Γυναίκες… ξυπνητήρια – Πώς σήκωναν τους επιχειρηματίες από το κρεβάτι για να μην αργήσουν στη δουλειά

00:11 11/2/2025 - Πηγή: Emea.gr

Στην εποχή μας όλα είναι εύκολα. Πιο εύκολα -ίσως- και απ’ ότι θα έπρεπε. Τα εργαλεία που μάς δίνει η τεχνολογία διευκολύνουν τη ζωή μας στο έπακρο. Τα παλαιότερα χρόνια όμως, που δεν υπήρχαν καν… ξυπνητήρια, τι έκαναν οι εργαζόμενοι για να πάνε στη δουλειά τους;

Στην Αγγλία του προηγούμενου αιώνα -πραγματικά, όχι και τόσο παλιά- ρολόγια υπήρχαν, αλλά αυτό που δεν υπήρχε ήταν ξυπνητήρια. Σε πολλές περιοχές -ακόμη και μέχρι τη δεκαετία του 1970- οι εργάτες σηκώνονταν από το κρεβάτι από τους ήχους ενός χτυπήματος στο παράθυρο του δωματίου τους. Ποιος όμως χτυπούσε τα τζάμια και με ποια δικαιοδοσία το έκανε;

Από τα ξημερώματα, πριν ακόμη ο ήλιος φανερωθεί για τα καλά, στους δρόμους κυκλοφορούσαν κάποιες σκοτεινές φιγούρες. Δεν ήταν πολλές, αλλά όλες κρατούσαν από ένα μακρύ ραβδί.  

Ο… χτυπητής  -ποιητική αδεία, αλλά πρέπει να μεταφραστεί το Knocker upper- (ή με δική μας ελεύθερη μετάφραση «άνθρωποι-ξυπνητήρια») ήταν ένα συνηθισμένο θέαμα στη Βρετανία, ιδίως στο Λονδίνο και στις βόρειες πόλεις όπου οι άνθρωποι δούλευαν κυρίως  ως λιμενεργάτες και είχαν ασταθή και ασυνήθιστα ωράρια, που καθορίζονταν από τις απρόβλεπτες παλίρροιες.

Ο 60χρονος Πωλ Στάφορντ που μεγάλωσε πάνω από ένα κατάστημα Oldham θυμάται σήμερα ότι οι άνθρωποι αυτοί, κυρίως γυναίκες, «συνήθιζαν να κατεβαίνουν στο δρόμο με τα μεγάλα, μακριά κοντάρια τους και χτυπούσαν τα παράθυρα», όπως διαβάζουμε στο BBC. «Εγώ κοιμόμουν με τον αδελφό μου στο πίσω δωμάτιο και οι γονείς μου κοιμόντουσαν μπροστά. Εκεί το πρωί ακούγονταν χτυπήματα, τρία τέσσερα ήταν και μετά σταματούσαν. Μετά ακούγαμε τον πατέρα μας να σηκώνεται από το κρεβάτι και να ετοιμάζεται για τη δουλειά».

Τα εργαλεία με τα οποία οι γυναίκες αυτές χτυπούσαν πόρτες και παράθυρα ήταν συνήθως ένα μακρύ ραβδί που έμοιαζε με καλάμι ψαρέματος, μαλακά σφυριά ακόμη και κουδουνίστρες. 

Η Μαίρη Σμιθ ήταν γνωστή γυναίκα-ξυπνητήρι εκείνα τα χρόνια. Εκανε αυτή τη δουλειά χρεώνοντας τους πελάτες της έξι πένες την εβδομάδα για να τους ξυπνάει.

Ποιος όμως ξυπνούσε εκείνες για να ξυπνήσουν κι αυτές με τη σειρά τους τους άλλους; 

«Οι knocker uppers δεν κοιμόντουσαν τις νύχτες, ήταν ”νυχτοπούλια” έμεναν όρθιοι για να μην τους πάρει ο ύπνος και κοιμόντουσαν κατά τη διάρκεια της ημέρας», λέει ο συγγραφέας Richard Jones.

Αυτό το χτύπημα λοιπόν ήταν ένα κανονικότατο επάγγελμα μόνο που εκτός από όφελος προκαλούσε και προβλήματα σε εκείνους που δεν ήθελαν να ξυπνήσουν εκείνη την ώρα, αλλά ξυπνούσαν από τον θόρυβο.

Οπως μαρτυρούν οι άνθρωποι που έζησαν αυτό το επάγγελμα εκείνη την εποχή, όταν κάποιος δεν ήταν συνεπής στις πληρωμές του, οι γυναίκες αυτές χτυπούσαν πιο δυνατά και περισσότερες φορές, κάτι σαν… τιμωρία.

Αυτό όμως έπρεπε να λυθεί και η λύση στην οποία κατέληξαν ήταν η τροποποίηση του ραβδιού, με το οποίο χτυπούσαν τα παράθυρα των υπνοδωματίων των πελατών τους, αρκετά δυνατά για να ξυπνήσουν αυτούς που προορίζονταν, αλλά αρκετά απαλά για να μην ενοχλήσουν τους υπόλοιπους.

«Γυναίκες-ξυπνητήρια» και λογοτεχνία

Ο Κάρολος Ντίκενς αναφέρεται στο χτύπημα αυτό στο βιβλίο του «Μεγάλες προσδοκίες» και εμφανίζεται επίσης στην ιστορία των δολοφονιών του Τζακ του Αντεροβγάλτη στο ανατολικό Λονδίνο.

Αλλά και το τραγούδι The Knocker-Upper Man τού Mike Canavan που ερμηνεύει ο Joe Stead μιλάει για αυτά τα «επαγγελματικά… χτυπήματα»

Οι knocker uppers δεν εργάζονταν μόνο στις βιομηχανικές πόλεις. Η Καρολάιν Τζέιν Κάζενς, γεννημένη στο Dorset το 1841 έγινε η τελευταία knocker upper της συνοικίας Poole, ξυπνώντας τους εργάτες της ζυθοποιίας κάθε πρωί, μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε το 1918.

Η Κάζενς ποζάρει στον φακό λίγο αφότου ξύπνησε τους πελάτες της με τα χτυπήματα / Poole Museum

Μια άλλη γνωστή γκρουμ ήταν η κυρία Μπάουερς από το Greenfield Terrace στο Sacriston της κομητείας Durham. Εκείνη έμεινε στη συνείδηση του κόσμου ως ένα ωραίο πρωινό θέαμα, αφού κυκλοφορούσε στους δρόμους με ένα ραβδί στο ένα χέρι και το λουρί με το σκυλάκι της τον Τζακ στο άλλο, το οποίο ξυπνούσε μαζί με τη «μαμά» του μία ώρα μετά τα μεσάνυχτα για να ξυπνήσουν μαζί τους ανθρακωρύχους της πρωινής βάρδιας.

Κατά μάνα κατά κύρη

Η δουλειά αυτή γινόταν συνήθως οικογενειακή. Η Μαίρη Σμιθ, η οποία εργαζόταν στο ανατολικό Λονδίνο «έβαλε» στη δουλειά και την κόρη της. Η Μαίρη, η νεότερη, -είχε το ίδιο όνομα με τη μητέρα της- πιστεύεται ότι ήταν μία από τις τελευταίες knocker uppers του Λονδίνου. Οταν ο ηλεκτρισμός και τα ξυπνητήρια μπήκαν στη ζωή όλων, το knocking up, το ξύπνημα με τα χτυπήματα, άρχισε να εκλείπει το 1950, ωστόσο, συνεχίστηκε σε ορισμένες περιοχές της βιομηχανικής Αγγλίας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970. 

Keywords
Τυχαία Θέματα