Καμπούρες και Σκελετοί

«Η κρίση ξεκίνησε από την αδυναμία των τραπεζών να παράσχουν ρευστότητα στην οικονομία...», ανήρτησε πρόσφατα ο πρωθυπουργός στον προσωπικό του λογαριασμό στο twitter. Λογικά, η συγκεκριμένη οικονομική ανάλυση δεν θα ευαισθητοποιήσει ιδιαίτερα τη Σουηδική Ακαδημία κατά την εκλογή του προσώπου που θα τιμηθεί με το Νόμπελ Οικονομίας. Η αλήθεια όμως είναι ότι, σε όλη τη διαδρομή της κρίσης, πολύ μελάνι έχει χυθεί για το ρόλο του τραπεζικού συστήματος, τη

σημερινή του αδυναμία να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα για το μέλλον του σε ότι αφορά τις επιπρόσθετες ανάγκες σε κεφάλαια που μπορεί να συμπαρασύρουν τις ευλογημένες καταθέσεις των Ελλήνων (όσες τέλος πάντων έμειναν φυλαγμένες στα τραπεζικά σεντούκια).

Και όχι άδικα. Το εγχώριο τραπεζικό σύστημα έχει αποδειχθεί πολύπαθες, έχοντας μόλις σε λίγες δεκαετίες να επιδείξει ουκ ολίγα κανόνια (ή στην καλύτερη περίπτωση φαινόμενα κακοδιαχείρισης), από την τράπεζα Κρήτης και την Proton, μέχρι την FBB και έως χτες κιόλας στην Attica.

Η περίσσια ρευστότητα, προϊόν της νομισματικής σταθερότητας και των χαμηλών επιτοκίων, διοχετεύτηκε στην αγορά άναρχα, ασυλλόγιστα και χωρίς στοιχειώδη τήρηση τραπεζικών κριτηρίων. Το χρήμα βέβαια δεν πρέπει να κάθεται αλλά να επενδύεται προκειμένου να προσφέρει αποδόσεις. Και όταν η πραγματική οικονομία δεν προσφέρει τέτοιου μεγέθους επενδυτικές ευκαιρίες, τότε η συντήρηση της κερδοφορίας περνάει δυστυχώς μέσα από τις φούσκες. Και οι φούσκες κάποτε σκάνε και γεμίζουν τα χαρτοφυλάκια των τραπεζών σκελετούς, κατά το πολιτικώς ορθότερον NPE’s.

Τι θα μπορούσε όμως να γίνει κατά την περίοδο της ευφορίας και της ανυπολόγιστης ρευστότητας; Ας δούμε πρώτα τι έγινε. Ο πίνακας που ακολουθεί παρουσιάζει τις μερισματικές αποδόσεις, των 4 συστηματικών τραπεζών κατά την περίοδο 2001 – 2007:

Τι σημαίνει αυτό; Οι τράπεζες δάνειζαν τα χρήματα που είχαν δεξιά και αριστερά, τα δάνεια δημιουργούσαν κέρδη (λογιστικά και μόνο) και τα κέρδη μοιράζονταν στους μετόχους προσφέροντάς τους απίστευτες αποδόσεις που δεν συναντά κανείς εύκολα ιδιαίτερα σε περιόδους χαμηλών επιτοκίων.

Ο επόμενος πίνακας είναι πιο κατατοπιστικός:

Τι μας λέει; Μας λέει ότι οι μέτοχοι των τραπεζών σε 6 χρόνια εισέπραξαν ως μερίσματα, το σύνολο των κεφαλαίων που ήταν επενδυδεμένα στις τράπεζες. Σκεφτείτε να μην ήμασταν και φτωχή χώρα. Καλά τα κέρδη δεν πρέπει να μοιράζονται; Πρέπει απαραιτήτως. Όταν όμως έχεις την ασφάλεια της είσπραξης των απαιτήσεών σου. Και από τη στιγμή που έχεις μοιράσει καταναλωτικά άνευ εγγυήσεων σε όποιον μιλάει Ελληνικά και όλες τις γλώσσες της λεκάνης της Μεσογείου, μόνο ασφαλείς δεν είναι οι εισπράξεις σου. Άσε που ταυτόχρονα συνεχίζεις να δανείζεις απρόσκοπτα το πιο υπερδανεισμένο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το Ελληνικό. Τι θα μπορούσες να κάνεις; Προφανώς να μην παρασυρθείς από τον ανταγωνισμό της κερδοφορίας. Να ακολουθήσεις συντηρητικότατη μερισματική πολιτική δημιουργώντας αποθεματικά για τις δύσκολες μέρες. Και σίγουρα να κλείσεις τον τηλέφωνο στον Υπουργό Οικονομικών όταν σε έπαιρνε για να χρηματοδοτήσεις κι’ άλλο την «κοινωνική» του πολιτική.

Αυτό θα έσωζε το πρόβλημα; Όχι. Όταν το ΑΕΠ πέφτει 25% γιατί ο μεγάλος χρηματοδότης – κράτος της οικονομίας δεν μπορεί πια να δανειστεί, τίποτα δεν σε σώζει. Περιορίζει όμως τις κεφαλαιακές σου ανάγκες, περισώζει την αξιοπιστία σου, μειώνει τις εξαρτήσεις σου από τους δημόσιους φορείς που σήμερα έχουν το τραπεζικό σύστημα ακέφαλο.

Όλα αυτά όμως είναι διδάγματα για το απώτερο μέλλον. Όσο οι καταθέσεις μειώνονται ασταμάτητα, οι πρωθυπουργικές ρήσεις θα είναι χρήσιμες μόνο σε συνδαιτημόνες σαρακοστιανού τσιμπουσιού. Η χρηματοδότηση της οικονομίας στο άμεσο μέλλον θα προέλθει υποχρεωτικά από κεφάλαια υψηλού κινδύνου που επιτέλους ας ευεργετηθούν με σοβαρά φορολογικά κίνητρα. Το τραπεζικό σύστημα θα ξαναπαίξει το ρόλο του, όταν αποκτήσουμε την περιβόητη «κανονικότητα», με πρωταγωνιστές καινούργια σχήματα χωρίς καμπούρες και σκελετούς στα ντουλάπια τους.

Keywords
Τυχαία Θέματα