Ο Τραμπ, η Ευρώπη και ο μεγάλος φόβος

Ζούμε το τέλος μιας εποχής και τα παλιά δεδομένα παύουν να ισχύουν. Η επάνοδος Τραμπ στον Λευκό Οίκο σίγουρα δεν αποτελεί μια απλή εναλλαγή στη δημοκρατική διακυβέρνηση της σημαντικότερης χώρας στον κόσμο. Μοιάζει περισσότερο με αλλαγή καθεστώτος ή με μια επανάσταση που ξεκινάει με λαϊκή εντολή αλλά οριακή πλειοψηφία. Και θα έχει σίγουρα ευρύτατες επιπτώσεις στον υπόλοιπο κόσμο, υπερδύναμη γαρ… Αν δεν τινάξει κυριολεκτικά τον κόσμο στον αέρα.

Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έρχεται αυτήν τη φορά αποφασισμένος να πάρει εκδίκηση από τους πολιτικούς του αντιπάλους. Ερχεται

με σχέδιο να καταλύσει το «βαθύ κράτος» στη χώρα του, που μπορεί να σημαίνει κατάλυση της δημοκρατίας όπως τη γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Θέλει να κάνει την Αμερική μεγάλη και πάλι – σε βάρος των άλλων όταν χρειάζεται. Δεν έχει ενδοιασμούς άλλωστε γιατί πιστεύει ότι ο ισχυρότερος δικαιούται να πάρει το (μεγαλύτερο) μερίδιο που του αναλογεί. Κοινοί κανόνες και αξίες είναι για τους αδύναμους και τους φλούφληδες, όπως για παράδειγμα οι Ευρωπαίοι για τους οποίους δεν τρέφει ιδιαίτερη εκτίμηση πλην των ακροδεξιών εθνικιστών που θεωρεί ως φυσικούς συμμάχους. Το είπε άλλωστε σαφώς και ο αντιπρόεδρος Βανς στην ομιλία που έκανε στο Μόναχο και άφησε κυριολεκτικά εμβρόντητους τους ευρωπαίους ακροατές του. Δεν περίμεναν τέτοια ωμή προσβολή στο σπίτι τους, πόσo μάλιστα στο Μόναχο με ό,τι αυτή η πόλη συμβολίζει ιστορικά για την άνοδο των Ναζί στην εξουσία και την αποτυχημένη προσπάθεια κατευνασμού του θηρίου από τη δημοκρατική τότε Ευρώπη.

Δεν περίμεναν επίσης να ακούσουν από τα πιο επίσημα χείλη ότι η Ευρώπη κινδυνεύει κυρίως από τις αντιδημοκρατικές πρακτικές πολλών κυβερνήσεων που προσπαθούν, είπε ο αντιπρόεδρος, να φιμώσουν τα κοινωνικά δίκτυα και τα εθνικιστικά κόμματα. Εκείνος βεβαίως διακηρύσσει την απόλυτη ελευθερία όπως και όλοι όσοι ελέγχουν τις μεγάλες αμερικανικές ψηφιακές πλατφόρμες, ακόμη και αν αυτή η ελευθερία συνεπάγεται τη διακίνηση ψευδών ειδήσεων ή την υποκίνηση βίας.

Να συμφωνήσουμε ότι δεν είναι διόλου απλό πού τραβάς τη γραμμή ανάμεσα στην ελευθερία του λόγου από τη μια πλευρά, την προστασία της δημοκρατίας, της κοινωνικής ειρήνης και των πολιτών από την άλλη, όταν ιδιοκτήτες δικτύων, οργανωμένες ομάδες και συμφέροντα ή ξένες χώρες επιχειρούν να χειραγωγήσουν τη διακίνηση ιδεών στον διαδικτυακό χώρο. Να συμφωνήσουμε επίσης με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ ότι η σχετικά πρόσφατη ακύρωση των προεδρικών εκλογών στη Ρουμανία από το συνταγματικό δικαστήριο με βάση πληροφορίες (μη δημοσιοποιήσιμες) των μυστικών υπηρεσιών της χώρας για οργανωμένη χειραγώγηση μέσω του ΤικΤοκ δεν ήταν ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στη δημοκρατία στη Ρουμανία, για να μην πούμε τίποτα χειρότερο.

Θα έπρεπε επίσης να ανησυχούμε σοβαρά για τις προσπάθειες που γίνονται τα τελευταία χρόνια σε διάφορες χώρες να περιοριστεί η ελευθερία του λόγου στο όνομα του λεγόμενου εθνικού συμφέροντος, της εξωτερικής απειλής ή και του πολιτικά ορθού. Και να το βροντοφωνάζουμε, όσοι τουλάχιστον πιστεύουμε στους βασικούς κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και όχι μόνον όταν μας βολεύει. Τα παραδείγματα πληθαίνουν σε συνθήκες αυξανόμενης πόλωσης. Συνέβαλαν σημαντικά η woke κουλτούρα κυρίως αμερικανικής εισαγωγής, οι πόλεμοι στην Ουκρανία και τη Γάζα, καθώς και το μόνιμο πλέον πρόβλημα που λέγεται Μεταναστευτικό και δεν ξορκίζεται με το να αποκαλούμε λαϊκιστές και ξενόφοβους (είναι συνήθως και τα δύο) όσους εκμεταλλεύονται πολιτικά την κοινωνική δυσαρέσκεια.

Να αναγνωρίσουμε λοιπόν τις αδυναμίες ή ελλείψεις των δημοκρατιών μας σε δύσκολες εποχές. Να αναζητήσουμε τρόπους για να λύσουμε προβλήματα που προκαλούν απογοήτευση ή και αγανάκτηση σε σημαντικά τμήματα των κοινωνιών μας. Να δημιουργήσουμε χώρους ώστε να μπορούν οι πολίτες να συμμετέχουν ενεργά στα κοινά και όχι απλώς να καλούνται να ψηφίσουν μια στο τόσο κάποιους επαγγελματίες πολιτικούς σε εποχές που τα πολιτικά κόμματα εξαερώνονται όπως και οι μαζικές οργανώσεις. Οι παραδοσιακοί δίαυλοι επικοινωνίας έχουν σπάσει. Καιρός να σκεφτούμε έξω από το κουτί.

Με άλλα λόγια, να θωρακίσουμε τις δημοκρατίες μας και να τις προστατέψουμε από δημαγωγούς και συνωμοτικές θεωρίες. Και σίγουρα να μην αφήσουμε Μασκ, Ζάκερμπεργκ και άλλους να διαχειρίζονται τον δημόσιο διάλογο εργολαβικά. Γιατί πολλοί από μας, μάλλον περισσότεροι στην Ευρώπη και λιγότεροι στην Αμερική, συνεχίζουμε να πιστεύουμε σε έννοιες όπως κοινωνία και δημόσιο συμφέρον, θεσμοί και κανόνες, όχι μόνον σε έναν αέναο ανταγωνισμό ατόμων στον οποίο οι νικητές τα παίρνουν όλα. Εδώ έγκειται η μεγάλη διαφορά μεταξύ των περισσότερων Ευρωπαίων και αυτών που κυβερνούν σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η νέα ηγεσία στην Ουάσιγκτον υποστηρίζει ανοιχτά τα ακροδεξιά εθνικιστικά κόμματα στην Ευρώπη. Μια ενδεχόμενη επικράτηση των εθνικιστών θα σήμαινε το τέλος της Ευρώπης ως οικονομικής και πολιτικής οντότητας. Και τότε θα έρχονταν οι απέξω για να μοιράσουν σφαίρες επιρροής και υποτέλειας. Ευτυχώς, υπάρχουν ακόμη αρκετοί Ευρωπαίοι που δεν αγνοούν αυτήν τη σκληρή αλήθεια. Αλλωστε, σε κρίσιμες στιγμές της πρόσφατης ιστορίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν ήταν τόσο η αγάπη μεταξύ μας που μας κράτησε ενωμένους όσο ο φόβος να βρεθούμε ο καθένας μόνος του. Μπορεί αυτός ο φόβος να λειτουργήσει και πάλι ως το κύριο ενοποιητικό στοιχείο σε μια εποχή τεκτονικών αλλαγών όταν τα μεγάλα ευρωπαϊκά κεκτημένα, όπως η ειρήνη, η φιλελεύθερη δημοκρατία, ένα υψηλό και ποιοτικό επίπεδο ζωής που σέβεται το περιβάλλον μαζί με ένα κράτος που προστατεύει, ρυθμίζει και αναδιανέμει, παύουν να είναι δεδομένα.

Αν καταφέρει ο πρόεδρος Τραμπ στη δεύτερη θητεία του να τρομάξει αρκετά τους Ευρωπαίους ώστε να επιταχύνουν την πολιτική ενηλικίωση της Ευρώπης, θα έχει προσφέρει τεράστια υπηρεσία, έστω και χωρίς να το θέλει. Αλλά θα πρέπει να τους τρομάξει πολύ.

Ο Λουκάς Ταούκαλης είναι πρόεδρος του ΔΣ του ΕΛΙΑΜΕΠ, καθηγητής στη Sciences Po στο Παρίσι και ομότιμος καθηγητής στο ΕΚΠΑ

Keywords
Τυχαία Θέματα