Τι μπαίνει στο μικροσκόπιο των εισαγγελέων στην έρευνα για τις υποκλοπές

Στην υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, που τον τελευταίο καιρό ρίχνει βαριά τη σκιά της στη δημόσια ζωή, υπάρχει ένα σημείο που όλοι συμφωνούν: στην ανάγκη για άμεση και ουσιαστική διερεύνησή της από τη Δικαιοσύνη, με όλες τις θεσμικές εγγυήσεις και τα εχέγγυα που παρέχουν οι νόμοι και το Σύνταγμα.

Δύο εισαγγελείς Πρωτοδικών, η κυρία Αγγελική Τριανταφύλλου και ο κ. Κώστας Σπυρόπουλος, διενεργούν, από κοινού πλέον, τη σχετική ποινική προκαταρκτική εξέταση μετά την ενοποίηση όλων των δικογραφιών που αφορούν

τις καταγγελίες – μηνύσεις για τηλεφωνικές παρακολουθήσεις που έχουν υποβληθεί από τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ-ΚΙΝΑΛ Νίκο Ανδρουλάκη, τους πρώην υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστο Σπίρτζη και Ολγα Γεροβασίλη, τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη.

Στα υπό διερεύνηση ζητήματα έχουν προστεθεί και τα στοιχεία που προκύπτουν από τα δημοσιεύματα με τις λίστες των παρακολουθήσεων από την εφημερίδα «Documento», λόγος για τον οποίο επρόκειτο να καταθέσει χθες αλλά τελικά θα εξεταστεί την Τρίτη ο Κώστας Βαξεβάνης, εισφέροντας στην εισαγγελία στοιχεία για το σύνολο των δημοσιευμάτων.

Στη δημοσιότητα με το σταγονόμετρο

Η δημοσιοποίηση για τις ενέργειες και τις δικονομικές κινήσεις των εισαγγελικών λειτουργών γίνεται με το σταγονόμετρο, με αποτέλεσμα στην κοινή γνώμη η Δικαιοσύνη να φαίνεται ότι δεν κινείται με ρυθμούς που αναλογούν σε μία τόσο σοβαρή υπόθεση, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με τη διερεύνηση τυχόν ποινικών αδικημάτων, αλλά πρωτίστως αφορά την προστασία θεμελιωδών συνταγματικών δικαιωμάτων, τη λειτουργία του κράτους δικαίου και την ίδια τη δημοκρατία.

Οι επιταγές της δικονομίας όσον αφορά τη μυστικότητα τέτοιων ερευνών είναι δεδομένο ότι πρέπει να τηρηθούν απαρέγκλιτα. Από την άλλη πλευρά όμως, το δεδομένο είναι ότι δεν πρόκειται για μία ιδιωτική υπόθεση.

Το έννομο αγαθό που διακυβεύεται έχει να κάνει με την προστασία του πολιτεύματος, γεγονός που καθιστά από μόνο του αναγκαία τη διαφάνεια της έρευνας ώστε να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι όλες οι ενέργειες της Δικαιοσύνης κατατείνουν στην αποκάλυψη όλων των πτυχών της υπόθεσης, στον εντοπισμό των υπαιτίων και στην απόδοση των όποιων ποινικών ευθυνών, όπου και αν αυτές ανήκουν.

Οπως έχει δείξει η ιστορία, ο δικαστικός χρόνος πράγματι δεν ταυτίζεται ούτε με τον πολιτικό χρόνο ούτε με τον δημοσιογραφικό, καθώς για την ολοκλήρωση ποινικών ερευνών απαιτούνται μία σειρά από ενέργειες οι οποίες πρέπει να γίνουν με τους αναγκαίους τύπους που ορίζει η νομοθεσία, ενώ στην πορεία πολλές φορές εμπλέκονται και υπηρεσίες που μέχρι να απαντήσουν σε εισαγγελικά αιτήματα παρέρχεται μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να επιμηκύνεται αντίστοιχα ο χρόνος ολοκλήρωσης της προκαταρκτικής εξέτασης.

Παρ’ όλα αυτά η ειδική φύση της συγκεκριμένης υπόθεσης και το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου εξελίσσεται (άτυπη προεκλογική περίοδος, πολωμένο κλίμα κ.λπ.) επιβάλλουν ρυθμούς διαφορετικούς από τους συνήθεις, χωρίς ωστόσο να γίνει καμία έκπτωση στην πιστή τήρηση της δικονομίας, στον σεβασμό των δικαιωμάτων των εμπλεκομένων προσώπων, αλλά και στην αποτελεσματικότητα της έρευνας.

Τα δημοσιεύματα στο μικροσκόπιο

Υπό αυτό το πρίσμα οι δύο εισαγγελικοί λειτουργοί που διενεργούν την ποινική προκαταρκτική εξέταση στοχεύουν στην ουσιαστική και άμεση διερεύνηση της δικογραφίας, στην οποία συμπεριλαμβάνονται πλέον τα αποκαλυπτικά δημοσιεύματα του «Βήματος» και των «Νέων», μέσα από τα οποία έχει ανοίξει η «βεντάλια» τοποθετώντας στο κάδρο νέα πρόσωπα τα οποία φέρονται να γνωρίζουν εκ των έσω και λόγω της κομβικής θέσεως που κατείχαν πολλά στοιχεία για την υπόθεση των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων.

Κεντρικός άξονας της εισαγγελικής έρευνας είναι η διερεύνηση μίας σειράς αξιόποινων πράξεων, όπως είναι η πλημμεληματική παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικών επικοινωνιών και η κακουργηματική παραβίαση προσωπικών δεδομένων, χωρίς κανείς να μπορεί να προδικάσει αν στην πορεία δεν προκύψει η ανάγκη να διερευνηθούν και άλλες εξίσου σοβαρές αξιόποινες πράξεις, όπως αυτή της κατασκοπείας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι έρευνες των δύο εισαγγελικών λειτουργών έχουν προχωρήσει, και για τον λόγο αυτόν, τουλάχιστον σε αυτό το δικονομικό στάδιο, δεν φαίνεται να προκρίνεται η αναγκαιότητα αναβάθμισης της ποινικής διερεύνησης της υπόθεσης.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες έχουν διενεργηθεί ή δρομολογηθεί μία σειρά προανακριτικών ενεργειών, όπως άρση τηλεφωνικού απορρήτου, παραγγελίες προς τις εταιρείες παρόχους για διατήρηση κρίσιμων αρχείων πέραν του ενός έτους που είναι υποχρεωμένες να διατηρούν, αλλά και καταθέσεις μαρτύρων, πέρα από τους παθόντες.

Αξιολογώντας όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγουν, καθορίζουν τα επόμενα βήματά τους με στόχο ούτε να «λιμνάσει» η δικογραφία, ούτε όμως και να διεκπεραιωθεί βιαστικά σε βάρος της ουσιαστικής διερεύνησης τόσο σοβαρών καταγγελιών.

Τι θα γίνει αν η έρευνα… σκοντάψει

Σε περίπτωση που η προκαταρκτική εξέταση σκοντάψει σε ενδείξεις περί της τέλεσης αξιόποινης πράξης με δράστες μη πολιτικά πρόσωπα, ακόμα και αν η ποινική δίωξη είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και στρέφεται κατά παντός υπευθύνου, πληθαίνουν οι φωνές από τον χώρο της Δικαιοσύνης που τάσσονται υπέρ της άμεσης σύγκλησης της Ολομέλειας του Εφετείου της Αθήνας και την ανάθεση της έρευνας σε εφέτη-ειδικό ανακριτή ώστε να περαιωθεί με όλα τα εχέγγυα το συντομότερο δυνατόν η δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης.

Σε περίπτωση πάλι που στο πλαίσιο της έρευνάς τους οι εισαγγελείς… σκοντάψουν ενδεχομένως σε κάποιο πολιτικό πρόσωπο, τότε είναι υποχρεωμένοι αμελλητί να διαβιβάσουν τη δικογραφία στη Βουλή, που έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών πολιτικών προσώπων με βάση το Σύνταγμα.

Ωστόσο, το σκέλος που αφορά τα μη πολιτικά πρόσωπα θα εξακολουθήσει να χειρίζεται η τακτική Δικαιοσύνη.

Έντυπη έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ»

Keywords
Τυχαία Θέματα