Οι γερμανικές αποζημιώσεις... ξανάρχονται έως το τέλος του '18

Οι γερμανικές αποζημιώσεις... ξανάρχονται έως το τέλος του '18 23.09.2018Παρασκήνιο

Η κυβέρνηση προτίθεται να φέρει στη Βουλή προς ψήφιση το πόρισμα που παραμένει στα συρτάρια από το 2016. Ποιες είναι οι διαδικασίες για τη διεκδίκηση 269,5 δισ. ευρώ

Από την
Κατερίνα Κανάκη

Στην πρώτη γραμμή επανέρχεται το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, με την κυβέρνηση να δεσμεύεται πως το σχετικό πόρισμα της διακομματικής κοινοβουλευτικής επιτροπής θα έρθει επιτέλους στη Βουλή

για συζήτηση και ψήφιση το αργότερο μέχρι το τέλος του 2018, και κατόπιν θα ακολουθηθεί η δικαστική οδός. Το κρίσιμο και πάντα επίκαιρο εθνικό θέμα επανήλθε στο προσκήνιο με ευθύνη του πρωθυπουργού, που δήλωσε από τη μαρτυρική Κάνδανο: «Είναι ιστορικό χρέος απέναντι σε αυτούς που έφυγαν αλλά και απέναντι στις επόμενες γενιές.

Μέχρι το τέλος του έτους θα έχουμε το πόρισμα για τις διεκδικήσεις, το οποίο θα έρθει στην Ολομέλεια της Βουλής για τις περαιτέρω κινήσεις μας με την ευρύτερη δυνατή συναίνεση όλων των πολιτικών δυνάμεων». Λίγες μέρες μετά ο Νίκος Βούτσης χαρακτήρισε «εξαιρετικό» και «αναλυτικό» το πόρισμα, υποστηρίζοντας πως δεν ήρθε νωρίτερα για συζήτηση, για να μη συμψηφιστεί αυτό το «ιερό» θέμα με ενδεχόμενες χρηματικές και υλικές απαιτήσεις των Μνημονίων.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνταν ανέκαθεν και ο Προκόπης Παυλόπουλος, όπως φάνηκε άλλωστε και από την πρόσφατη ομιλία του στον μαρτυρικό Χορτιάτη. Εκεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επισήμανε πως οι νόμιμες αξιώσεις της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας για το κατοχικό δάνειο και τις εν γένει αποζημιώσεις της γερμανικής ναζιστικής κατοχής είναι πάντα «νομικώς ενεργές» και «δικαστικώς επιδιώξιμες», στο πλαίσιο, όπως εξήγησε, της «ιερής μνήμης» των θυμάτων του ναζισμού, αλλά και της ανάγκης για μη επανάληψη ανάλογων θηριωδιών στο μέλλον.

Το θέμα των ελληνικών αξιώσεων απέναντι στη Γερμανία αναμοχλεύεται κατά καιρούς από τις εκάστοτε πολιτικές ηγεσίες της χώρας και, παρόλο που επί της ουσίας όλοι συμφωνούν και υποστηρίζουν αυτό το εύλογο αίτημα, δεν έχει υπάρξει ποτέ κανένα έμπρακτο αποτέλεσμα ή έστω μια πιο δυναμική διεκδίκηση. Κοινώς, μόνο λόγια και... πράξη ουδεμία. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίζεται με πάθος τη διεκδίκηση αυτή εδώ και χρόνια, ενώ και προεκλογικά, πριν από το 2015, είχε πάντα το θέμα ψηλά στην ατζέντα, όπως άλλωστε και άλλα κόμματα που εκμεταλλεύτηκαν επικοινωνιακά τη συσσωρευμένη οργή του λαού για τις μνημονιακές πολιτικές, που εκπορεύεται εν πολλοίς από τη Γερμανία. Στη συνέχεια, βέβαια, όταν βρέθηκε αντιμέτωπο με τη σκληρή μνημονιακή πραγματικότητα, το νυν κυβερνών κόμμα αναγκάστηκε να ρίξει τους τόνους απεμπολώντας τη ρητορική της «ρήξης» με τους Γερμανούς, την εύνοια των οποίων πλέον είχε ανάγκη.



Ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά δεν ήταν εκείνος που ανακάλυψε το ζήτημα, ενώ σχετικά πορίσματα έχουν δημοσιευτεί και στο πρόσφατο παρελθόν. Το 2013, για παράδειγμα, κατόπιν εντολής του Αντώνη Σαμαρά στον τότε αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα συστήθηκε στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους επιτροπή για να μελετήσει τα αρχεία για το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων, η οποία συνέταξε 80σέλιδο πόρισμα. Επειτα το θέμα «θάφτηκε» για λίγο, για να επανέλθει στη συνέχεια με τη σύσταση της διακομματικής επιτροπής της Βουλής. Το πόρισμα της τελευταίας -που είναι έτοιμο από τον Ιούλιο του 2016 (!) και έκτοτε παραμένει στα συρτάρια- προκρίνει αρχικά τη διπλωματική οδό.

Στη συνέχεια, και σε περίπτωση που η Γερμανία συνεχίσει να αρνείται τα προφανή, κάτι που θεωρείται δεδομένο, το πόρισμα προτείνει και τη νομική οδό, μέσω του Διαιτητικού Δικαστηρίου, του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, των εθνικών δικαστηρίων και του άρθρου 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου της 27/2/1953 περί εξωτερικών γερμανικών χρεών.

Οσο για τους αριθμούς, αυτοί είναι αποκαλυπτικοί, αφού η αρμόδια επιτροπή έχει υπολογίσει τις συνολικές ελληνικές απαιτήσεις στο δυσθεώρητο ποσό των 269.547.005.854 ευρώ. Να διευκρινιστεί πως οι διεκδικήσεις αφορούν δύο επιμέρους θέματα, αφενός τις αποζημιώσεις λόγω ανθρώπινων θυμάτων και υλικών καταστροφών στην Ελλάδα από τις δυνάμεις κατοχής και αφετέρου το κατοχικό δάνειο, το οποίο αναγκάστηκε να δώσει η Τράπεζα της Ελλάδος στους κατακτητές από το 1942 έως το 1944, καταβάλλοντας πάνω από 3,5 δισ. κατοχικές δραχμές κάθε μήνα για τη μισθοδοσία και τη συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής.

Τα κόμματα πρέπει να έχουν κοινή γραμμή για το θέμα

Στο πόρισμα που θα συζητηθεί μέχρι το τέλος του έτους στη Βουλή γίνεται μια σειρά σχετικών με τις αξιώσεις προτάσεων, όπως η δημιουργία Επιτροπής Προώθησης της Διεκδίκησης, αποτελούμενη από βουλευτές, δικαστικούς λειτουργούς, διεθνολόγους, ιστορικούς και νομικούς επιστήμονες, η προώθηση συνεργασιών με τις ομάδες Γερμανών νομικών, ιστορικών, συνταγματολόγων και γερμανικών οργανώσεων, ευαίσθητων στα θέματα απόδοσης Δικαιοσύνης, αλλά και η εντατική καμπάνια ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της διεθνούς αλλά και της ελληνικής κοινής γνώμης για το θέμα.

Εύκολα συμπεραίνει κανείς πως το πλήρωμα του χρόνου έχει φτάσει και πρέπει επιτέλους να πάψουμε να απεμπολούμε τις διεκδικήσεις μας. Ηρθε η ώρα η χώρα μας να ζητήσει πίσω όσα της χρωστάει η Γερμανία, που έχει, αν μη τι άλλο, ηθική υποχρέωση να σταματήσει να υποκρίνεται ότι δεν υπάρχει καν θέμα.
Ο μόνος τρόπος για να καμφθεί το «nein» των Γερμανών είναι ο πολιτικός κόσμος της χώρας, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, να αρθρώσει σαφή διεκδικητικό λόγο, αλλά και να μετέλθει όλων των διεθνών πολιτικών μέσων, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση.

Για αυτό, άλλωστε, είναι και αδήριτη ανάγκη να εκκινήσουν άμεσα οι διαδικασίες και προς το Ευρωκοινοβούλιο, αλλά και προς τη γερμανική Βουλή. Για να γίνει όμως αυτό, τα κόμματα οφείλουν όχι μόνο να μη συναινέσουν άλλο στη γερμανική τακτική της παραγραφής, αλλά και να αντιληφθούν ότι το ζήτημα των αποζημιώσεων υπάρχει ανεξάρτητα από την τρέχουσα πολιτική συγκυρία και φυσικά δεν σχετίζεται σε καμία περίπτωση με προεκλογικές στοχεύσεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα