Τα έμαθες Κατσαντώνη; Γινόμαστε όλοι δεξιοί.

14:58 22/1/2025 - Πηγή: Dimosio

Κυκλοφορώ στο κέντρο της Αθήνας από φοιτητής, ήτοι κοντά τριάντα χρόνια. Εκτός από τις άσχημες πολυκατοικίες, αυτό που με ενοχλούσε ανέκαθεν ήταν η βρωμιά και η έλλειψη σεβασμού προς τα μνημεία, τις προτομές και τα αγάλματα εθνικών προσωπικοτήτων του παρελθόντος.

Ειδικά ο αδριάντας του Γρηγορίου του Ε’ στα Προπύλαια από τον οποίο λείπει η ποιμαντορική ράβδος σχεδόν μόνιμα, και αυτός του Ρήγα Φεραίου ο οποίος είναι μόνιμα βρωμισμένος με σύμβολα aka

graffiti, μου προξενούν θλίψη και οργή. (Για αυτή την περιοχή θα πρέπει βέβαια να περιμένω να χάσει την εξουσία στο δήμο η αριστερά, μπας και ξεβρωμίσει πάλι το σημείο….)

Είχα δε σχεδόν απόλυτα διαμορφωμένη την άποψη ότι το μίσος για το παρελθόν μας είναι τόσο έντονο που ποτέ δεν θα αποκτήσουμε τον απαραίτητο σεβασμό, όχι για τα μάρμαρα αλλά για τις ιδέες που έφεραν τα πρόσωπα που απαθανατίστηκαν σε αυτά τα μάρμαρα.

Για τη Θεσσαλονίκη δε, είχα ακόμα χειρότερη άποψη γιατί παρότι είναι η αγαπημένη πόλη για τους πιστούς τριών θρησκειών: χριστιανούς, εβραίους και μουσουλμάνους, λίγα από τα μνημεία της έχουν γλιτώσει τον βανδαλισμό ενώ άλλα, όπως ο Λευκός Πύργος, γίνονται συχνά – πυκνά, χώρος για να κρεμούν τα πανό τους οι επαγγελματίες επαναστάτες της ανεπρόκοπης αριστεράς.

Έφτασε όμως η ώρα να αναθεωρήσω. Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη. Έκανα λάθος ή μάλλον, οι αντιλήψεις των θεσσαλονικέων έχουν αλλάξει.

Ο βανδαλισμός on camera από έναν «ρομά» της προτομής του Κατσαντώνη, του μεγαλύτερου Έλληνα επαναστάτη προ του 1821, σαν να προκάλεσε μία μαζική οργή η οποία εκφράστηκε τόσο έντονα που, ακόμα και η αστυνομία η οποία στη συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων κάνει τα στραβά μάτια, αναγκάστηκε να αντιδράσει. Και συνέλαβε τον δράστη.

Η οργή μάλιστα του κόσμου ήταν τέτοια που ο δράστης αναγκάστηκε να ζητήσει, υποκριτικά κατά τη γνώμη μου, «συγγνώμη» και να υπόσχεται ότι θα πάει «να πλύνει και να ζητήσει συγγνώμη από το άγαλμα».

Φυσικά, δεν έχω καμία ελπίδα ότι θα υποστεί την οποιαδήποτε συνέπεια για την πράξη του, η οποία είναι άλλωστε πλημμέλημα. Η αντίδραση που προκάλεσε όμως, δείχνει ότι μία μερίδα της κοινωνίας έχει βαρεθεί να προσβάλλεται το εθνικό της συναίσθημα, τα μνημεία της ιστορίας μας, οι ήρωές μας, τα ιδανικά της πατρίδας. Και, το βασικότερο, αυτή η μερίδα της κοινωνίας δεν κάνει καμία προσπάθεια πλέον να κρύψει τη δυσαρέσκειά της. «Οφθαλμόν αντί οφθαλμού»: προσβάλλεις τα πιστεύω και την ιστορία της πατρίδας μου; Θα το πληρώσεις. Τόσο απλά.

Επειδή πολλοί θα πουν ότι ήταν μία μεμονωμένη περίπτωση αντίδρασης, θα τους συνιστούσα να μην βιαστούν. Οι κοινωνίες λειτουργούν όμως τα ελατήρια: αν πιεστούν υπερβολικά, εκτινάσσονται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και τα αποτελέσματα της υπερβολικής «συμπερίληψης», «ανεκτικότητας» και άκρατου δικαιωματισμού, ωθούν τους πολίτες να δώσουν την εξουσία σε αυτούς που υπόσχονται να καταπολεμήσουν όλες αυτές τις υπερβολές.

Το πολιτικό εκκρεμές στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ κινούνταν για σχεδόν 80 χρόνια από το κέντρο και προς τα αριστερά. Είχε πειστεί ο κόσμος ότι οι αριστερές ιδέες θα φέρουν κοινωνική και οικονομική ευημερία. Η πλήρης αποτυχία και η εκδικητική μανία της αριστεράς να επιβάλλει ακόμα και το πώς θα σκεπτόμαστε ή θα μιλάμε (“the new speak”), σπρώχνει πλέον το πολιτικό εκκρεμές όχι απλά προς τα δεξιά αλλά προς μία σαμψωνική δεξιά: οι πολίτες τείνουν να θέλουν τόσο πολύ την απαλλαγή από τις υπερβολές και τον αριστερόστροφο κοινωνικόιδεολογικό φασισμό που δείχνουν διατεθειμένοι να δεχθούν ακραία μέτρα για την προστασία αυτού που θεωρούν ως κεκτημένο τρόπο ζωής.

Το είδαμε με τις ΗΠΑ, το βλέπουμε με την Ιταλία, με την Ουγγαρία, με την Αυστρία, με τη Γερμανία. Η δεξιά επελαύνει τόσο έντονα και τόσο ακομπλεξάριστα που ακόμα και άνθρωποι όπως ο γράφων, δεξιός από τα γεννοφάσκια του, νοιώθει άβολα. Είναι μάλλον που για χρόνια ήθελαν να μου επιβάλλουν κι εμένα να ντρέπομαι που είμαι δεξιός, παρότι δεν το κατάφεραν.

Πάντως, για να επιστρέψω στον Κατσαντώνη και να κλείσω, είναι καλό που είδαμε όλη αυτή την αντίδραση. Μήπως και οι κυβερνήτες αντιληφθούν επιτέλους ότι το «χάιδεμα» κάθε παραβατικού ή παραβατικής ομάδας ανθρώπων, ειδικά αυτών στρέφονται κατά συμβόλων εθνικών, είναι πλέον μη αποδεκτό.

Κάτι είναι κι αυτό.

Και ίσως, ο Ήρωας Κατσαντώνης, αυτός που από τα χέρια του ξεπήδησε ο Καραϊσκάκης, να τα βλέπει από εκεί επάνω και να χαίρεται που ο αγώνας και η θυσία του δεν πήγαν χαμένα.

200 χρόνια από την Εθνική Επανάσταση, γινόμαστε όλοι δεξιοί.

Κάλλιο αργά, παρά ποτέ.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Κατσαντώνη Γινόμαστε,katsantoni ginomaste