«Έπρεπε να του έχω σφιγμένα τα λουριά… (Ρέιμοντ Κάρβερ)» του Πέτρου Γκάτζια

Πολλές φορές, ο Ρέιμοντ Κάρβερ έδειχνε να μην ξέρει πού βρίσκεται και πού πηγαίνει, σχεδόν σαν τους ήρωές του. Είναι κάτι που ακόμη σχολιάζουν οι άνθρωποι οι οποίοι τον έζησαν από κοντά. Ακόμη και η ίδια του η μητέρα είχε πει κάποτε μεταξύ σοβαρού και αστείου, αναφερόμενη στην παιδική του ηλικία: «Έπρεπε να του έχω σφιγμένα τα λουριά».

Άνοιξη του 1987. Ο Κάρβερ βρίσκεται στο Παρίσι. Γάλλος δημοσιογράφος τον ρωτά: «Γιατί επιλέξατε να γράφετε διηγήματα και όχι μυθιστορήματα;» Η απάντησή του δικαιώνει τα λόγια της Έλα Κάρβερ. Ο γιος της έγινε διηγηματογράφος, γιατί έτσι τα έφερε η

ζωή: «Ήμουν πολύ νέος. Παντρεύτηκα στα 18. Η γυναίκα μου ήταν 17 και έγκυος. Δεν είχα καθόλου χρήματα και έπρεπε να δουλεύω όλη την ώρα για να αναθρέψω τα δυο μας παιδιά. Ήταν επίσης απαραίτητο να πάω στο πανεπιστήμιο, για να μάθω πώς να γράφω, και ήταν αδύνατον να αρχίσω να γράφω κάτι που μπορεί να μου έπαιρνε δύο με τρία χρόνια. Έτσι, άρχισα να γράφω ποιήματα και διηγήματα. Μπορούσα να κάτσω στο γραφείο, να αρχίσω και να τελειώσω μέσα σε λίγες ώρες».

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Ο Κάρβερ θεωρούσε πως ένα διήγημα και ένα ποίημα είναι πιο κοντά το ένα στο άλλο, απ’ ό,τι ένα διήγημα με ένα μυθιστόρημα. Ο ίδιος όμως αγαπούσε περισσότερο την ποίηση και, όταν τον ρωτούσαν πώς επικοινωνούν οι ιστορίες του, τι είναι δηλαδή αυτό που τις συνδέει, είτε είναι γραμμένες σε πρόζα είτε σε ποίηση, έδινε γελώντας την αφοπλιστική απάντηση για το τι κοινό έχουν: «Τα διηγήματα και τα ποιήματά μου είναι μικρά».

Είναι αλήθεια πως ο Κάρβερ έκανε πολλές δουλειές μέχρι το 1983, όταν βραβεύτηκε με ένα χρηματικό ποσό για τις ιστορίες του, το οποίο τον βοήθησε έκτοτε να ζει από τη συγγραφή. Είχε προσπαθήσει, ωστόσο, να κερδίσει τα προς το ζην κάνοντας, μεταξύ άλλων, τον υπάλληλο σε πρατήριο βενζίνης, τον διανομέα και τον θυρωρό.

Τον Μάρτιο του 1986, το ιταλικό περιοδικό Panorama τον ρωτά: «Ορισμένοι κριτικοί αλλά και κάποιοι νεότεροι συγγραφείς σάς θεωρούν “πατέρα” του νέου κύματος». «Είμαι πατέρας μόνο των παιδιών μου», απαντά εκείνος.

Πολλά χρόνια νωρίτερα, το 1971, φοιτητές σε πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια είχαν εντυπωσιαστεί από το πόσο ήθελε να περνά απαρατήρητος. Είχε έρθει ως προσκεκλημένος ποιητής, δεν κάθισε όμως μαζί με τους υπόλοιπους ομιλητές, αλλά μαζί με τους φοιτητές, φορώντας σκούρα γυαλιά και καπνίζοντας μανιωδώς. Όταν ο καθηγητής τον προλόγισε, εκείνος απλώς μουρμούρισε μερικά ποιήματά του και ξανακάθισε στη θέση του. Είχε όμως κάτι, όπως είπαν αργότερα, που τους έκανε να νιώθουν κοντά του, παρότι στο πανεπιστήμιό τους εκείνες τις ημέρες είχε έρθει προσκεκλημένος ποιητής και ο επικοινωνιακός Μπουκόφσκι, ο οποίος τους συστήθηκε με χιούμορ, για να σπάσει τον πάγο, ως «ο πιο άσχημος άνδρας στον κόσμο». Αυτό όμως είναι μια άλλη ιστορία…

Keywords
Τυχαία Θέματα