Hugo Horiot: «Ο αυτοκράτορας είμαι εγώ»

Ο αυτοκράτορας είμαι εγώ αναφέρει o τίτλος του βιβλίου και δεδομένου ότι ο συγγραφέας μιλάει για τον εαυτό του, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι πρόκειται για κάποιον ματαιόδοξο, με υπερβολικά μεγάλη ιδέα για το άτομό του. Βέβαια, ο υπότιτλος βάζει αμέσως τα πράγματα στη θέση τους: Ένα παιδί με αυτισμό αφηγείται. O συγγραφέας θυμάται με λεπτομέρειες τα παιδικά του χρόνια και αφηγείται υπογράφοντας με το όνομα που θέλησε να έχει, Ουγκό Οριό, διαφορετικό από το όνομα που του έδωσαν όταν γεννήθηκε, Ζιλιέν, αφού κάποια στιγμή στη ζωή του θέλησε να θάψει τον παλιό του εαυτό και να γίνει ένας

άλλος.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Και παρότι γνωρίζουμε ότι αυτός που αφηγείται πλέον είναι λέκτορας, ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας, η φωνή με την οποία αφηγείται μας κάνει να αφουγκραστούμε ένα παιδί που προσπαθεί να βρει τον εαυτό του σε έναν κόσμο κατά βάση εχθρικό. «Είμαι τεσσάρων χρονών. Είμαι πολύ σοφός. Υπερβολικά σοφός. Όταν κάτι δεν μου αρέσει, θυμώνω. Θυμώνω πάρα πολύ. Φωνάζω, αλλά δίχως λόγια. Δεν μιλώ». Έχει τον δικό του ιδιόρρυθμο τρόπο να αντιλαμβάνεται τη ζωή και συνεχώς προσπαθεί να διορθώσει αυτό που του έχει συμβεί. Να γεννηθεί. «Θέλετε ν’ ανοίξω το στόμα μου; Να επαναλαμβάνω τις ηλιθιότητες που μου λέτε από το πρωί ως το βράδυ; [...] Σαν παπαγάλος; [...] Δεν έχω τίποτα να σας πω, τίποτα να σας αποδείξω».

Από την αρχή ο αναγνώστης ξέρει με ποιον έχει να κάνει. Ο συγγραφέας τού έχει συστήσει πρωτοπρόσωπα τον τετράχρονο εαυτό του, με λιτές προτάσεις που τα λένε όλα. Η στενή σχέση με τη μητέρα φαίνεται από την αρχή, όμως ούτε σε αυτή μιλάει. Και από την αρχή έχει ξεκαθαρίσει ποιος είναι ο χειρότερος εχθρός του. Ο Ζιλιέν, δηλαδή ο ίδιος.

Αφοπλιστική η ειλικρίνεια του αφηγητή, καθώς η καθαρότητα της σκέψης του, η αναζήτηση της δικαιοσύνης και το γεγονός ότι δεν τη συναντάει εύκολα τον πληγώνει ακόμα περισσότερο και κάνει τον κάθε αναγνώστη να ταυτιστεί μαζί του. «Μια μέρα θα γίνω Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Θα είμαι πάνω από τον δήμαρχο και τους νόμους: και τότε, οι κλαίουσες θα έχουν δικαίωμα ασύλου στην επικράτειά μου. Όσο για τα φορτηγά, θα πρέπει να πηγαίνουν από μεγαλύτερους και πιο φαρδιούς δρόμους, όπου δεν θα υπάρχουν κλαίουσες, ούτε σπίτια».

{jb_quote} Το βιβλίο απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες. Τα παιδιά θα διαπιστώσουν την πιο κωμική πλευρά, ενώ οι μεγαλύτεροι θα πρέπει σοβαρά να προβληματιστούν σε ποιον κόσμο συμβάλλουν. {/jb_quote}

Εξαιρετικά έξυπνος με τον τρόπο του, διαπιστώνει τον τρόπο που λειτουργεί η εξουσία και αποφεύγει τους συμμαθητές του, διότι σε αντίθετη περίπτωση θα έμπαινε στον πειρασμό να τους οργανώσει για να πάρουν την εξουσία, ακόμα και από μεγαλύτερους ή όσους θεωρούν ότι τους ανήκει δικαιωματικά, όπως τους δασκάλους. «Να πώς μπορείς να κερδίσεις έναν πόλεμο ενάντια στους μεγάλους και τους πολύ μεγάλους: συσπειρώνοντας τους μικρούς». Και συνεχίζει απαντώντας στην παρότρυνση των μεγάλων να συμμετέχει σε δραστηριότητες: «Λοιπόν... θέλετε στ’ αλήθεια να πάω να παίξω με τους συμμαθητές μου; Ή προτιμάτε να παραμείνω το πιο φρόνιμο παιδί του σχολείου με το δέκα στα δέκα που έχω στη διαγωγή;»

Το πώς πετυχαίνεις δεκάρι στη διαγωγή το εξηγεί λίγο πιο κάτω. «Είμαι βέβαια ένας μαθητής αφηρημένος, μέτριος και συχνά εκτός θέματος, όμως στη διαγωγή διαπρέπω: δέκα στα δέκα. Πάντα. Πρέπει να παραδεχτώ ότι στον τομέα αυτό η αδιαφορία έχει αποτέλεσμα. Το μάθημα που διδάσκεται καλύτερα απ’ όλα στη δημόσια εκπαίδευση είναι ο φόβος. Ο φόβος, ο ανταγωνισμός και η υποταγή, όλα με άριστα το είκοσι».

Σπαρακτική η εξομολόγησή του, που μπορεί να προκαλέσει συγχρόνως γέλια και δάκρυα. Κι ενώ παρατηρεί τα παιδιά, που νοιάζονται μόνο για να ξεφωνίζουν και να τα βάζουν με μικρότερους, χωρίς να έχουν κανένα ενδιαφέρον για τη Γη και το Σύμπαν, σκέφτεται: «Και ωστόσο, φαίνεται ότι εγώ έχω το πρόβλημα. Το πρόβλημά μου είσαστε εσείς».

Ανάμεσα στα προβλήματά του, το εκπαιδευτικό σύστημα. «Μου φαίνεται πως όσο περισσότερο χρόνο περνάω εδώ, τόσο περισσότερο χαζεύω. Οι ιδέες μου στριμώχνονται μέσα στο κεφάλι μου. Ανακατεύονται, κονταροχτυπιούνται, η μια κυνηγάει την άλλη. Τις χάνω. Τρέμω μήπως δεν ξαναφανούν ποτέ και καταντήσω άδειος. […] Αναρωτήθηκα πολλές φορές για ποιο λόγο, στην εποχή του υπολογιστή, της εικονικής πραγματικότητας και της ψηφιοποίησης, υποχρεώνουν τους νεαρούς μαθητές να κουβαλάνε μια σάκα που μπορεί να φτάνει, για τους πιο μικροκαμωμένους, το μισό τους βάρος. Σήμερα πιστεύω ότι έχω βρει την απάντηση: είναι θέμα πολιτικής βούλησης. Θέλουν να λυγίσουν τη νεολαία, για να την εμποδίσουν να ξεσηκωθεί».

Το βιβλίο απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες. Τα παιδιά θα διαπιστώσουν την πιο κωμική πλευρά, ενώ οι μεγαλύτεροι θα πρέπει σοβαρά να προβληματιστούν σε ποιον κόσμο συμβάλλουν. Ο συγγραφέας είναι ένας ενήλικας που αποτυπώνει τις παιδικές σκέψεις του με τον αυθορμητισμό εκείνης της ηλικίας, και γι’ αυτό μπορεί να μιλάει στην καρδιά μικρών και μεγάλων.

Κάποτε θα αποφασίσει ότι είναι προτιμότερο να αρχίσει να μιλάει, και μάλιστα θα φτάσει στο άλλο άκρο, αφού θα καλέσουν τη μητέρα του στο σχολείο ζητώντας της να σταματήσει ο γιος της να χρησιμοποιεί εξεζητημένη γλώσσα και να προσαρμοστεί, δηλαδή να κατεβεί, στο επίπεδο των συμμαθητών του.

Τα χρόνια περνούν χωρίς η ζωή να βελτιώνεται και ο αφηγητής φτάνει στο Λύκειο, όπου όλοι συνεχίζουν να τον φωνάζουν Ζιλιέν. «Με βολεύει. Γιατί έτσι δεν είμαι παρών. Ποτέ δεν ήμουν μαζί τους». Την εποχή εκείνη θα βρει επιτέλους έναν χώρο όπου νιώθει καλά, το θέατρο. Και εκεί όμως το εκπαιδευτικό σύστημα θα του αφήνει ελάχιστες ώρες για να αφοσιωθεί σε αυτό που τον γεμίζει.

Τελευταίο κεφάλαιο η διήγηση από την άλλη πλευρά, της μητέρας. «Μαζί σου, γέλασα μερικές φορές. Γέλασα πολύ». Μια ματιά ανατροπής από τα υπόλοιπα κεφάλαια, η ματιά μιας μαμάς η οποία… «Λίγο μετά βρίσκομαι μ’ ένα δαίμονα που ουρλιάζει στην αγκαλιά μου». Στο κάτω κάτω, ο αφηγητής δεν το έχει κρύψει από την αρχή: «Όταν κάτι δεν μου αρέσει, θυμώνω. Θυμώνω πάρα πολύ». Μόνο που η εξαιρετική λογική του σε όλο το βιβλίο μάς κάνει να το ξεχάσουμε. Και μας το θυμίζει στο τελευταίο κεφάλαιο η μητέρα του, η οποία θαυμάζει την ικανότητά του να αντιστέκεται και με τη σειρά της αντιστέκεται σε ένα σύστημα με άχρηστες θεραπευτικές παροχές.

Οι Εκδόσεις Στίξις, σε μετάφραση Ειρήνης Κωστούλα-Αργυρού, δίνουν ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, που θα έπρεπε όλοι να διαβάσουν, μια και ήπιες ή σοβαρότερες μορφές αυτισμού υπάρχουν παντού γύρω μας, ίσως και μέσα μας. Στοιχεία από αυτές ίσως συνιστούν την ικανότητά μας να ονειρευόμαστε, την οποία θα έπρεπε να μπορούμε να διατηρήσουμε μεγαλώνοντας.

Ο αυτοκράτορας είμαι εγώ
Ένα παιδί με αυτισμό αφηγείται
Ουγκό Οριό
Μετάφραση: Ειρήνη Κωστούλα-Αργυρού
Επίμετρο: Françoise Lefèvre
Στίξις
178 σελ.
ISBN 978-618-83051-9-9
Τιμή €12,72

Keywords
Τυχαία Θέματα