Μουράτος: Παράδειγμα για τα νέα παιδιά

Δεν είχε σε καμία περίπτωση το περισσότερο ταλέντο από τα υπόλοιπα παιδιά της γενιάς του. Ούτε ήταν ο πιο μπασκετικός, ο πιο αθλητικός, ο πιο καλός οργανωτής, ο πιο καλός σουτέρ. Ένας απλός ρολίστας ήταν που ευτύχησε να σηκώσει δύο ευρωπαϊκά με τις μικρές Εθνικές ομάδες και να πάρει άλλα δύο χάλκινα μετάλλια.

Δεν το λέμε εμείς, αλλά οι αριθμοί του. Τόσο το 2015 στο Eurobasket Εφήβων (U18) του Βόλου όσο και το 2017 στο Eurobasket Νέων (U20) του

Ηράκλειου δεν συγκαταλεγόταν στα μεγάλα ονόματα του ελληνικού ρόστερ. Ντόρος για το όνομα του έγινε λίγος, καμία σχέση με συνομήλικους του που βαφτίστηκαν πριν την ώρα τους, ως οι επόμενοι μεγάλοι ηγέτες του ελληνικού μπάσκετ. Στη Μαγνησία, στα 18 του χρόνια, είχε 3.3 πόντους, 2.9 ασίστ και 1.9 ριμπάουντ. Δύο χρόνια αργότερα, προερχόμενος από μία γεμάτη σεζόν στην Α2 με τη φανέλα του Ψυχικού, βοήθησε περισσότερο την Εθνική μας στο δρόμο για το χρυσό (8 πόντους, 1.9 ασίστ και 4 ριμπάουντ) αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν ο πρωταγωνιστής. Δεν τον ένοιαζε κιόλας το… σταριλίκι. Ήθελε να κάνει όλα τα μικρά πράγματα σωστά για να βοηθήσει με οποιοδήποτε τρόπο την ομάδα του να κερδίσει, για αυτό άλλωστε όλοι οι προπονητές του «στάζουν μέλι», όποτε αναφέρονται σε εκείνον.

ΠΗΓΗ: In Time Sports

Πώς κατάφερε όμως ο Βασίλης από ένας απλά καλός και ταλαντούχος νεαρός αθλητής να φτάσει να πρωταγωνιστεί στην δευτεραθλήτρια ομάδα του ελληνικού πρωταθλήματος;

Η απάντηση είναι πολύ πιο απλή από όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Ο Μουράτος δεν άφησε τα μυαλά του να «φουσκώσουν» επικίνδυνα όταν ήρθε η μεταγραφή στον Ολυμπιακό. Ο Μουράτος δεν ήθελε να κάθεται να κοιτά από το πάγκο, επαναπαυμένος σε ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο. Ο Μουράτος δεν το έβαλε κάτω ακόμα και όταν είδε να απαξιώνεται πλήρως από προπονητές και δημοσιογράφους. Δούλεψε, πήρε σωστές-λογικές επιλογές και το αποτέλεσμα τον δικαίωσε πανηγυρικά.

Στα 23 του χρόνια βλέπετε έχει περισσότερα επίσημα παιχνίδια στα πόδια του από πολύ μεγαλύτερα ταλέντα της γενιάς του. Για επίδραση στο παιχνίδι μιας ομάδας, καλύτερα να μη συζητήσουμε καν. Μία παρακολούθηση ενός αγώνα του φετινού Λαυρίου αρκεί.

Θα ήταν άδικο να μιλήσουμε για τύχη στη περίπτωση του. Θα αδικήσουμε τη δική του δουλειά, αυτή των ανθρώπων του Ψυχικού, του Φάρου, του Περιστερίου και φυσικά του Λαυρίου. Οι τέσσερις επιλογές καριέρας του ύψους 1,93 πλέι μέικερ του έδωσαν το αβαντάζ. Μιλάμε για τέσσερις συλλόγους που ξέρουν να δίνουν ευκαιρίες σε νεαρά ταλαντούχα παιδιά και το κυριότερο, ξέρουν τί θα πει ευκαιρία.

Ευκαιρία, όσο και αν μας αρέσει να τα μπερδεύουμε εδώ στην Ελλάδα, δεν είναι 10 λεπτά στο παρκέ και μετά από ένα μήνα ακόμα 10. Η ευκαιρία ισούται με ρόλο. Είτε παίξει καλά, είτε παίξει άσχημα ο παίκτης, δεν θα λοιδορηθεί, δεν θα «θυσιαστεί» στο βωμό του αποτελέσματος. Ο προπονητής θα τον εμπιστεύεται, δεν θα φωνάζει, «μη σουτάρεις, δώσε τη μπάλα στον ΧΨ» οπότε ο παίκτης πιάνει τη μπάλα.

Κι όλα αυτά ενώ το 2014 τον είχε αποκτήσει με πενταετές συμβόλαιο ο Ολυμπιακός. Ο Μουράτος δεν επαναπαύτηκε στις «δάφνες» της επιτυχίας του. Είχε να πάρει κρίσιμες αποφάσεις και αποφάσισε με γνώμωνα τί ήταν καλύτερο για τη καριέρα του. Αφού δύο ολόκληρες σεζόν κάθισε στο πάγκο του Ολυμπιακού και πήρε πολύτιμες εμπειρίες δίπλα σε ιερά τέρατα του ευρωπαϊκού μπάσκετ (π.χ. Σπανούλης-Πρίντεζης), ζήτησε να δοθεί δανεικός για να παίξει επιτέλους σε επαγγελματικό επίπεδο. Και όχι να λέει ότι παίζει.

ΠΗΓΗ: In Time Sports

Θα μπορούσε κάποιος να περιμένει, ο Μουράτος έχοντας προπονηθεί στο πλευρό τόσο σπουδαίων παικτών για δύο χρόνια να καβαλήσει λίγο τον αμανέ. Να πει «όχι» στο Ψυχικό γιατί, «δεν παίζω Α2 εγώ». Όμως όχι, αυτός δεν είναι ο Βασίλης Μουράτος. Πήγε, έπαιξε, βοήθησε την ομάδα και όλοι είχαν να πουν μόνο καλά λόγια για εκείνον στην ομάδα των Βορείων προαστίων της Αττικής. Στο φινάλε της σεζόν το πενταετές συμβόλαιο του με τον Ολυμπιακό τερματίστηκε (μετά από τρία χρόνια).

Άλλους θα τους έπαιρνε από κάτω. Άλλοι θα έβαζαν «νερό στο κρασί τους» για να μείνουν σε μία τόσο μεγάλη ομάδα. Ο Μουράτος όμως όχι. Ήθελε να παίξει, και το φώναζε. Το είχε ξεκαθαρίσει στο περιβάλλον του. Δεν τον ένοιαζε αν θα είναι Α2, Basket League, εξωτερικό. Μπάσκετ να ‘ναι και ό,τι να ‘ναι.

ΠΗΓΗ: In Time Sports

Η σεζόν 2017-2018 τον βρήκε στον Φάρο Λάρισας. Υπό την καθοδήγηση του Θανάση Σκουρτόπουλου, έπαιξε σε 26 ματς (21:37 λεπτά ανά ματς) και είχε 7.5 πόντους, 3 ριμπάουντ, 2.65 ασίστ. Σούταρε με 20% από το τρίποντο, και αυτό ήταν ένα κομμάτι που έχριζε μεγάλης βελτίωσης αν ήθελε να κάνει το επόμενο βήμα.

Η επόμενη σεζόν (2018-2019) στο Περιστέρι ήταν ένα βήμα μπροστά, από την άποψη ότι πήγε σε μία καλύτερη ομάδα. Σε 25 ματς έπαιζε 10 λεπτά, έβαζε 4 πόντους, μοίραζε σχεδόν 2 ασίστ και κατέβαζε 1,3 ριμπάουντ. Παράλληλα, το ποσοστό στα τρίποντα ανέβηκε (27%). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά τα νούμερα ήταν στο μισό χρόνο συμμετοχής από αυτόν που είχε στο Φάρο, σε μία καλύτερη ομάδα με πιο ποιοτικούς παίκτες.

ΠΗΓΗ: In Time Sports

Η συνέχεια είναι γνωστή. Το Λαύριο τον έκανε δικό του το καλοκαίρι του 2019 και rest is history που λένε και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Στα χέρια του Χρήστου Σερέλη ο Βασίλης Μουράτος έγινε ένας από τους καλύτερους πλέι-μέικερ της Basket League, βελτίωσε αισθητά το σουτ του (από μέση και μακρινή απόσταση) και έγινε πολύ πιο αθλητικός.

Για να φτάσει τελικά τη σεζόν που ολοκληρώθηκε ο Μουράτος να παίζει 27:17 λεπτά, να σκοράρει 10,3 πόντους, να μοιράζει 5.8 ασίστ και να κατεβάζει 2.7 ριμπάουντ ανά ματς. Όλα αυτά σουτάροντας με πάνω από 30% στο τρίποντο και έχοντας 12 στο Ranking!

Το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη της σεζόν δεν θα μπορούσε να καταλήξει αλλού. Θα ήταν άδικο να μην συμπεριληφθεί στη καλύτερη πεντάδα του πρωταθλήματος και προφανώς οι «σειρήνες» των ομάδων που θέλουν να τον αποκτήσουν ηχούν δυνατά αλλά εκείνος τον… χαβά του.

«Θα πάω κάπου για να κάνω αυτό που αγαπώ, να παίζω δηλαδή», θα μπορούσε κάλλιστα να λέει.

Keywords
Τυχαία Θέματα