Λευκάδιος Χερν: «Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό»

20:17 6/6/2023 - Πηγή: Diastixo

Σε πρόσφατο βιβλιοκριτικό μου κείμενο είχα ασχοληθεί με τις Ιστορίες της Ανατολής, αφηγημένες από τη Γαλλίδα συγγραφέα και ακαδημαϊκό Μαργκερίτ Γιουρσενάρ (βλ. εδώ). Αυτή η αντιπροσωπευτική ανθολόγηση πέντε γοητευτικών αφηγημάτων του Λευκάδιου Χερν, από τις Εκδόσεις Αιώρα, σε αισθαντική μετάφραση της Θεοδώρας Πασαχίδου και του Άρη Λασκαράτου, και σχεδιασμό του καλαίσθητου εξωφύλλου από τη Μαρία Γενιτσαρίου, έρχεται να μας

ξεναγήσει στη μαγική και μαγευτική ενδο-χώρα της ονειροφαντασιακής «γένεσής» του.

Από μύθους της Άπω Ανατολής αντλημένες οι τέσσερις πρώτες ιστορίες, μας εισάγουν –μ’ αυτό το χαρακτηριστικό σπάραγμα του κόσμου του συγγραφέα τους– στα παρα-μυθικά άδυτα της ιαπωνικής ψυχής, όταν μυθοποιεί συναίσθημα και αξίες, συγκροτώντας τη λαϊκή πρώτη ματιά της πολιτισμικής ιδιολέκτου των απαρχών. Ενώ η τελευταία ιστορία: «Θυμάμαι έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό», γραμμένη με τη ρεμβώδη, βαθιά νοσταλγική, ονειρική γραφή του συγγραφέα, συνιστά μιαν αυτοβιογραφική κατάδυση σε σκιώδεις μνήμες παιδικές, που φέρουν το δεινούμενο, μέσα στον χρόνο, τραύμα της πληγωμένης του ψυχής – την επώδυνη στέρηση της μητρικής αγκαλιάς. Έτσι, η ολιγοσέλιδη αυτή έκδοση, τόσο με το εισαγωγικό σημείωμα και το διαφωτιστικό χρονολόγιο, όσο και με τις επιλεγμένες, από διαφορετικά έργα του συγγραφέα, ιστορίες και την αναφορά των πηγών τους, προσφέρει, πυκνωμένο, ένα δείγμα γνωριμίας με τον Λευκάδιο Χερν και παρακινεί σε μια περαιτέρω αναζήτηση του μυθιστορηματικού βίου του και του είδους της «ποιητικής πρόζας» που υλοποιεί με το έργο του.

Γράφοντας για τις Ιστορίες της Ανατολής της Γιουρσενάρ, είχα κάμει μνεία της σχέσης της με τις ιστορίες του Λευκάδιου Χερν, τα έργα του οποίου ήταν οπωσδήποτε ανάμεσα στα προσφιλή της αναγνώσματα της ιαπωνικής λογοτεχνίας, από την πρώιμη ακόμα εφηβική της ηλικία. Αλλά ο Λευκάδιος Χερν ανήκει σε μια διαφορετική κατηγορία λογοτεχνών όχι μόνον ως ο εθνικός συγγραφέας των Ιαπώνων, αλλά ως ο συγγραφέας του παράξενου, του αλλόκοτου, του φανταστικού. Ο γλωσσολόγος-ανθρωπολόγος Paul Manning, από την ποικιλία όρων που έχουν αξιοποιηθεί φιλολογικά για να προσδιορίσουν τη λογοτεχνική ταυτότητα του Λευκάδιου Χερν, προτείνει και χρησιμοποιεί τον όρο «παράξενο» –weird στην αγγλική γλώσσα, αντί των, περίπου συνώνυμων, εναλλακτικών όρων gothic (μυστηριώδες, τρομαχτικό) και uncanny (αφύσικο, ανοίκειο)– καθώς ο συγκεκριμένος όρος, απαλλαγμένος από τετριμμένες θεωρητικές κατασκευές, εκφράζει τη νέα λογοτεχνική αισθητική της βικτοριανής περιόδου, που κάνει την εμφάνισή της από το 1850 μέχρι το 1930, ως δημιούργημα της δυτικής νεωτερικότητας και της αποικιοκρατίας.

Για τον Χερν, ωστόσο, η λογοτεχνική του τάση για το παράξενο και το απόκοσμο δεν είναι απλώς αισθητικός σταθμός. Είναι το σεφερικό σκοτεινό σημείο που ταξιδεύει σαν το ψάρι και τον καταδιώκει –όπως η ζοφερή μοίρα του δραπέτη– από τον κόσμο και, περισσότερο ίσως, από τον εαυτό του.

Περιπλανώμενος κοσμοπολίτης ο Χερν, χωρίς όμως την αισιόδοξη γοητεία του εύπορου κοσμοπολιτισμού. Αλλά με τη σφραγίδα μιας επίμονης, τραγικής «αράς» –όπως στο αρχαίο δράμα– που δεν του ξανοίγει δρόμους μονιμότητας, παρά μονάχα στη βιωμένη φαντασίωση μιας ονειρικής Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου. Θα γράψει στο δοκίμιό του A Ghost (1889), λίγο προτού βρεθεί στην Ιαπωνία, για ένα νέο είδος ορφάνιας που γέννησε η εποχή του και που αισθάνεται να τον αντιπροσωπεύει: «Ίσως ο άνθρωπος που δεν περιπλανιέται ποτέ μακριά από τον γενέθλιο τόπο, να μπορεί να περάσει όλη του τη ζωή χωρίς να γνωρίσει φαντάσματα. Αλλά ο νομάς είναι κάτι περισσότερο από πιθανό να κάμει τη γνωριμία μαζί τους…»

{jb_quote}O Λευκάδιος Χερν ανήκει σε μια διαφορετική κατηγορία λογοτεχνών όχι μόνον ως ο εθνικός συγγραφέας των Ιαπώνων, αλλά ως ο συγγραφέας του παράξενου, του αλλόκοτου, του φανταστικού.{/jb_quote}

Το λογοτεχνικό τοπίο του Λευκάδιου Χερν συντίθεται από όλες τις μορφές και τους αναβαθμούς του φασματικού, του αλλόκοτου, του υπερβατικού, στο σημείο που συναντώνται οι διαπολιτισμικές εμπειρίες των λαών και που κατακάθονται ως προσωπικές εμπειρίες του ανθρώπου, στην πορεία του από το σκοτάδι στο φως. Οι αναδρομές στη μακρινή «πατρίδα» της πρώτης του ηλικίας και η επώδυνη αποκοπή από την Ελληνίδα μάνα του, όπως αιθεριώνονται στο τελευταίο αφήγημα των Ιστοριών από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό, της παρούσας έκδοσης, θα συναντώνται συγκεντρικά στην ανωφερή πορεία της ζωής του, συγκεράζοντας μύθους και πραγματικότητες, που όλες μαζί θα κατασκευάσουν την ποιητική λογοτεχνική του ιδιόλεκτο. Από το ημίφως της αυστηρότητας κοντά στην Ιρλανδή θεία και τις σκιές που τον επισκέπτονται στο σκοτάδι, μέχρι τη συνάντηση και τη μονιμότητα στο παραδοσιακό τοπίο της παμψυχιστικής μυθολογίας του ιαπωνικού λαού, η ψυχή του θα κολυμπάει σε εποχές που κείνται πέρα από τον Χρόνο, αναζητώντας σε οποιοδήποτε σημείο του την ανάδυση μιας ανθρωπότητας εντελέστερης από εκείνη που τον καθιστούσε διαρκώς απάτριδα.

Έγραφα πριν από κάποια χρόνια στο βιβλίο μου Λευκάδιος Χερν – Η λαογραφία της στοργής (Fagotto Books, 2010): «Στη σκέψη του Λευκάδιου Χερν ξαναγεννήθηκε ο λυρικός εξωτισμός, ο “λόγος” του μύθου. Ξανάζησε, διυλισμένο από την προσωπική περιπέτεια και την αναζήτηση μιας ώριμης ευδαιμονίας, το παλίνδρομο θαύμα: συνύπαρξη της λαϊκής εκφοράς του μαγικού και της επεξεργασμένης λόγιας ποιητικής σύλληψης του υπερπραγματικού. Η περιδιάβαση στους θρύλους του αναβιώνει την εμπειρία γένεσης του υπερφυσικού και απόκοσμου στην ανθρώπινη φαντασία και σιωπηρά καθοδηγεί στην πιο συναισθηματική φάση του ανθρώπινου πολιτισμού, που γέννησε το εξαίσιο ποίημα της ζωής –της αληθινής ζωής– των παραμυθιών».

Ακριβώς αυτά τα στοιχεία αναγνωρίζουμε και στις ιστορίες που περιέχονται στο έργο που εξετάζουμε: Στην πρώτη ιστορία της έκδοσης, «Διαβάζοντας από ένα ονειροβιβλίο» (σ. 15-20): Το εισαγωγικό σκηνικό, η πρωτοπρόσωπη αφήγηση προσδίδει στην ιστορία την αυθεντικότητα της βιωμένης εμπειρίας: «Συχνά, στη μέση της νύχτας, με πιάνω να διαβάζω ένα βιβλίο –ένα μεγάλο βιβλίο–, ένα ονειροβιβλίο. Όταν λέω ένα ονειροβιβλίο δεν εννοώ ένα βιβλίο για όνειρα, αλλά ένα βιβλίο φτιαγμένο από το υλικό που φτιάχνονται τα όνειρα». Θα ακολουθήσει ένα τοπίο σε αέρινο, σκιώδες, υπερφυσικό –και γι’ αυτό αόρατο– περιβάλλον και η συγχρονική ζωντανή πραγματικότητα του αφηγητή θα υποχωρήσει σε έναν αιθέριο εναγκαλισμό της με τη φαντασίωση. Απ’ όπου θα υφανθεί η πιο λεπτουργημένη αλληγορία του «σύρε κι έλα» της ζωής, προσομοιωμένης με το αιώνιο πήγαινε-έλα των κυμάτων της θάλασσας. Και θα καταλήξει στον φιλοσοφικό αγνωστικισμό πάνω στο αιώνιο θέμα της ύπαρξης – του πόνου, του φόβου, της χαράς, της ζωής και του θανάτου, της αέναης αλλαγής: «Το θέμα είναι να δονείσαι και να προχωράς, όχι να καταλαβαίνεις», θα πει η θάλασσα στο κύμα. «Ούτε καν εγώ, η μεγάλη θάλασσα, ούτε κι εγώ καταλαβαίνω…» (σ. 20)

«Το κορίτσι στο παραβάν», η δεύτερη ιστορία, από το έργο του Χερν Shadowings (1919), είναι η πλέον ιδεαλιστική σύλληψη του αρχέτυπου της απόλυτης ομορφιάς, ενσαρκωμένης στο πρόσωπο και στην ψυχή μιας γυναικείας μορφής ζωγραφισμένης πάνω σε παλιό, μονόφυλλο παραβάν. Μια μοναδική, απόκοσμη ερωτική ιστορία ανάμεσα στον «σαρκωμένο» Τοκέι, νεαρό σπουδαστή, και τη ζωγραφισμένη ολόσωμη γυναικεία φιγούρα του παραβάν, η οποία έπειτα από δοκιμασίες διάφορες –όπως στα λαϊκά παραμύθια και στις δικές μας παραλογές– θα ζωντανέψει για να ακολουθήσει στη ζωή τον αγαπημένο της.

Στην αποτρόπαια «Ιστορία του Μίμι-Νάσι-Χόιτσι» (Κwaidan: Stories and Studies of Strange Things – 1904), μετακινούμαστε σε μνήμες μακροχρόνιας πολεμικής σύγκρουσης, εκατοντάδες χρόνια πριν, και ειδικότερα στην τελευταία και φονικότερη μάχη ανάμεσα στις αντίπαλες φατρίες των Χέικε και Γκέντζι. Ο Χόιτσι, 700 χρόνια μετά τα πολεμικά γεγονότα, τυφλός τραγουδιστής –ένας μυθικός (;) Όμηρος της Ιαπωνίας– συγκλονίζει με το τραγούδι και το παίξιμο του μπίβα του (μουσικού οργάνου), καθώς άδει το έπος εκείνου του πολέμου. Φτωχός και άστεγος θα βρει καταφύγιο σε βουδιστικό μοναστήρι, όπου σε αντάλλαγμα θα προσφέρει τη χαρά των μουσικών απαγγελιών του στον ιερέα του μοναστηριού. Στη συνέχεια η ιστορία θα πάρει μακάβρια τροπή και ο Χόιτσι ακούσια θα παρασυρθεί από τις δυνάμεις των νεκρών και θα ψάλλει γι’ αυτούς μέσα στο νεκροταφείο τις νύχτες. Η δεινή περιπέτεια θα τελειώσει με του ιερέα την καθοδήγηση: τη σχεδίαση μιας ιερής βουδιστικής σούτρας πάνω σε ολόκληρο το σώμα του, αφήνοντας από αβλεψία ελεύθερα από τις γραφές τα αυτιά του –η αχίλλειος πτέρνα του–, τα οποία και θα του αποκοπούν μετά την επίθεση των νεκρών. Έτσι, θα γίνει γνωστός με το προσωνύμιο Μίμι-Νάσι-Χόιτσι – ο «Λειψαυτιάς Χόιτσι» (σ. 31-53).

Στην τέταρτη «Ιστορία του Ουρασίμα Τάρο», ο μικρός ψαράς, με το όνομα Ουρασίμα Τάρο, «διαπλέει» ελεύθερα τον Χρόνο, ελεύθερα τον κόσμο, νεκρών και ζωντανών, στα μπλεγμένα όρια μιας φαντασιωσικής, μακάβριας ερωτικής ιστορίας, που θα εξατμιστεί με τον λευκό καπνό της ανυπακοής του – και της χαμένης για πάντα ευτυχίας του.

{jb_quote}Εξαίσιο δείγμα γραφής του μεγάλου συγγραφέα και «πολιτισμένου νομάδα» Λευκάδιου Χερν.{/jb_quote}

Εκτός από τη βαθιά και ποικίλη μελέτη των μύθων από βιβλιογραφικές πηγές, ο Λευκάδιος Χερν αξιοποιεί για τη λογοτεχνική του συγγραφή την προφορική μαρτυρία απλών ανθρώπων, λαϊκών τάξεων –είναι εκείνοι που συγκινούν προπάντων την ψυχή του–, με κυριότερο φορέα της προφορικής παράδοσης τη Γιαπωνέζα γυναίκα του, Setsuko Koizumi. Στα απλοϊκά γραμμένα απομνημονεύματά της, Reminiscences of Lafcadio Hearn, η Setsuko αναφέρεται παραστατικά στις «σκηνοθεσίες» αφήγησης παράξενων ιστοριών και στην υποβλητική ένταση με την οποία ο Λευκάδιος ήθελε να τις βιώσει. «Τις ήσυχες νύχτες, αφού χαμηλώναμε το φιτίλι της λάμπας, άρχιζα να του λέω ιστορίες με φαντάσματα. Ο Χερν έκανε ερωτήσεις με κομμένη την ανάσα… Εγώ τόνιζα φυσικά τα συναρπαστικά μέρη των ιστοριών, έβλεπα έκδηλη τη συγκίνησή του. Εκείνη την εποχή το σπίτι μας φαινόταν σαν να ήταν στοιχειωμένο. Είχα συχνά φρικτά όνειρα και εφιάλτες… Όταν του έλεγα παλιές ιστορίες, πρώτα του αφηγούμουν την υπόθεση σε γενικές γραμμές. Και όποτε εύρισκε ένα ενδιαφέρον σημείο, το κρατούσε σε σημείωση. Μετά μου ζητούσε να δώσω τις λεπτομέρειες και συχνά να τις επαναλαμβάνω. Αν εγώ του έλεγα την ιστορία διαβάζοντάς την από κάποιο βιβλίο, έλεγε: “Δεν χρειάζεται να μου διαβάζεις από το βιβλίο. Προτιμώ τις δικές σου λέξεις και φράσεις – όλα από τη δική σου σκέψη”…»

Αυτή η μέθοδος γραφής –που σχολιάστηκε με διάφορους τρόπους από τη φιλολογική κριτική– είναι η προσφιλέστερη και συνδυαστικά συμβατή με τον ψυχικό του κόσμο και δείγμα της χαρακτηρολογικής ευαισθησίας του απέναντι στους λαϊκούς ανθρώπους και τον αυθεντικό πλούτο που συσσωρεύουν μέσα τους από αιώνες προφορικού πολιτισμού: ποίηση εσωτερική, σμιλεμένη με εικόνες, «σαν ψαλμωδίες δουλεμένες πάνω σε τεράστια μέτρα, και λίγο ακανόνιστα, σαν τον ρυθμό του ωκεανού», θα γράψει σε επιστολή του.

Οι Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό, εξαίσιο δείγμα γραφής του μεγάλου συγγραφέα και «πολιτισμένου νομάδα» Λευκάδιου Χερν, προτείνονται στον καθένα ως αναγνωστική πράξη πράυνσης από τις τοξίνες του αντιποιητικού, ψυχοφθόρου πολιτισμού μας. Ας πραγματώσουμε το ταξίδι, είναι συναρπαστικά λυτρωτικοί οι σταθμοί του!

Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό
Λευκάδιος Χερν
μετάφραση: Θεοδώρα Πασαχίδου, Άρης Λασκαράτος
Αιώρα
80 σελ.
ISBN 978-618-5369-70-5
Τιμή €7,70

Keywords
αιώρα, μετάφραση, paul, gothic, νέα, μονιμοτητα, ghost, ιαπωνια, φως, books, συλληψεις, αρης, σελ, κινηση στους δρομους, Καλή Χρονιά, μετάφραση, γυναικα, εικονες, θαλασσα, θεμα, ομηρος, ονειρα, φρασεις, φως, books, ghost, αιώρα, αισθητικη, ανθρωπος, αυτια, αφηγηση, βιβλιο, γεγονοτα, γινει, γλωσσα, γνωριμια, γοητεια, δεινη, δικη, δοκιμιο, δειγμα, εργα, εμφάνιση, εποχη, εποχες, ερχεται, ζωη, ζωης, ζοφερη, ειδος, ηλικια, υποθεση, θαυμα, θεοδωρα, κατασκευες, εκδοσεις, κυμα, κειμενο, λεπτομερειες, μακρια, ματια, μοιρα, μνεια, μαρια, παντα, ποιηση, ποιημα, ονομα, ορια, οπωσδηποτε, ορος, παραμυθια, περιβαλλον, πηγαινε, ψυχη, πτερνα, σελ, συνεχεια, συλληψη, σωμα, σπιτι, σφραγιδα, ταυτοτητα, ταρο, ταση, τιμη, τυφλος, φαντασματα, φαντασια, φυσικα, φτωχος, χαρα, ψαλμωδιες, ψυχικο, αιωνες, ανηκει, ερωτησεις, gothic, ημιφως, χωρα, λεξεις, λευκο, μελετη, μεθοδος, νεκροταφειο, paul, πηγες, ψαρι, ταξιδι, τοξινες, θεια, υλικο
Τυχαία Θέματα