Το κόστος ενός εμπορικού πολέμου- Τι εκτιμούν οι αναλυτές

11:57 8/2/2025 - Πηγή: Reporter

Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου θα αφήσει το στίγμα του στο πορτοφόλι των Αμερικανών καταναλωτών, αφού, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της αγοράς, ο επιπρόσθετος δασμός του 10% που επέβαλε ο Τραμπ θα αυξήσει τις τιμές όλων των εισαγόμενων κινέζικων προϊόντων, από τα προϊόντα τεχνολογίας και τις οικιακές συσκευές μέχρι τα είδη ένδυσης.

Ενδεικτικό είναι ότι για το 2023 (το πιο πρόσφατο έτος, τα στοιχεία του οποίου είναι διαθέσιμα), οι εισαγωγές από την Κίνα άγγιξαν σε αξία τα 427 δισεκατομμύρια δολάρια.

Και ανάμεσα στα εισαγόμενα αγαθά που θα πληγούν δεν είναι μόνο

η τεχνολογία, με τα ήδη ακριβά προϊόντα της, αλλά και πολλά ακόμη είδη, αρκετά εξ αυτών μικρής αξίας. Σύμφωνα με όσα ξέραμε ως τώρα, οι εισαγωγείς δεν θα μπορούν πια να αποφεύγουν τους φόρους σε αποστολές αξίας κάτω των 800 δολαρίων όταν αποστέλλονται απευθείας στους καταναλωτές, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα. Αυτό το «παραθυράκι» είχε ευνοήσει πολλές φθηνές και δημοφιλέστατες κινέζικες εταιρείες, όπως η Temu και η Shein, οι οποίες τώρα μένουν έκθετες. Ωστόσο, αυτό τελικά δεν θα ισχύσει, άμεσα τουλάχιστον, καθώς ο Τραμπ έδωσε παράταση την Παρασκευή (7/2), "παγώνοντας" προσωρινά την κατάργηση της συγκεκριμένης ρύθμισης.

Σε άλλο μέτωπο, οι ανησυχίες σχετικά με τα logistics διευρύνθηκαν την Τετάρτη (5/2), όταν η Ταχυδρομική Υπηρεσία των ΗΠΑ (USPS) ανακοίνωσε ότι αναστέλλει μέχρι νεωτέρας τα εισερχόμενα δέματα από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, σε μία απόφαση με άμεση ισχύ. Αν και επηρεάζονται μόνο τα δέματα, η αναστολή μπορεί να αναγκάσει τους εξαγωγείς να χρησιμοποιήσουν άλλες ομοειδείς εταιρείες, όπως η DHL, η UPS και η FedEx. Μία τέτοια εξέλιξη δεν είναι απίθανο να προκαλέσει αύξηση της ζήτησης, η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος των εμπορευματικών μεταφορών.

Η PDD Holdings, η μητρική εταιρεία της Temu, σημείωσε πτώση 6% στις προσυνεδριακές συναλλαγές την Τετάρτη (5/2), μετά την ανακοίνωση της USPS, ενώ έκλεισε τελικά τη συνεδρίαση με χασούρα 3,43% στα 110,14 δολάρια ανά μετοχή. Την Παρασκευή (7/2), βέβαια, ενώ ο Τραμπ συνέχισε να μιλάει για δασμούς, έκλεισε σε ελαφρώς καλύτερο έδαφος, με +1,38.

Οι εταιρείες δεν έχουν κρύψει ότι θα χρειαστεί να αυξήσουν τις τιμές λόγω των δασμών. Ωστόσο, μία κρίσιμη παράμετρος είναι ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως πρόφαση για να καλυφθούν και δικαιολογηθούν ακόμη και ανατιμήσεις που δεν προέρχονται από τον δικό τους αντίκτυπο.

Όσο για τα εμπορικά σχέδια που είναι τώρα στα σκαριά, δεν είναι απίθανο πολλά εξ αυτών να αναβληθούν, ίσως και επ’ αόριστον, ενώ την ίδια στιγμή το Μεξικό και ο Καναδάς θα μπορούσαν να διαταράξουν περισσότερο τις αλυσίδες εφοδιασμού, οδηγώντας σε άνοδο των τιμών, ακόμη κι αν στη δική τους περίπτωση έχουν προσωρινά «παγώσει» οι περιορισμοί.

Προβλέψεις για πολλά σκαμπανεβάσματα στις αγορές

Μέσα σε αυτό το ασταθές κλίμα, οι οικονομολόγοι αναμένουν εκτίναξη της μεταβλητότητας στην αγορά, λόγω ενός συνδυασμού αλλαγών πολιτικής, εμπορικών αναταραχών και αλλεπάλληλων οικονομικών-συναλλαγματικών σοκ από την κυβέρνηση Τραμπ.

Παρόλο που οι διαπραγματεύσεις μπορεί να καθυστερήσουν τους δασμούς, όπως έχει ήδη συμβεί, και έτσι να μετριαστούν οι επιπτώσεις, η αποφασιστικότητα της αμερικανικής κυβέρνησης να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, μπορεί να δημιουργήσει συνεχόμενα κενά αέρος στις αγορές για την επόμενη τετραετία, με τους επενδυτές αναγκασμένους να ζυγίζουν κάθε φορά πολύ προσεκτικά τα πράγματα.

Μάλιστα, εάν οι δασμοί προκαλέσουν έναν διαρκή εμπορικό πόλεμο (κάτι που αρκετοί επενδυτές θεωρούν κινδυνολογία), όπως έγινε το 1930 με τον νόμο Smoot Hawley Act – ο οποίος αύξησε τους δασμούς σε 20.000 εισαγόμενα αγαθά σε μια προσπάθεια να βοηθήσει τους Αμερικανούς αγρότες – αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τις χρηματιστηριακές αγορές σε όλο τον κόσμο.

Η προστατευτική πολιτική του Τραμπ εγκυμονεί κινδύνους για σημαντικούς τομείς της καναδικής οικονομίας, όπως τα πετρελαϊκά αποθέματα και το φυσικό αέριο. Είναι προφανές ότι οι traders που θέλουν να εξαλείψουν κάθε πιθανό δασμολογικό κίνδυνο, θα στραφούν ευκολότερα προς τις αμερικανικές ενεργειακές μετοχές, αφήνοντας στον πάγο τις αντίστοιχες καναδικές.

Εν τω μεταξύ, από τη Δευτέρα (3/2), μετά την ανακοίνωση του Σαββάτου (1/2) για τους δασμούς, η αγορά αντέδρασε με μεγάλες διακυμάνσεις τόσο στις μετοχές όσο και στα νομίσματα. Τα σκαμπανεβάσματα, βέβαια, άρχισαν να ηρεμούν μετά την προσωρινή αναστολή σε Μεξικό και Καναδά, αλλά αναζωπυρώθηκαν μετά την “υπόσχεση” Τραμπ ότι έρχονται ανακοινώσεις για νέους ανταποδοτικούς δασμούς.

Ο Matt Rowe, στέλεχος της Nomura, υπεύθυνος για τη διαχείριση χαρτοφυλακίου και επενδύσεων, δήλωσε την Τετάρτη (5/2) στο Reuters ότι οι δασμοί έδωσαν ένα παραπάνω λόγο στην εταιρεία για να είναι ακόμη πιο προσεκτική, ενώ ήδη τους τελευταίους μήνες είχε “σφίξει τα γκέμια”, εξαιτίας των αποτιμήσεων για μετοχές και περιουσιακά στοιχεία κινδύνου.

«Είναι δύσκολο να δούμε πού ακριβώς θα πάει και πόσο θα διαρκέσει», δήλωσε ο Rowe, «αλλά αυτό που είναι εύκολο είναι να πούμε ότι δεν είναι καλό για την ανάπτυξη και για τις καταναλωτικές δαπάνες». «Είναι πιθανό να έχει αρνητικό αντίκτυπο στα κέρδη», κατέληξε.

«Η απειλή των δασμών είναι ζωντανή και δεν θα εξαφανιστεί», δήλωσε ο Michael Medeiros της Wellington Management, προσθέτοντας ότι η αβεβαιότητα θα μπορούσε να αναγκάσει την εταιρεία να διερευνήσει πιο βραχυπρόθεσμες επενδύσεις.

Οι επιπτώσεις στην Ευρώπη

Η «μικρή Κίνα», όπως αποκαλεί ο Τραμ την Ευρώπη, αναμένεται να πληγεί από τους δασμούς, εάν τελικά εφαρμοστούν, όπως έχει πλειστάκις γραφτεί. Η UBS συστήνει ψυχραιμία, αφού οι εξαγωγές της ευρωζώνης προς τις ΗΠΑ δεν είναι μεγάλες, αλλά της τάξης του 3%. Ωστόσο, JP Morgan και Goldam Sachs συμφωνούν ότι η οικονομία της Ευρώπης διατρέχει σοβαρό κίνδυνο, καθώς είναι ήδη ευάλωτη. Οι δασμοί, λένε, μπορεί να την αποσταθεροποιήσουν ή ακόμη και να την εκτροχιάσουν, ματαιώνοντας τις αναπτυξιακές προοπτικές της.

Η Goldman Sachs προβλέπει ότι η ανάπτυξη του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) της ευρωζώνης θα φτάσει το 0,7% το 2025, αρκετά κάτω από την εκτίμηση του 1% της αγοράς και την πρόβλεψη 1,1% της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο.

Πέραν τούτου, τα εταιρικά κέρδη στην Ευρώπη θα μπορούσαν επίσης να δεχτούν πιέσεις. Η ομάδα μετοχών της Goldman Sachs προβλέπει αύξηση των κερδών ανά μετοχή στην Ευρώπη μόλις 3% το 2025, πολύ κάτω από τη συναίνεση της αγοράς που βρίσκεται στο 8%.

Και για το νόμισμα οι προβλέψεις δεν είναι καλές, παρόλο που ένα πιο “αδύναμο” ευρώ θα μπορούσε να προσφέρει κάποια ανακούφιση στις ευρωπαϊκές μετοχές. Οι στρατηγικοί αναλυτές συναλλάγματος της Goldman Sachs προβλέπουν ότι η ισοτιμία EUR/USD θα πέσει στο 0,97 μέσα στους επόμενους 12 μήνες, ενώ το GBP/USD θα μπορούσε να αποδυναμωθεί στο 1,20.

Η JPMorgan υπολογίζει ότι η αυξημένη εμπορική αβεβαιότητα θα μειώσει την ετήσια ανάπτυξη της ευρωζώνης κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες τους επόμενους τέσσερις τριμήνους. Παρ’ όλα αυτά, η Szentivanyi σημειώνει ότι νέες απειλές για δασμούς, σε συνδυασμό με την ασθενή ανάπτυξη της ευρωζώνης, θα μπορούσαν να επιβαρύνουν περαιτέρω τις οικονομικές προοπτικές της περιοχής.

Πιθανή η συρρίκνωση κέρδους

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν τον πληθωρισμό, επιβαρύνοντας την οικονομική ανάπτυξη και τα εταιρικά κέρδη.

Οι στρατηγικοί αναλυτές της Goldman Sachs δήλωσαν ότι οι δασμοί που ανακοίνωσε ο Τραμπ το Σάββατο (1/2) θα μειώσουν τις προβλέψεις τους για τα κέρδη του S&P 500 κατά περίπου 2-3%, ενώ οι στρατηγικοί αναλυτές της BofA Global Research δήλωσαν ότι το πλήγμα στα κέρδη θα μπορούσε να φτάσει το 8%.

«Εάν οι εταιρείες αποφασίσουν να απορροφήσουν το υψηλότερο κόστος εισροών, τότε τα περιθώρια κέρδους θα συμπιεστούν», ανέφεραν οι στρατηγικοί αναλυτές μετοχών της Goldman. Από την άλλη, όμως, «εάν οι εταιρείες μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος στους τελικούς πελάτες, τότε ο όγκος των πωλήσεων μπορεί να υποφέρει».

Η έναρξη των δασμών αύξησε τον κίνδυνο υποχώρησης του S&P 500 κατά τουλάχιστον 5% στις αρχές του έτους, δήλωσε η Lori Calvasina, επικεφαλής της αμερικανικής μετοχικής στρατηγικής στην RBC Capital Markets.

Οι στρατηγικοί αναλυτές της UBS Global Wealth Management διατήρησαν τη Δευτέρα (3/2) την άποψή τους ότι ο S&P 500 θα κλείσει το έτος περίπου 10% πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα, αλλά δήλωσαν ότι «οι δασμοί είναι πιθανό να επιβαρύνουν τις αγορές και να συμβάλουν στη μεταβλητότητα, τουλάχιστον μέχρι οι επενδυτές να αποκτήσουν πιο καθαρή εικόνα σχετικά με την πορεία της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ». Παράλληλα, συνέστησαν τον χρυσό ως «αποτελεσματικό αντιστάθμισμα» έναντι των γεωπολιτικών και πληθωριστικών κινδύνων.

Στα τέλη της περασμένης εβδομάδας και πριν από την επίσημη ανακοίνωση των δασμών, η Robeco πρόσθεσε στη λίστα της με τα “ασφαλή καταφύγια” το χρυσό και τα αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Ωστόσο, ο επικεφαλής επενδύσεων της εταιρείας, Colin Graham, δήλωσε «είμαστε σε χειρότερη θέση από ό,τι ήμασταν την Παρασκευή», καθώς του ζητήθηκε από το Reuters να αξιολογήσει την αρχική αντίδραση της αγοράς στην αρχή της εβδομάδας.

Οι αναλυτές συστήνουν ψυχραιμία όσο το τοπίο είναι ρευστό

Ενώ οι δασμολογικές απειλές προσέφεραν στήριξη στις τρέχουσες κατανομές ορισμένων στρατηγικών επενδυτών και ενθάρρυναν άλλους να προβούν σε αλλαγές, πολλοί αναλυτές προειδοποιούν κατά των σπασμωδικών αντιδράσεων απέναντι στις ανακοινώσεις του Τραμπ.

Στη Morgan Stanley, οι δασμοί ενίσχυσαν την προτίμησή των υπεύθυνων διαχείρισης επενδύσεων για τους κλάδους των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών, του λογισμικού και των μέσων ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Όπως δήλωσαν στρατηγικοί αναλυτές της MS τη Δευτέρα (3/2) αναμένεται ότι η αγορά θα στραφεί ακόμη περισσότερο προς τις υπηρεσίες, δεδομένων των συνθηκών.

Η MS βγαίνει αληθινή, καθώς πολλές επενδυτικές έχουν κάνει στροφή στις προτιμήσεις τους και έχουν αρχίσει να κοιτάζουν προς διαφορετικούς κλάδους, του οποίους δεν επέλεγαν στο παρελθόν· ακόμη και ένα μήνα πριν.

Οι ανησυχίες για τους κινδύνους από τους δασμούς και τη γεωπολιτική αβεβαιότητα γενικότερα οδήγησαν τη Manulife Investment Management τις τελευταίες εβδομάδες να προτιμήσει πιο ασφαλείς μετοχές και να μειώσει την έκθεση σε πιο επικίνδυνες επενδύσεις υψηλής απόδοσης, όπως δήλωσε ο Nathan Thooft, επικεφαλής επενδύσεων και ανώτερος διαχειριστής χαρτοφυλακίου.

Ωστόσο, ο Thooft συνέστησε ψυχραιμία στους επενδυτές, τονίζοντας ότι η κατάσταση είναι ακόμη πολύ ρευστή και δεν μπορεί να προβλεφθεί πώς θα εξελιχθεί.

Η Baker Avenue Wealth Management, που δεν προτιμούσε μετοχές του κλάδου της υγειονομικής περίθαλψης, άλλαξε στρατηγική, καθώς πλέον τις θεωρεί περισσότερο ασφαλείς και απρόσβλητες από τους δασμολογικούς κινδύνους. Παρ’ όλα αυτά, στους ψύχραιμους συγκαταλέγεται και ο επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής της εταιρείας, King Lip, ο οποίος δήλωσε ότι κατά την γνώμη του ο Τραμπ αναγνωρίζει τις ανησυχίες που προκαλεί ένας εμπορικός πόλεμος στην οικονομία και τις αγορές, οπότε η κατάσταση θα «γίνει διαχειρίσιμη σε εύλογο χρονικό διάστημα».

#Τραμπ #δασμοί #ΗΠΑ #κόσμος #Αγορές
Keywords
Αναζητήσεις
to-kostos-enos-eborikou-polemou--ti-ektimoun-oi-analytes.htm
Τυχαία Θέματα