαπωνική γλώσσα δεν υπάρχει η λέξη “όχι”. Αν πρέπει να αρνηθείς, πρέπει να βρεις έναν πλάγιο τρόπο για να το κάνεις» επισημαίνει.

Η μελέτη του ρόλου, ωστόσο, για τη Μπόρσι είχε ξεκινήσει πολύ πριν μπει επαγγελματικά στον θαυμαστό χώρο του μελοδράματος. «Η Μπατερφλάι ήταν η πρώτη όπερα που αγάπησα όταν ήμουν μικρή. Όταν ήμουν επτά χρονών είχα μάθει όλη τη δεύτερη πράξη. Νομίζω, το “un bel di vedremo” (σ.σ. η δημοφιλέστερη άρια της όπερας), είναι η άρια που έχω τραγουδήσει περισσότερο, όχι τόσο γιατί την έχω τραγουδήσει πολλές φορές στη σκηνή, όσο γιατί την τραγουδούσα από μικρή» λέει χαμογελώντας και προσθέτει: «Η άρια αυτή μιλάει για την ελπίδα. Για την πίστη σε κάτι που προαισθάνεσαι ότι θα συμβεί».

Το αγαπημένο της σημείο στην Μπατερφλάι είναι εκείνο που η νεαρή γκέισα παρακαλεί τον Πίνκερτον να την αγαπήσει («vogliatemi bene»), «ίσως γιατί περιγράφει λίγο και μένα», αλλά και όλα τα μουσικά μοτίβα, «μέσα από τα οποία φαίνονται η ελπίδα, το φως και η δύναμη αυτής της κοπέλας».

Ο χαρακτήρας της Μπατερφλάι, έτσι όπως τον έπλασε ο Πουτσίνι, παίρνει σάρκα και οστά με τη σκηνοθεσία του Ούγκο ντε Άνα, ο οποίος σκηνοθέτησε πέρσι την «Τόσκα». «Νομίζω ότι έψαξε να κάνει πιο ανθρώπινο τον χαρακτήρα της Μπατερφλάι και να σπάσει τις όποιες προκαταλήψεις υπάρχουν για τον ρόλο αυτόν» λέει η Μπόρσι. «Μου αρέσει που έχει ξαναδώσει στη Μπατερφλάι τη νιότη, την εφηβεία, τον αυθορμητισμό και τη φρεσκάδα» επισημαίνει.

Η μουσική διεύθυνση είναι του Μύρωνα Μιχαηλίδη και οι προσδοκίες μεγάλες, καθώς το αθηναϊκό (και όχι μόνον) κοινό, θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει γνωστούς, αγαπημένους σολίστ -όπως οι Τσ. Κοστέα, Δ. Πλατανιάς, Δ. Σούρμπης, Τ. Αποστόλου- αλλά και εξέχοντες καλλιτέχνες από το εξωτερικό στους βασικούς ρόλους του έργου.

Και όλη αυτή η ιαπωνική αύρα, κάτω από την Ακρόπολη. «Η ιστορία της ανθρωπότητας που αναδύεται από το Ηρώδειο σε προσελκύει. Η αίσθηση πάνω στη σκηνή είναι πραγματικά ιδιαίτερη» λέει με ενθουσιασμό.

Έναν ενθουσιασμό που μεταδίδει μιλώντας για την όλη παραγωγή, κάνοντας την προσμονή της πρεμιέρας ακόμα μεγαλύτερη.

Υπενθυμίζεται ότι η αποψινή, γενική πρόβα της «Μαντάμα Μπατερφλάι» είναι ανοικτή για τους άνεργους, μετά τη μεγάλη απήχηση που είχε αντίστοιχη πρωτοβουλία της ΕΛΣ στη γενική δοκιμή του «Ιπτάμενου Ολλανδού».

Την ιστορία της «Μαντάμα Μπατερφλάι» θα έχει την ευκαιρία το κοινό να απολαύσει στο Ηρώδειο από αύριο, Σάββατο 27/7 και για τέσσερις συνολικά παραστάσεις (27, 28, 30 και 31/7).

Περισσότερες πληροφορίες για τις διανομές των ρόλων και τη διαθεσιμότητα των εισιτηρίων, στην ιστοσελίδα της ΕΛΣ, www.nationalopera.gr .

Keywords
Τυχαία Θέματα