Πρόσωπα και ρόλος

Ο Κωνσταντίνος Τασούλας, που εξελέγη  Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αξίζει, λόγω της θέσης που πλέον κατέχει, τον σεβασμό και τις ευχές μας. Είναι το ένατο πρόσωπο που αναδεικνύεται στο ύπατο αξίωμα κατά τη Μεταπολίτευση, μετά τον Μιχ. Στασινόπουλο (1974), τον Κων. Τσάτσο (1975-1980), τον Κων. Καραμανλή (1980-1985 και 1990-1995), τον Χρ. Σαρτζετάκη (1985-1990), τον Κων. Στεφανόπουλο (1995-2005), τον Κάρ. Παπούλια (2005-2015),

τον Πρ. Παυλόπουλο (2015-2020) και την Κατ. Σακελλαροπούλου (2020-2025). Mε 160 ψήφους, ο κ. Τασούλας εξελέγη με τη δεύτερη μικρότερη πλειοψηφία –μόνο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1990, είχε λάβει 153 ψήφους, μετά, όμως, από (τριπλές) εθνικές εκλογές και μέσα σε κλίμα οξύτατης πόλωσης. Είναι επίσης, μαζί με τον Κων. Τσάτσο, ο μόνος εν ενεργεία πολιτικός που «μεταπήδησε» κατευθείαν στην Προεδρία: όλοι οι άλλοι είτε ανασύρθηκαν από την πολιτική «αποστρατεία» (ακόμα και ο Κων. Καραμανλής είχε παραιτηθεί από την πρωθυπουργία λίγους μήνες πριν εκλεγεί για πρώτη φορά Πρόεδρος), είτε δεν ήταν επαγγελματίες πολιτικοί.   Δυο κρίσιμες, κατά τη γνώμη μου, θεσμικές παρατηρήσεις, σχετικά με τον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας, μπορούν να αποτελέσουν οδηγό και για τη θητεία που αρχίζει:

Ο Πρόεδρος είναι «ρυθμιστής του πολιτεύματος» (άρθρο 30 του Συντάγματος): ενσαρκώνει την κρατική και εθνική ενότητα, υπερασπίζεται, με τα μέσα που διαθέτει, το πολίτευμα και τη νομιμότητα, επαγρυπνεί και συμβολίζει. Δεν αποτελεί «αντίβαρο» κανενός θεσμικού οργάνου, αντίθετα εγγυάται την ορθή λειτουργία όλων των οργάνων. Δεν μετέχει, ιδίως μετά το (θετικό) ξεκαθάρισμα που έφερε η αναθεώρηση του 1986, της ενεργού πολιτικής, δεν διαμορφώνει τις εξελίξεις, δεν λαμβάνει και δεν κρίνει τις πολιτικές αποφάσεις, που ανήκουν στην αρμοδιότητα της κυβέρνησης και της Βουλής. Χωρίς, φυσικά, να αγνοεί ή να αδιαφορεί για τη συγκυρία, δεν μπορεί να γίνει ούτε σχολιαστής ούτε διαχειριστής. Ετσι, για να σταθούμε στα δύο μεγάλα πρόσφατα γεγονότα, ο Πρόεδρος δεν αρμόζει να αναμειγνύεται  στην εκτύλιξη των υποθέσεων των υποκλοπών και των Τεμπών, έχει όμως όχι απλώς αρμοδιότητα αλλά καθήκον να υπενθυμίζει και να διεκδικεί την πλήρη τήρηση των κανόνων δικαίου από τα αρμόδια όργανα.

Ο Πρόεδρος είναι υπερκομματικός εκ του ρόλου του και όχι λόγω των ψήφων που έλαβε κατά την εκλογή του. Η υπερκομματικότητα αναδεικνύεται με τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων, όμως διευκολύνεται – και για το πρόσωπο που είναι επιφορτισμένο με τα καθήκοντα και στα μάτια του κοινωνικού σώματος – όταν η στήριξη προέρχεται από περισσότερα του ενός κόμματα και ιδίως από κόμματα της μείζονος αντιπολίτευσης. Γι’ αυτό ήταν όχι απλώς χρήσιμο, αλλά εντελώς μέσα στο πνεύμα του πολιτεύματος, το συνταγματικό έθιμο που είχε επικρατήσει από το 1995, με το κυβερνών κόμμα να προτείνει, και η Βουλή να εκλέγει, πρόσωπο μη προερχόμενο από την κυβερνητική παράταξη. Το ότι η κάμψη αυτής της καλής πρακτικής συνέπεσε με την αλλαγή της απαιτούμενης για την εκλογή Προέδρου πλειοψηφίας – με την αναθεώρηση του 2019, αρκεί πλέον σχετική πλειοψηφία, ώστε να μη διαλύεται σε καμία περίπτωση η Βουλή – δημιουργεί ακόμα μεγαλύτερες υποχρεώσεις στον νέο Πρόεδρο. Θεσμικά, πάντως, αντίθετα από ό,τι ισχύει για τον πρωθυπουργό, για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο ρόλος έχει μεγαλύτερη σημασία από το πρόσωπο.

Ο Κώστας Μποτόπουλος είναι συνταγματολόγος

Keywords
Τυχαία Θέματα