Αναστασία Γκίτση: «Ό,τι λύπει συναρμολογείται»

Ελάχιστες φορές έχω διαβάσει ένα ποιητικό βιβλίο, μια σύνθεση όπως αυτήν της Αναστασίας Γκίτση, με σφιγμένα δόντια. Από την πρώτη σελίδα η ηθελημένη ορθογραφία δίνει την συγκολλητική ουσία της ύπαρξης και της ποίησης της Γκίτση, λύπη. Η λύπη και η απουσία συναρμολογεί οδηγώντας πού; Θα το ανακαλύψει ο αναγνώστης στην δεύτερη σελίδα.

Η Αναστασία Γκίτση είναι διακεκριμένη θεολόγος, αγαπημένη ποιήτρια και ένας πολύμοχθος νους και στις πέραν της Ελλάδος εκπαιδευτικές και καλλιτεχνικές γειτονιές.

Τέσσερις

γαλάζιες σελίδες, σαν να χωρίζουν σε ενότητες/αναφορές τα τοπία της ποιήτριας και ανάμεσά τους σαν να απαντούν οι λευκές θέτοντας παύσεις στα αγωνιώδη ερωτήματα – ή όχι; Γράφει στην πρώτη γαλάζια σελίδα της:

Ό,τι ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ότι ΛύΠη
κάτω απ’ τα σκεπάσματα
έτσι ξεμαθαίνουν τα σώματα
στα σκοτάδια
γίνονται μάτια οι σκόνες

Και η πρώτη λευκή σελίδα της ευαγγελίζεται την ελπίδα…

κάποτε
όσοι αγαπάμε απροϋπόθετα το φως
θα μαζευτούμε δίπλα στη θάλασσα
χωρίς να μιλάμε

Το έχω βιώσει αυτό. Εισέρχομαι μέσα στον στίχο. Έτσι, όση αγωνία και να μου γεννάται, συνεχίζω. Η Αναστασία Γκίτση συνέθεσε ποίηση που πάλλεται από υπαρξιακή αγωνία, αλλά και πληρότητα. Κάθε της φθόγγος όμως γίνεται φόβος και παλμός. Δεν ξέρω αν είναι ερωτικός, πάντως είναι σάρκινος.

Μένω σιωπηλή και ρεμβάζουσα, απολαμβάνω ποίηση. Ναι, για μένα αυτό είναι ακριβώς το βιβλίο της Γκίτση: ποίηση, αυτό που σε αρπάζει από το κέντρο του στήθους και, συνήθως, δεν μπορείς ή δεν μπορώ να εξηγήσω γιατί… ποιεί ακόμη και λέξεις, όπως οι παλιοί ποιητές: μ’ έχεις ισοβήσει. Η ποιήτρια τινάζει την κόκκινη κάπα της κανιβαλικής μας πραγματικότητας, είμαστε ό,τι τρώμε:
– Τα παιδιά μεγαλώνουν καταπίνοντας εποχές κι εμείς καταπίνοντάς τα –
Η ποιήτρια γεννάει με οδύνες αλήθειες. Δεν δάγκωσε τίποτα απαγορευμένο, το ομολογεί (να τους πεις/ πως τίποτα/ δεν δάγκωσα/ απαγορευμένο), όμως ποιος καταλαβαίνει στους καιρούς μας; Σε ποιους να το πεις;

θα πάψω να μιλώ σαν σχηματίσω χείλη

Ακρωτηριασμένη στο ποίημα: αντιστίξεις. Ε, κραυγές είναι οι στίχοι της, τριγμοί που ματαίως αναζητώ να τους διαβάσω… όλο μου ξεφεύγουν μέσα στο πένθος και την απόσταση, μέσα στην απουσία. Κι άλλη γαλάζια σελίδα.

ό,τι Λύπει Λυπή
έφυγες
με όλη την πείνα και τη δίψα του θηρίου
έφυγες
σταλάζει ακόμη η φλέβα της φυγής
ο τριγμός μου σε καταπίνει
υπογείως

{jb_quote} Ποίηση που πάλλεται από υπαρξιακή αγωνία, αλλά και πληρότητα. Κάθε της φθόγγος όμως γίνεται φόβος και παλμός. Δεν ξέρω αν είναι ερωτικός, πάντως είναι σάρκινος. {/jb_quote}

Η ποίηση της Γκίτση δεν ακροβατεί στην θρησκευτικότητα, παρότι θα μπορούσα να την διαβάσω και έτσι, ακροβατεί όμως στην παιδικότητα. Με ψήγματα χρυσού αυτής της οδυνηρής παιδικότητας μέσα στον λόγο ενηλίκου.

επειδή πρέπει να γραφτεί ό,τι με λόγια
να περιγράψεις δεν περιγράφεται

Σεργιανά σε πόλεις άλλοτε αγαπημένες και άλλοτε λερές, η κριτική ξεκάθαρη, μα η ποίηση παραμένει κρυπτική.

σάπισε η πόλη στο στόμα μου
κατά πού να φτύσω
δεν ξέρω

Στην τρίτη γαλάζια σελίδα αχνοφαίνεται η κάθαρση

Ο,ΤΙ ΛύΠη ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΕΙΤΑΙ
μετά τις άσκοπες ομιλίες
γυρνούσα σπίτι
κάθε σελίδα κι ένα δωμάτιο
κλειστό

Ποίηση κρυπτική, αλλά και ποίηση που φαίνεται να παίζει με τις λέξεις, τα γράμματα και τα σχήματα, όμως στην πραγματικότητα αποδίδει το γεγονός του θανάτου και της φθοράς χωρίς καν να αναφέρεται σε αυτό.

|pause|
Παύομαι αδιαλείπτως
|pause|
|paus|
|pau|
|pa|
|p|
||

Αποδίδει τα πένθη: ο πατέρας αλλάζει πλευρό στον ουρανό.

Στην τέταρτη γαλάζια σελίδα η ποιήτρια αποκαλύπτει την αλήθεια:

Ο,ΤΙ ΛείΠει ΛυΠεί
πατέρα ο θάνατος είναι πράξη μαθηματική
Είναι αφαίρεση

Κι ύστερα, γίνεται ιέρεια η ποιήτρια σε πόλεις που μυρίζουν καπνό και στίχους ποιητών, σαν να (μας) κάνει κοινωνούς της (κρυφής) μνήμης της:

εσύ στο εγώ
μου έδειχνες
ένα σπίτι που μύριζε
κανέλα
και
λιωμένη σοκο

λαχτάρησα
μια σκιά
ιέρεια θεάς
που μου γυρνάει το μέσα κόκαλο
κάθε νύ

χτώθηκα
στα μπερδεμένα φύκια
της θάλασσας
που έδειχνε το σπίτι
που μύριζε κανέλα
και
λιωμένη άχν

α δεν ακούγεται στο όνειρό μου

Οι φίλοι, οι έρωτες, οι πόλεις, οι ποιητές, οι αγάπες, όλα είναι εδώ και είναι στίχοι, όλα μπλεγμένα και πλεγμένα με αίμα. Ποίηση των αναστροφών, των αλλαγών στις φωνές των ρημάτων και των ανθρώπων. Εγώ την αισθάνθηκα καταδική μου και την απόλαυσα.

κάνει ψύχρα μέσα
έχω νυχτώσει προ πολλού
θα μάθω να κλαίω πιο σιωπηλά
όπως έμαθα να σηκώνω τα γόνατα απ’ το μπουσούλημα

Διαβάστε την σύνθεση της Αναστασίας Γκίτση – ίσως σας δυσκολέψει, όμως δεν θα σας διαψεύσει.

Ό,τι λύπει συναρμολογείται
Τοπιο_ραφίες
Αναστασία Γκίτση
Σαιξπηρικόν
σ. 96
ISBN: 978-618-5692-21-6
Τιμή: 10,00€

Keywords
Τυχαία Θέματα