Το συγκλονιστικό ταξίδι των παππούδων μας με πλοίο από την Ελλάδα στην Αμερική πριν 100 χρόνια

Το λιμάνι ήταν γεμάτο φωνές, αποχαιρετισμούς και βλέμματα που προσπαθούσαν να αποτυπώσουν για πάντα τα αγαπημένα πρόσωπα. Ήταν η τελευταία φορά που πολλοί Έλληνες μετανάστες έβλεπαν την πατρίδα τους. Ο ήχος των ατμόπλοιων, ο καπνός που ανέβαινε στον ουρανό, οι βαλίτσες δεμένες πρόχειρα με σχοινιά – όλα αυτά ήταν εικόνες ενός ταξιδιού χωρίς επιστροφή. Το πέρασμα από την Ελλάδα στην Αμερική πριν από 100 χρόνια δεν ήταν εύκολο. Ήταν μια δοκιμασία επιβίωσης.

Οι περισσότεροι

επιβάτες έφευγαν από τον Πειραιά, την Πάτρα ή τη Σύρο. Τα υπερωκεάνια δεν έφευγαν απευθείας για την Αμερική, αλλά σταματούσαν πρώτα σε μεγάλα λιμάνια όπως η Νάπολη, η Γένοβα ή η Μασσαλία. Εκεί, γινόταν η μετεπιβίβαση στα μεγάλα πλοία που έκαναν το υπερατλαντικό ταξίδι. Οι επιβάτες τρίτης θέσης – δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων μεταναστών – στοιβάζονταν σε αποθήκες γεμάτες κουκέτες, όπου ο αέρας γινόταν αποπνικτικός. Ο φωτισμός ήταν ελάχιστος, το φαγητό λιγοστό και οι συνθήκες ανθυγιεινές.

Το ταξίδι με το πλοίο διαρκούσε 15 έως 30 ημέρες, ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες και τη διαδρομή. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου περνούσε σε υπόγεια διαμερίσματα με ξύλινα κρεβάτια, που πολλές φορές δεν είχαν καν στρώμα. Ο θόρυβος της μηχανής, η μυρωδιά του κάρβουνου και η ναυτία από την κίνηση του πλοίου έκαναν τη διαβίωση δύσκολη. Οι περισσότεροι επιβάτες έβγαιναν στο κατάστρωμα όταν ο καιρός το επέτρεπε, αναζητώντας καθαρό αέρα και ελπίδα. Οι μέρες περνούσαν με κουβέντες για την Αμερική, για τις δουλειές που ήλπιζαν να βρουν και για τους συγγενείς που τους περίμεναν εκεί.

Το φαγητό ήταν λιτό και μονότονο. Οι επιβάτες τρίτης θέσης έπαιρναν μερίδες που περιλάμβαναν ψωμί, κονσερβοποιημένο κρέας, πατάτες και σούπες με ελάχιστο κρέας. Το νερό ήταν αυστηρά μετρημένο και συχνά όχι καθαρό. Οι τουαλέτες ήταν κοινές και δύσκολα διατηρούνταν καθαρές, δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες για ασθένειες. Συχνά υπήρχαν ξεσπάσματα επιδημιών, με τύφο, γρίπη και γαστρεντερίτιδα να θερίζουν τους επιβάτες. Όσοι αρρώσταιναν σοβαρά απομονώνονταν, και αν πέθαιναν, η μόνη επιλογή ήταν η ταφή στη θάλασσα.

Η άφιξη στη Νέα Υόρκη ήταν η πιο συγκλονιστική στιγμή. Το πρώτο πράγμα που έβλεπαν ήταν το Άγαλμα της Ελευθερίας, το σύμβολο μιας νέας ζωής. Το πλοίο αγκυροβολούσε στο λιμάνι και οι μετανάστες οδηγούνταν στο Ellis Island, όπου τους περίμεναν εξονυχιστικοί ιατρικοί και νομικοί έλεγχοι. Όσοι είχαν πυρετό ή κάποιο εμφανές πρόβλημα υγείας μπορούσαν να απελαθούν αμέσως. Πολλοί φοβόντουσαν μήπως τους θεωρήσουν ανεπιθύμητους και προσπαθούσαν να δείχνουν υγιείς, ακόμα και αν είχαν περάσει ένα ταξίδι εξουθενωτικό.

Για όσους περνούσαν τον έλεγχο, η νέα ζωή ξεκινούσε με μια βαλίτσα και μια διεύθυνση σε ένα χαρτί – συνήθως ενός συγγενή ή ενός συγχωριανού που είχε φτάσει πριν από αυτούς. Δεν υπήρχε χρόνος για ξεκούραση. Έπρεπε να βρουν δουλειά, να προσαρμοστούν σε μια ξένη χώρα και να επιβιώσουν. Το ταξίδι τους είχε τελειώσει, αλλά ο αγώνας μόλις ξεκινούσε.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα
Ελλάδα, Αμερική, 100,ellada, ameriki, 100