Τα συμπτώματα που «δείχνουν» την τροπονίνη

Η τροπονίνη ή σύμπλεγμα τροπονίνης είναι σύμπλεγμα τριών ρυθμιστικών πρωτεϊνών ( τροπονίνης C, τροπονίνης I και τροπονίνης T ) που αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της μυϊκής συστολής στους σκελετικούς μύες και τον καρδιακό μυ, αλλά όχι στους λείους μύς. Η εξέταση που γίνεται για την μέτρησή της συνήθως δείχνει αν υπάρχει «βλάβη» ή όχι στην καρδιά.

Η μέτρηση της τροπονίνης Τ στο αίμα, χρησιμοποιείται για τη διάγνωση ή τον αποκλεισμό του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου, για την παρακολούθηση των οξέων στεφανιαίων συνδρόμων και την

εκτίμηση της πρόγνωσης τους καθώς και για την παρακολούθηση ασθενών με μη ισχαιμικές καρδιακές βλάβες, όπως γράφει και το News4Health.gr.

Η καρδιακή τροπονίνη Ι (cTnI) είναι μία υπομονάδα του συμπλόκου ακτίνης-μυοσίνης, της συσταλτής πρωτεΐνης του μυικού ινιδίου που υπάρχει μόνο στο μυοκάρδιο. Η τροπονίνη Τ (cTnT) και η ειδική καρδιακή τροπονίνη Ι, είναι οι δύο ισομορφές που διαρρέουν στην κυκλοφορία του αίματος κατά τη διάρκεια της μυοκαρδιακής νέκρωσης.

Η τροπονίνη δηλαδή δεν βρίσκεται κανονικά στο αίμα. Όταν οι καρδιακοί μύες καταστραφούν, η τροπονίνη στέλνεται στην κυκλοφορία του αίματος. Καθώς αυξάνεται η καρδιακή βλάβη, απελευθερώνονται μεγαλύτερες ποσότητες τροπονίνης στο αίμα.

Λόγω των πολύ χαμηλών έως μη ανιχνεύσιμων τιμών στον ορό των υγιών ανθρώπων και της γρήγορης αύξησης (είναι ανιχνεύσιμες μέσα σε 1 ώρα μετά τη βλάβη των κυττάρων του μυοκαρδίου), αυτοί οι υπερευαίσθητοι δείκτες χρησιμοποιούνται ευρύτατα στην έγκαιρη διάγνωση του οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου, κυρίως για την ανίχνευση των σιωπηλών εμφραγμάτων του μυοκαρδίου και των μικροεμφράκτων καθώς και στις περιπτώσεις πόνου στο στήθος που δεν συνοδεύονται από τις χαρακτηριστικές αλλαγές του ηλεκτροκαρδιογραφήματος (ΗΚΓ).

Και οι δύο εξετάσεις (τροπονίνη Ι και τροπονίνη Τ) έχουν παρόμοια ακρίβεια στην αναγνώριση της οξείας μυοκαρδιακής βλάβης. Ορισμένες μελέτες έχουν βρει συσχέτιση μεταξύ του βαθμού αύξησης της τροπονίνης Ι και της τροπονίνης Τ και της σοβαρότητας και της έκτασης των στεφανιαίων βλαβών, της στηθάγχης και των αλλαγών στο ΗΚΓ.

Έτσι, οι τιμές της τροπονίνης Ι και της τροπονίνης Τ μπορεί να είναι χρήσιμες στην πρόβλεψη της έκβασης τον καρδιακών επεισοδίων.

Οι τροπονίνες μπορεί να παραμένουν αυξημένες 4-9 ημέρες μετά την έναρξη του εμφράγματος.

Πιθανές Ερμηνείες Παθολογικών Τιμών

Αύξηση Τροπονίνης Τ: Οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, στηθάγχη, καρδιακή ανεπάρκεια, μυϊκή βλάβη, νεφρική ανεπάρκεια.

Τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων αποτελούν την σημαντικότερη παράμετρο για τη διάγνωση και την παρακολούθηση όλων των παθολογικών καταστάσεων. Η ορθή ερμηνεία των εργαστηριακών αποτελεσμάτων επιτρέπει στον γιατρό να διακρίνει την "υγεία" από τη "νόσο".

Σε κάθε περίπτωση τα αποτελέσματα των εξετάσεων πρέπει να ερμηνεύονται σε σχέση με το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα κλινικά ευρήματα και τα αποτελέσματα άλλων εργαστηριακών εξετάσεων και πληροφοριών.

Πότε πρέπει κάποιος να κάνει εξέταση για τροπονίνη

Αν έχετε τα παρακάτω συμπτώματα μπορεί ο γιατρός σας να σας γράψει να κάνετε εξετάσεις που στην ουσία μετρούν την τροπονίνη.

Συνήθως η εξέταση γίνεται όταν έχετε αυτά τα παρακάτω συμπτώματα:

Όταν έχει κανείς πόνο στην καρδιά ή δυσφορία Πόνο σε άλλα σημεία στο σώμα, στο χέρι, τη μέση, το σαγόνι ή τον λαιμό Δυσκολία στην αναπνοή Ναυτία και εμετός Κούραση Ζαλάδα Ιδρώτας

Με πληροφορίες από: https://medlineplus.gov/lab-tests/troponin-test

Keywords
Τυχαία Θέματα