Ελένη Λιντζαροπούλου: «Παραλλαγές στο παράφορο»

Παραλλαγές στο παράφορο τιτλοφορείται η τελευταία ποιητική συλλογή της Ελένης Λιντζαροπούλου. Τα ποιήματα της συλλογής θυμίζουν φύλλα ημερολογίου ενός παράφορα ερωτευμένου.

Είναι παράφορα ερωτευμένη η ποιήτρια με τον άνθρωπο, με την ποίηση, με τον έρωτα, με τον Θεό – με τον οποίο έχει διαμορφώσει μια εντελώς προσωπική σχέση. Η ποίηση είναι το μέσον με το οποίο μιλάει δυναμικά για όλες τις σχέσεις της, για όλα όσα την πονούν, την θλίβουν. Θα λέγαμε ότι η συλλογή αυτή είναι μια de profundis εξομολόγηση με σημείο αναφοράς τον άνθρωπο, ενώ δεν λείπει και το προσωπικό βίωμα. Μοιάζει

με «ξεκαθάρισμα» πραγμάτων που πρέπει οπωσδήποτε να ειπωθούν, για να προχωρήσει παρακάτω.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Το «παράφορο» κάνει την εμφάνισή του στο πρώτο ποίημα της συλλογής και συνδέεται με τον έρωτα. Είναι μάλιστα «Ατελώς Παράφορο», καθώς στον έρωτα μπαίνουμε ολοκληρωτικά, διακινδυνεύοντας, δινόμαστε και δεν πληρώνουμε «δασμούς» γι’ αυτό. Παράφορα παραχωρούμε τον εαυτό μας.

Με το επίρρημα «ατελώς» η ποιήτρια δημιουργεί μια σειρά από σχήματα οξύμωρα ή παράδοξα, που αποτελούν τίτλους ποιημάτων. «Ατελώς Εγώ Ι», «Ατελώς Εγώ ΙΙ», «Ατελώς Αναμάρτητο», «Ατελώς Απουσία». Εδώ παίζει με τις έννοιες και τις σημασίες. Πότε μιλά για το ανολοκλήρωτο του εαυτού, που μ’ αυτό όμως πορευόμαστε κι αυτό είμαστε. Δεν καταφέρνουμε τα πάντα, αλλά μπορούμε να αγαπάμε με ειλικρίνεια, να βιώνουμε τις ήττες και τις νίκες μας. Υπογραμμίζει μ’ εκείνο το «ουδείς» πως η αναμαρτησία σίγουρα δεν αφορά σε ανθρώπους. Δεν υπάρχει «εντελώς» αναμάρτητο… Όσο για την Απουσία… η παρουσία ενός ανθρώπου που αδιαφορεί παντελώς για τον Άλλον είναι μια βάναυση «απουσία».

Στον αντίποδα υπάρχει το «Ασφαλώς Παράφορο», που μας κάνει ν’ αναρωτηθούμε από πότε το παράφορο δημιουργεί συνθήκες ασφαλείας. Απαντά το ποίημα ή, ορθότερα, η ποιήτρια, μόνο όταν ζεις με την αυταπάτη.

Ως γνήσια ποιήτρια βρίσκεται σε πραγματική, ουσιαστική σχέση με τον κόσμο, τους ανθρώπους και τις τραγωδίες τους. Η σχέση της είναι σχεδόν μεταφυσική. Συμμετέχει σ’ αυτές και θρηνεί (βλ. ποιήματα «Εγκώμια», «Ζήτα όπως Ζακ», «Βαρέθηκα να Βρέχει», «Στιγμιότυπο Απριλίου Ι», «Στιγμιότυπο Απριλίου ΙΙ», «Straight Wire Rhapsody»). Μπαίνει μέσα στην κοινωνία όπως οφείλει να κάνει ο ποιητής, αλλά κι ο γνήσιος Χριστιανός – ιδιότητα που η ποιήτρια δεν αρνείται, αντίθετα φαίνεται να της δημιουργεί μεγαλύτερη ευθύνη, καθώς πρόκειται για σχέση ουσιαστική. Βλέπουμε να θρηνεί για τον θρήνο της Μάγδας Φύσσα («Εγκώμια») ως εάν θρηνούσε την Μ. Παρασκευή πλάι στην Θεομήτορα, αλλά κι όπως θα θρηνούσε αν βρισκόταν στη θέση της γυναίκας εκείνης.

Κοινωνική η ποίησή της, αλλά συναντά και την Θεολογία: «Τι άλλο να θέλει ο Θεός/ Όλα διάχυτο ένα Φως»… «Η Αγάπη Εκεί ιδρώνει/ Στάζει ο Βράχος Λόγια του μεσημεριού/ Στον Ιωάννη» (Νήσος Καλουμένη) ή «Μεταλαμβάνω/ Σε μία μόνη λέξη ο Κόσμος όλος/ Σε μία μόνη λέξη όλος ο Θεός/ Ο δικός μας που δεν τελειώνει μα Έρχεται/ Θα συναντηθούμε το ξέρεις, ανταμώσαμε ήδη σε μία βεβαιότητα» («Εφήμερες Παρακλήσεις», Μνήμη Γιώργου Ζουγανέλη). Στην ποίηση της Λιντζαροπούλου δεν μιλάμε για στοιχεία θρησκευτικότητας, αλλά για «Θεολογία εν ποιήσει»! Υψηλά νοήματα προσεγγίζονται βιωματικά από την ποιήτρια.

{jb_quote}Προσεγγίζει τις καταστάσεις βιωματικά προκαλώντας ποικίλα συναισθήματα, χωρίς ωστόσο η καταγραφή τους να εκπίπτει σε απλό υποκειμενισμό.{/jb_quote}

Ξεχωριστή θέση στην ποίησή της κατέχει η Γυναίκα. Η γυναίκα-μάνα (Μ. Φύσσα), η γυναίκα που κακοποιείται – η ποιήτρια με τόλμη θίγει ένα από τα τραγικότερα ζητήματα της εποχής μας. Στο ποίημα «Βαρέθηκα να Βρέχει» η παρήχηση των δύο βήτα του τίτλου οδηγεί στον τελευταίο στίχο-γροθιά: «Η απουσία συναίνεσης δεν θεωρείται ακόμη βιασμός». Ενδεικτικά της γυναικείας κατάστασης και απογοήτευσης τα ποιήματα: «Γυναίκα του Στρατιώτη» και «Γυναίκα καθώς Πρέπει».

Στη συλλογή, μεγάλο μέρος καταλαμβάνουν ποιήματα για τον Έρωτα, μια από τις δύο συμπαντικές δυνάμεις. Άλλοτε διάφανα κι άλλοτε υπαινικτικά, η ποιήτρια αναφέρεται σ’ έναν έρωτα απόλυτο: «Δεν θέλω τα περισσεύματα/ Το υστέρημά σου θέλω», που κάνει την ίδια ν’ αναρωτιέται: «Ω, πώς κατάφερα έτσι εγώ να σ’ αγαπήσω;». Ακόμη κι αν αυτός πληγώνει, κι αν είναι «Ποιητική ήττα».

Απέναντι στον Έρωτα η άλλη συμπαντική δύναμη, ο Θάνατος. Είτε ως βεβαιότητα είτε ως γεγονός, και μάλιστα τραγικό λόγω φανατισμού, είτε εξαιτίας άλλων λόγων, είτε ως βίωμα εξαιτίας της φυγής αγαπημένων προσώπων, είτε ως φόβος και φυσικά κατάληξη όλων, δίνει κι αυτός το «παρών» («Απαγορεύεται το Κάπνισμα», «Επείγον»). Όμως υπάρχει η ποίηση για να ειπωθούν όλα, οι φόβοι, οι πόνοι, οι τραγωδίες σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, να ειπωθούν οι απώλειες, ο θρήνος («Ελεγείες», «Στους Ποιητές»), αλλά και να επικοινωνήσει με τον αγαπημένο φίλο, και να ξορκίσει επίσης.

Η ποιήτρια μας χαρίζει μια συλλογή γεμάτη ένταση συναισθημάτων, μια συλλογή μεστή νοημάτων. Η ποίηση της Ελένης Λιντζαροπούλου χαρακτηρίζεται επίσης για την ζωντάνια και τον πλούτο της γλώσσας της. Τα ρωμαλέα επίθετα, η έμφαση στα ρήματα, δίνουν εικόνες πλούσιες και όμορφες. Ενάργεια στις περιγραφές. Εικόνες που συνδυάζουν το ρεαλιστικό με το υπερρεαλιστικό στοιχείο σε απόλυτη αρμονία, με αποτέλεσμα μια ποίηση δυναμική και ζωντανή. Η ποιήτρια εκκινεί από το προσωπικό βίωμα και μεταστοιχειώνει τις ριζικές εμπειρίες του προσώπου σε ποίημα. Προσεγγίζει τις καταστάσεις βιωματικά προκαλώντας ποικίλα συναισθήματα, χωρίς ωστόσο η καταγραφή τους να εκπίπτει σε απλό υποκειμενισμό.

Παραλλαγές στο παράφορο
Ελένη Λιντζαροπούλου
Αρμός
92 σελ.
ISBN 978-960-615-344-0
Τιμή €10,00

Keywords
Τυχαία Θέματα