Να τολμήσουμε! Επιστροφή ΦΠΑ όταν αποδίδεται αλλά δεν έχει εισπραχθεί

Τολμηρά και με μέριμνα να προστατέψουμε τον επιχειρηματία που έχει καταβάλει το ΦΠΑ που όμως δεν έχει εισπράξει, πρέπει να δούμε το θέμα της επιστροφής ΦΠΑ

Η καταβολή του ΦΠΑ επιβαρύνει τον καταναλωτή, όμως καταβάλλεται άμεσα στα δημόσια ταμεία από τον εκδότη του τιμολογίου. Έτσι στην περίπτωση που τελικά ο ΦΠΑ δεν εισπραχθεί, ξεκινά ένας Γολγοθάς για την επιστροφή του από το δημόσιο, όπου ούτε λίγο, ούτε πολύ η επιχείρηση

που έχει καταβάλει τον ΦΠΑ και δεν τον έχει εισπράξει, καλείται να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας.


Μάλιστα η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, με τον ν. 4336/2015 κατάργησε την μόνη διαδικασία επιστροφής, με αποτέλεσμα σήμερα να μην υπάρχει καθαρή και κυρίως γρήγορη διαδικασία επιστροφής του ΦΠΑ που έχει καταβληθεί, χωρίς τελικά να εισπραχθεί.
Η πανίσχυρη Coca Cola 3E Ελλάδος, έκανε τρία χρόνια να δικαιωθεί για μη επιστροφή του ΦΠΑ, από το πιο αναμφισβήτητο κανόνι της αγοράς, αυτό του Μαρινόπουλου. Μόλις προσφάτως έγινε γνωστή η απόφαση 355/2019 του ΣτΕ, με την οποία δικαιώθηκε η επιχείρηση που διεκδικούσε την επιστροφή του 50% του ΦΠΑ που είχε καταβάλλει για την έκδοση τιμολογίων στον Μαρινόπουλο, τιμολόγια όμως που σύμφωνα με την απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών για την εξυγίανση της Μαρινόπουλος είχαν κουρευτεί κατά 50%. Η εταιρεία, και άλλες 16 που είχαν προσφύγει, διεκδικούσε την ανάλογη περικοπή του ήδη αποδοθέντος ΦΠΑ.


Για άλλη μια φορά τα δικαστήρια κλήθηκαν να δώσουν λύση σε ένα θέμα, που καίει την αγορά λόγω των πολλών «κανονιών» που έχει δημιουργήσει η κρίση. Η συμφωνία μεταξύ Μαρινόπουλου και Σκλαβενίτη επετεύχθη τον Σεπτέμβριο του 2016, και επικυρώθηκε με την απόφαση του Πρωτοδικείου Αθηνών τον Ιανουάριο του 2017. Για πάνω από δύο χρόνια, οι ζημειωθείσες εταιρείες εξάντλησαν τις διοικητικές διαδικασίες που οδηγούσαν σε σιωπηρή απόρριψη των απαιτήσεών τους, προσφεύγοντας τελικά στο ΣτΕ. Ο ΦΠΑ είχε καταβληθεί βεβαίως πολύ πριν την κατάρρευση του Μαρινόπουλου, ίσως και το 2015, καθώς η έκδοση του τιμολογίου συνεπάγεται την υποχρέωση καταβολής.


Είναι πρόβλημα το γεγονός ότι η Ελλάδα επιμένει, κατά παράβαση της ευρωπαϊκής αλλά και του πνεύματος της εθνικής νομοθεσίας (βλ. πχ. 5α του άρθρου 19 του ν. 2859/2000), να μην επιστρέφει ΦΠΑ που αναλογεί σε εμπορικές απαιτήσεις που αποδεδειγμένα δεν έχουν ικανοποιηθεί. Συγχρόνως το κράτος επιμένει να εξαντλεί τα περιθώρια αδράνειας, αφήνοντας τις προθεσμίες να περάσουν άπρακτες, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στις επιχειρήσεις.
Το ΣτΕ στην απόφασή του διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων του κώδικα ΦΠΑ, εντάσσοντας τις περιπτώσεις της πτώχευσης και της θέσης σε ειδική διαχείριση. Η διοίκηση δεν έχει ακόμη εφαρμόσει την απόφαση, ενώ είναι ασαφές εάν θα δικαιώσει και όσους δεν έχουν προσφύγει δικαστικώς, αλλά αντιμετωπίζουν το ίδιο πρόβλημα. Θα πρέπει να αλλάξει η νομοθεσία, επιτρέποντας την επιστροφή του αποδεδειγμένα αχρεωστήτως καταβληθέντος ΦΠΑ χωρίς την ανάγκη περαιτέρω δικαστικής παρέμβασης, που επιβαρύνει μάλιστα και την ήδη επιβαρυμένη δικαιοσύνη. Η απόφαση θέσης σε ειδική διαχείριση ή πτώχευση ή άλλη προ-πτωχευτική διαδικασία, θα έπρεπε να αρκεί. Αυτό θα μειώσει τον χρόνο διεκπεραίωσης των υποθέσεων και θα αποσυμφορήσει την δικαιοσύνη. Επιπλέον, θα μπορούσε να εξεταστεί η επιμήκυνση του χρόνου υποχρέωσης καταβολής του ΦΠΑ στους έξι μήνες, ή ακόμη η υποχρέωση άμεσης καταβολής του, με την έκδοση του ηλεκτρονικού τιμολογίου, από τον αγοραστή. Η ιδιωτική εμπορική συμφωνία για τον χρόνο πληρωμής του τιμολογίου δεν θα πρέπει να επηρεάζει την καταβολή του φόρου από τον υπόχρεο.


Στο τέλος μένει η πικρή γεύση στον φορολογούμενο. Αν δεν πληρώσει την εφορία αμέσως, συρρέουν καταιγιστικά πρόστιμα, προσαυξήσεις, ασφαλιστικά μέτρα εις βάρος της επιχείρησης και του επιχειρηματία προσωπικά, ακόμα και ποινικές διώξεις. Όμως, αν το κράτος έχει παρακρατήσει χρήματα δεν μπορείς να ξέρεις αν και πότε θα σου επιστραφούν – και μάλιστα με ιδιαίτερα χαμηλό επιτόκιο, έναντι αυτού που εσύ υποχρεούσαι να πληρώσεις εάν καθυστερείς. Οι επιπτώσεις στην επιχείρηση δεν ενδιαφέρουν την εφορία!
Το κράτος πρέπει να κινείται με λογική, να μπορεί να καταλαβαίνει τις ανάγκες των επιχειρήσεων, άρα πρέπει άμεσα να προσαρμοστεί στην απόφαση του ΣτΕ. Οι σχέσεις των επιχειρήσεων με το κράτος πρέπει να διέπονται από αγαστή συνεργασία και αμοιβαία εμπιστοσύνη. Το κράτος πρέπει να είναι αρωγός στην επιχειρηματική δραστηριότητα. Αν μη τι άλλο, η παραγωγή πλούτου επιτρέπει την πληρωμή φόρων για την συντήρησή του!

Μανώλης Γραφάκος Οικονομολόγος - Υποψήφιος Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας στον Βόρειο Τομέα Αθηνών

Keywords
Τυχαία Θέματα