Ποιος θα καλύψει το κενό ελπίδας;

Επείγουσα και επιτακτική ανάγκη για τολμηρές πρωτοβουλίες, με στόχο τη διαμόρφωση εναλλακτικού, και όχι απλώς συμπληρωματικού, κυβερνητικού πόλου ‒ εννοείται πόλου προοδευτικού.

Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, η δημοκρατική αντιπολίτευση έφερε στο επίκεντρο το ελληνικό αναπτυξιακό ζήτημα και ανέδειξε την ανάγκη αλλαγής του αναπτυξιακού προτύπου. Η υστέρηση της Ελλάδας σε όλους σχεδόν τους συγκριτικούς δείκτες της Ε.Ε. αποδεικνύει ότι το υφιστάμενο οικονομικό μοντέλο μάς οδηγεί όχι στη σύγκλιση, αλλά στην απόκλιση.

Παρά τις υφιστάμενες διαφορές, όλες οι δυνάμεις του προοδευτικού τόξου αποκηρύττουν τη «φτηνή ανάπτυξη», το τεχνολογικό έλλειμμα και τις χαμηλές περιβαλλοντικές προδιαγραφές. Και συγκλίνουν στο ότι η Ελλάδα χρειάζεται στρατηγική για «ποιοτική ανάπτυξη», με καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και στόχο να αυξηθεί η παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων και υψηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντων και υπηρεσιών σε όλους τους τομείς, πρωτίστως στη βιομηχανία. Σε θέμα-κλειδί αναδεικνύεται πλέον η μετάβαση στο Αναπτυξιακό Κράτος, στο κράτος δηλαδή που αποκλίνει από το νεοφιλελεύθερο δόγμα. Και το Αναπτυξιακό Κράτος δεν μπορεί, παρά να είναι Δημοκρατικό Κράτος, Κράτος Πρόνοιας, Κράτος των Περιφερειών και των Πόλεων.

Η αλλαγή αναπτυξιακού υποδείγματος είναι ένα αναμφισβήτητα δύσκολο και μακράς πνοής εγχείρημα. Σε κάθε περίπτωση, η εποχή της απόλυτης κυριαρχίας του οικονομικού έναντι του πολιτικού έχει παρέλθει. Οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη είναι θέμα καθαρά πολιτικό, δηλαδή πολιτικών προτεραιοτήτων και επιλογών.

Πού βρισκόμαστε σήμερα, εντελώς επιγραμματικά:

α/ Αν ζουμάρουμε τον φακό στις κατακλυσμιαίες αλλαγές που συντελούνται στο διεθνές περιβάλλον, θα συναντήσουμε έναν κόσμο περίπλοκο και αντιφατικό, ο οποίος κινείται σε αχαρτογράφητα νερά. Οι διαρκείς τεχνολογικές επαναστάσεις διαπλέκονται με μείζονες γεωοικονομικές ανακατατάξεις και γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις, εξαιτίας και της ανακατανομής της παγκόσμιας ισχύος. Συνυφαίνονται, επίσης, με την οικονομική και γεωπολιτική απομείωση της Ε.Ε., τη μακριά αλυσίδα της «πολυκρίσης», τις χαώδεις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες και το όλο και πιο πληθωριστικό παγκόσμιο περιβάλλον. Η νέα αυτή συνθήκη έχει ευνοήσει διεθνώς την εμφάνιση ή την ισχυροποίηση υπαρκτών αλλά περιθωριακών μέχρι σχετικά πρόσφατα σχηματισμών, με εθνικιστικό, ξενοφοβικό και αντιμεταναστευτικό λόγο και κοινό χαρακτηριστικό την αμφισβήτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η εκλογή Τραμπ και η περαιτέρω ρευστοποίηση των ορίων Πολιτικής και επιχειρηματικών κολοσσών αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο τυφώνας Τραμπ, με όλες του τις διαστάσεις, θα αναδιαμορφώσει σε σημαντικό βαθμό τη διεθνή σκηνή, ενώ η πτώση του δυναστικού καθεστώτος των Άσαντ μπορεί να προκαλέσει ντόμινο ανατροπών που κρύβουν πολλές παγίδες.

β/ Ας προσγειωθούμε, τώρα, στην Ελλάδα: Η κυβέρνηση διανύει πλέον τον έκτο χρόνο της θητείας της. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, το συμπέρασμα είναι ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση η οποία υπηρετεί, με στρατηγική προσήλωση και ακόρεστη ταξική πλεονεξία, την καταστατική ανασύνταξη της μεταπολιτευτικής συνθήκης. Τα αποτελέσματα είναι πλέον ορατά σε όλους τους τομείς, ιδίως στην οικονομία και στο κράτος δικαίου. Μια οικονομία «χωλή» ‒για να μείνουμε μόνο σε αυτή‒, βασισμένη στην κατανάλωση, στον τουρισμό και στις κατασκευές, χαμηλής έντασης κεφαλαίου και υψηλής έντασης εργασίας, με μια πρωτοφανή τα τελευταία χρόνια αναδιανομή εισοδήματος εις βάρος της μισθωτής εργασίας, με πληθωρισμό απληστίας, με συρρίκνωση των δημόσιων αγαθών, με φοροδιαφυγή και διάρθρωση των φορολογικών εσόδων που χαρακτηρίζουν υπανάπτυκτες χώρες, με εξοβελισμό της χωροταξίας και μεγάλο περιβαλλοντικό κόστος.

Από την άλλη, η κατακερματισμένη και ασθμαίνουσα Αριστερά, αλλά και η αδυναμία γρήγορης και με πλειοψηφική δυναμική ανάταξης του ευρύτερου χώρου της Κεντροαριστεράς ‒χωρίς ουδόλως να υποτιμώ τις πολιτικές που τελευταία ξεδιπλώνει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ‒, φέρνουν επί τάπητος τον κίνδυνο οι πολιτικές εξελίξεις να κριθούν τελικά στον χώρο της Δεξιάς, ου μην αλλά και τμημάτων της Ακροδεξιάς. Μιας Ακροδεξιάς, η οποία τείνει να γίνει μέινστριμ στην Ευρώπη ‒ σαν να φτάνει, φοβάμαι, και στην Ελλάδα «η μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων». Το εξόχως ενδιαφέρον, αλλά και αισιόδοξο εν προκειμένω, είναι ότι, κόντρα στα αντιθέτως θρυλούμενα, η ελληνική κοινωνία, όπως έδειξε η πολυετής έρευνα της διαΝΕΟσις «Τι πρεσβεύουν οι Έλληνες» (2016-2024), φαίνεται ότι παραμένει προσανατολισμένη προς τις ιδέες της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς ‒ μόνο κατά το έτος 2018 καταγράφηκε υπεροχή της Δεξιάς. Σύμφωνα με την ανάλυση του Γεράσιμου Μοσχονά, «κατά το έτος 2024, το σύνολο των ιδεολογικών προτιμήσεων που εντάσσονται στην ευρεία Κεντροαριστερά/Αριστερά υπερέχει σημαντικά εκείνων που εντάσσονται στην Κεντροδεξιά/Δεξιά (45,1%, έναντι 39,1% αντιστοίχως). Αυτή η κατανομή ιδεολογικής επιρροής δεν συνάδει, ούτε διαισθητικά ούτε αριθμητικά, με την κυριαρχία των κομμάτων του κεντροδεξιού και δεξιού φάσματος, όπως αυτή προέκυψε από τις δύο βουλευτικές αναμετρήσεις του 2023» (ΤΟ ΒΗΜΑ, 24.11.2024).

Κι εδώ έρχεται η επείγουσα και επιτακτική ανάγκη για τολμηρές πρωτοβουλίες, με στόχο τη διαμόρφωση εναλλακτικού, και όχι απλώς συμπληρωματικού, κυβερνητικού πόλου ‒ εννοείται πόλου προοδευτικού. Πολύ περισσότερο σε μια εποχή όπου τα κυρίαρχα προβλήματα απαιτούν διαρθρωτικές πολιτικο-θεσμικές μεταρρυθμίσεις, στο πλαίσιο και του νέου ρόλου του κράτους.

Για την ευρεία Κεντροαριστερά/Αριστερά, η πιο μεγάλη πρόκληση είναι να καλύψει το κενό ελπίδας, στο οποίο όλο και ευρύτερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας βυθίζονται ‒ να αναμετρηθεί, με άλλα λόγια, με την καταθλιπτική επιβολή της «Μίας Σκέψης». Αυτό, πριν απ’ όλα, προϋποθέτει ότι οι κομματικοί σχηματισμοί της θα χτίσουν βήμα-βήμα την εμπιστοσύνη, θα λειτουργήσουν στρατηγικά και θα συγκλίνουν σε ένα συνολικό, στέρεο και αξιόπιστο σχέδιο προοδευτικής διακυβέρνησης, με το βλέμμα στραμμένο στη δημιουργική και παραγωγική Ελλάδα, στον κόσμο της μισθωτής εργασίας και στο νέο πρεκαριάτο. Πέραν των άλλων, με τον τρόπο αυτόν θα μετατρέψουν σε δικό τους πλεονέκτημα και το αίτημα της σταθερότητας, το οποίο ούτως ή άλλως θα αποτελέσει κρίσιμο διακύβευμα όσο απομακρύνεται το ενδεχόμενο αυτοδυναμίας. Το επόμενο βήμα δεν μπορεί, παρά να είναι η ανασύνθεση του χώρου και η ανάληψη πρωτοβουλιών και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την ανασύνταξη μιας αμήχανης στις θηριώδεις ανισότητες και ανήμπορης να διατυπώσει εναλλακτικό ευρωπαϊκό σχέδιο σοσιαλδημοκρατικής, πράσινης και ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Δεν θα ήμουν πάντως ειλικρινής, αν δήλωνα ιδιαίτερα αισιόδοξος. Μου δίνεται, αντιθέτως, η εντύπωση ότι, αντί να αναζητούνται σημεία σύγκλισης ‒και υπάρχουν πάρα πολλά‒, επινοούνται σημεία απόκλισης ή διογκώνονται υπαρκτές διαφορές, ενώ φαίνεται να μη λείπει και ο πειρασμός της αριστερής περιχαράκωσης. Από την άλλη, ‒και αυτό είναι το αισιόδοξο‒, σημαντικές μελέτες, βιβλία, πρωτοβουλίες και εκδηλώσεις από εστίες σκέψης, τόσο της Αριστεράς όσο και του ΠΑΣΟΚ, δείχνουν, όπως σημειώνει και ο Αντώνης Λιάκος, ότι «λειτουργεί ένα κοινό πεδίο προβληματισμού για το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας».

Πάνος Σκοτινιώτης είναι νομικός, συγγραφέας και τέως δήμαρχος Βόλου)

#ΠΑΝΟΣ_ΣΚΟΤΙΝΙΩΤΗΣ
Keywords
Τυχαία Θέματα