Γιώργος Γκόζης: «Ζαφείρη, μη φοβάσαι, πάρε μια βέσπα»

08:19 3/2/2023 - Πηγή: Diastixo

Τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά (πέρα από την εκπληκτική δομικά συμπεριφορά των κειμένων) που συναντάμε στην πεζογραφία του Γκόζη: κατ’ αρχάς την έντονη ειρωνεία, το χιούμορ, μαύρο ενίοτε, τη σάτιρα που επικαλύπτει το σώμα, σε σημείο μάλιστα να προκαλείται όχι απλώς ευχάριστη διάθεση, αλλά έκλυση γέλιου και βουρκώματος, εξ αυτού, των ματιών. Στη συνέχεια, στο μεγαλύτερο μέρος τους τα βιβλία του Γκόζη έχουν τη σφραγίδα της γενέτειρας πόλης, της Θεσσαλονίκης,

στην οποία ο δημιουργός αφιερώνει σελίδες επί σελίδων, για να αναδείξει όλο της το πολιτισμικό μεγαλείο (στο παρόν βιβλίο στην πόλη ενυπάρχει το ήμισυ των διηγήσεων – το λέει άλλωστε και ο όρος, έχουμε και την ιστορική αλλά και τη λογοτεχνική της παρακαταθήκη). Και τέλος, στα πεζά του Γκόζη αναφέρονται υπαρκτές προσωπικότητες (αλλά και αντιήρωες), υπαρκτά μέρη, υπαρκτές οντότητες. Άρα, για να καταλήξουμε σε ένα πρώτο συμπέρασμα, έχουμε χιουμοριστικές ενότητες, που αφορούν πολίτες της Θεσσαλονίκης –όπως και άλλων περιοχών– και όχι μόνο μέσα από μια μυθοποιητική διαδικασία και διεργασία, αλλά από μια αληθινή έκβαση εμπνεύσεων, η οποία έρχεται από μακριά και καταλήγει στο μέλλον, ούτως ώστε και χωρίς υπερβολή να εντάσσεται σε μια προσωπική δυναμική για κάποια μοτίβα, που εισχωρούν σε λογοτεχνικούς θύλακες με απαράμιλλη επιθετικότητα.

Στον Γκόζη όλα είναι αλήθεια και όλα είναι ψέματα. Εκεί που νομίζει κανείς πως μιλά ρεαλιστικά, στην ουσία έχει να κάνει με ένα επινενοημένο τέχνημα. Και εκεί που κάποιος θεωρεί ότι ψεύδεται, μέσα στις συνθήκες της τέχνης του, εκεί λέει πάντα αλήθεια. Αν με ρωτήσει κανείς πώς διακρίνεται η αλήθεια από το ψέμα, θα απαντήσω πως ούτε εγώ ξέρω πού είναι εγκιβωτισμένα, απλώς τα οσμίζομαι, απλώς υποθέτω, απλώς υποψιάζομαι. Αυτή όμως δεν είναι η μαγεία της πεζής εκδοχής του λόγου; Να μην ξέρεις πότε ο συγγραφέας είναι τίμιος με τον εαυτό του και πότε είναι τίμιος με τους αναγνώστες του. Για παράδειγμα, το διήγημα με τον έμπορο (ας με συγχωρήσει ο συγγραφέας, δεν ανατρέχω σε τίτλους, οι οποίοι όμως είναι το λιγότερο σουρεαλιστικοί) λέει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι στη σχέση του με την Εφορία και το κράτος, καθώς υφίσταται μια τεράστια απώλεια χρημάτων, από τη στιγμή που η ταμειακή μηχανή βγάλει την απόδειξη. Ενώ στο διήγημα με τον συγγραφέα, ακόμη και αν ο ίδιος έχει γράψει κάτι παρόμοιο για το ποδόσφαιρο, σε καμιά περίπτωση δεν ισχύουν όσα ο Γκόζης απαριθμεί, ξεκινώντας από περιοδικά και καταλήγοντας στα βιβλία του. Τι θέλω με αυτό να πω. Πως ένας συγγραφέας, που εννοεί τον πεζό λόγο αλλά παράλληλα ξέρει πως χωρίς φαντασία ο λόγος αυτός γίνεται εφημερίδα, τοποθετεί όπως πρέπει και όταν πρέπει στοιχεία φανερά και κρυφά, στοιχεία που ενυπάρχουν μέσα τους, που εμπεριέχουν μια –όπως την αντιλαμβανόμαστε όλοι– αλήθεια και στοιχεία από κυήματα του εγκεφάλου, και όχι μόνο από κομμάτι σε κομμάτι αλλά και μέσα σε καθένα από αυτά, σχεδόν συμπληρωματικά.

{jb_quote}Αυτή όμως δεν είναι η μαγεία της πεζής εκδοχής του λόγου; Να μην ξέρεις πότε ο συγγραφέας είναι τίμιος με τον εαυτό του και πότε είναι τίμιος με τους αναγνώστες του.{/jb_quote}

Ο πεζογράφος Γκόζης γράφει απλά και κατανοητά, με απογυμνωμένο λόγο, κοφτή έκφραση και κωμικές παραμέτρους, που δίνουν στις διηγήσεις του τον χαρακτήρα ψυχαγωγίας με όλη τη σημασία της λέξης. Η ατμόσφαιρα αυτών των πεζών είναι χαλαρή. Και –θα έλεγα– επιφανειακή. Δεν προτίθεται ο ίδιος να μας τοποθετήσει σε κάποια δυσθεώρητα βάθη, δεν τον ενδιαφέρει η απρόσιτη φιλοσοφία, ούτε η βαρύγδουπη ποίηση (αυτά τα πράγματα είναι για άλλους, όχι για τον ίδιο) πέραν του ότι επιθυμεί να επικοινωνήσει μαζί μας μέσα από τη φιλοσοφία της καθημερινής μας ζωής και την ποίηση, ακόμα και των ερωτικών σκιρτημάτων. Το ύφος παραλλάσσει ανάλογα την περίπτωση, πάντως στοχαστικά κοιτώντας το παραμένει ενιαίο. Τέλος, η γλώσσα και η εκφραστική εκφορά είναι πάνω απ’ όλα ψυχαγωγική, ματώνει ο δημιουργός για να μας κάνει να νιώσουμε καλά, δεν υφίστανται δράματα, δεν αναφέρονται τραγωδίες, δεν έχουμε έπη, ογκώδη και πολυσέλιδα επεισόδια και παραστατικά, δεν έχουμε κλάματα ούτε για μικρές καταστροφές, δεν έχουμε πολέμους, μάχες, αντιπαραθέσεις, φόνους κ.ο.κ. Άρα, ερχόμαστε σε επαφή με ένα βιβλίο, το οποίο επιμένει μέσω του δημιουργού του να θέλει να μας κάνει καλό, να μην επιδιώκει να μας μαυρίσει το μυαλό και την ψυχή, ενώ παράλληλα γίνεται μάθημα σε όσους νομίζουν πως η υψηλή λογοτεχνία γράφεται μόνο με αρνητισμούς και όχι με θετικό πρόσημο, κάτι ανάλογο με εκείνο που λέγεται στους δημοσιογραφικούς κύκλους, πως η καλή είδηση δεν είναι είδηση.

Οι Θεσσαλονικείς ποιητές και πεζογράφοι (και αυτό έχει λεχθεί κατά κόρον, δεν είμαι δα ο πρώτος που το αναφέρει) είναι αλήθεια πως αποτελούν μια ειδική σχολή λογοτεχνών για τον ελλαδικό χώρο, από τους προγενέστερους και τους τεθνεώτες μέχρι τους σύγχρονους, οι οποίοι και συνεχίζουν, όπως ο Γκόζης – ένας ιδιόμορφος συγγραφέας, ένα κόσμημα και για την πόλη και ευρύτερα. Έτσι, μια και έχοντας μελετήσει αυτή τη σχολή, έχοντας διαβάσει το σύνολο των βιβλίων που εκδόθηκαν με σφραγίδα Θεσσαλονικιού, με ενδιαφέρει ο Γκόζης, κατά πόσο δηλαδή είναι γνήσιος απόγονος ενός Πεντζίκη, ενός Μπακόλα, ενός Καζαντζή (για να μείνω μέχρις εκεί) και αυτό που απροκάλυπτα είναι, ότι πράγματι δηλαδή αποτελεί, σε αυτή τη χρονική συγκυρία, ένα σεβαστό μέλος της λογοτεχνικής κοινότητας της πόλης. Αυτό όμως δεν πρέπει να μείνει μόνο μεταξύ μας. Είναι ανάγκη τεράστια (και πάλι δεν ανακαλύπτω την Αμερική) να προωθηθούν, να διαβαστούν πιο επιστάμενα και να διαδοθούν συγγραφείς όπως ο Γκόζης, ο οποίος ακόμη και αν μας φτιάχνει τη διάθεση, δεν γράφει μόνο για πάρτη του, δεν γράφει μόνο για να ικανοποιήσει τον εαυτό του, αλλά για όλους εμάς.

Ζαφείρη, μη φοβάσαι, πάρε μια βέσπα
Γιώργος Γκόζης
Ποταμός
σ. 152
ISBN: 978-960-545-188-2
Τιμή: 12,00€

Keywords
Τυχαία Θέματα