Το "σήμα" για την αναβίωση της αγοράς στεγαστικής πίστης δίνει η Eurobank

Συνδυασμό ιδανικών συνθηκών για την αναβίωση της αγοράς στεγαστικής πίστης που βρίσκεται σε χειμερία νάρκη τα τελευταία δέκα χρόνια, βλέπουν οι τράπεζες, επιδιώκοντας να ξαναβάλουν τις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων στο επίκεντρο της στρατηγικής τους.

Το "σήμα" για την αναβίωση της αγοράς των στεγαστικών χορηγήσεων, έδωσε χθες η Eurobank, με την κίνησή της να λανσάρει, για πρώτη φορά στην ελληνική αγορά, στεγαστικά δάνεια με σταθερό επιτόκιο (και

άρα σταθερή δόση) σε όλη τη διάρκεια του δανείου (μέχρι και 30 χρόνια), κατόπιν της επιλογής του πελάτη.

"Θέλουμε να άρουμε την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει η κρίση στα νοικοκυριά αναφορικά με την απόφαση μιας τόσο μακροχρόνιας δέσμευσης όπως είναι η λήψη ενός στεγαστικού δανείου. Θέλουμε επίσης να καταρρίψουμε τον μύθο ότι οι τράπεζες δεν δίνουν δάνεια. Οι τράπεζες έχουν τη ρευστότητα και θέλουν να δώσουν δάνεια. Το πρόβλημα είναι η ζήτηση", τόνισε χαρακτηριστικά, μιλώντας σε εκπροσώπους του Τύπου, ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας.

Eurobank ήταν η πρώτη που διέγνωσε την αλλαγή κλίματος για την ελληνική Οικονομία και στο πλαίσιο αυτό ανακοίνωσε, πριν από ένα χρόνο, σχέδιο για την ταχεία μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων της. Τώρα, ξαναπαίρνει τη σκυτάλη για την ανάκαμψη της στεγαστικής πίστης", είπε ο πρόεδρος της Τράπεζας, Γιώργος Ζανιάς, επισημαίνοντας ότι η κρίση δημιούργησε δύο νέα ελλείμματα: της αποταμίευσης και της τραπεζικής χρηματοδότησης, τα οποία οι τράπεζες καλούνται να αναπληρώσουν.

Το 2018, συνολικά το τραπεζικό σύστημα εκταμίευσε για νέες στεγαστικές χορηγήσεις 400 εκατ. ευρώ, ποσό μικρότερο του 10% των εκταμιεύσεων της χρυσής εποχής του 2006 – 2008 για τη στεγαστική πίστη. "Η Eurobank θα μπορούσε να καλύψει μόνη της ακόμη και το τετραπλάσιο των εκταμιεύσεων του 2018", είπε χαρακτηριστικά ο CEO Φ. Καραβίας, δίνοντας τη διάσταση της προσφοράς ρευστότητας από πλευράς τραπεζών για νέα στεγαστικά δάνεια, σε αντιδιαστολή με την ισχνή ακόμη ζήτηση.

Όπως επεσήμανε, το timing είναι ιδανικό για την απόκτηση στέγης με δανεισμό, όχι μόνο διότι οι τράπεζες έχουν ρευστότητα για τον σκοπό αυτό, αλλά επίσης διότι η αγορά ακινήτου μπορεί να γίνει σήμερα σε τιμές 30% - 40% φθηνότερα από το παρελθόν και με κόστος σημαντικά χαμηλότερο.

"Την περίοδο 2006 – 2008 το επιτόκιο Euribor κινούνταν πάνω από 4% και για κάποια διαστήματα άνω του 5%, διαμορφώνοντας το τελικό κόστος χρηματοδότησης του πελάτη στο 5%, 6% ή και 7%. Σήμερα το κόστος χρηματοδότησης είναι το μισό", είπε ο CEO της Eurobank. Συμπλήρωσε, ωστόσο, ότι δεν υπάρχει κίνδυνος υπερδανεισμού που θα οδηγούσε σε νέα συσσώρευση NPLs, αφού τώρα οι τράπεζες δανειοδοτούν χαμηλότερο ποσοστό Loan to Value (συγκεκριμένα η Eurobank μέχρι το 80% της αξίας του ακινήτου) και οι δανειολήπτες επιδιώκουν δανεισμό που δεν ξεπερνά το 50% - 60% της αξίας του ακινήτου.

Στο ερώτημα αν τώρα είναι το κατάλληλο timing για την αγορά ακινήτου (για πρώτη, δεύτερη κατοικία ή για επένδυση), η απάντηση έρχεται αβίαστα θετική. "Είναι πολύ σπάνιο να βρισκόμαστε μπροστά σε έναν συνδυασμό ανοδικού κύκλου των τιμών των ακινήτων, χαμηλών επιτοκίων και αλλαγών στο φορολογικό πλαίσιο που καθιστούν το ακίνητο ξανά ελκυστική επένδυση από βαρίδι που είχε γίνει τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για μια συγκυρία που θα αποτελέσει το τέλειο "χαλί" για να αναπτυχθεί η αγορά στεγαστικής πίστης", επεσήμανε ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Θεόδωρος Καλαντώνης.

Σημειώνεται ότι η Τράπεζα διαπιστώνει αύξηση της τάξεως του 40% στις νέες αιτήσεις για στεγαστικά δάνεια, όταν, σύμφωνα με στοιχεία της Ένωσης Μεσιτών, πριν από έξι μήνες το 85% των αγοραπωλησιών ακινήτων γινόταν χωρίς τραπεζικό δανεισμό.

Η άνοδος των τιμών των ακινήτων συσχετίζεται άμεσα με την αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα, την οποία προβλέπουν τράπεζες, αναλυτές και ευρωπαϊκές Αρχές. Πρόκειται για έναν από τους λόγους που συνηγορούν στο ότι η παρούσα συγκυρία είναι εξαιρετικά ευνοϊκή για απόκτηση ακινήτου, όπως είπε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank, Τάσος Αναστασάτος. Παρουσιάζοντας στοιχεία από ειδική μελέτη για τις προοπτικές των ακινήτων, ο κ. Αναστασάτος είπε, μεταξύ άλλων, τα εξής ενδιαφέροντα:

- Από το γ΄ τρίμηνο του 2008 μέχρι το γ΄ τρίμηνο του 2017, οι τιμές των ακινήτων υποχώρησαν κατά 42,4%, αρχίζοντας να ανακάμπτουν από τα τέλη του 2017 (γραφεία, επαγγελματικά ακίνητα) και επιταχυνόμενα από το 2018 (οικιστικά ακίνητα). Στο β΄ τρίμηνο 2019 σημειώθηκε ετήσια άνοδος τιμών 7,7% (11% Αθήνα, 7% Θεσσαλονίκη) που διαχέεται και σε νέα και σε παλαιά ακίνητα.

- Με χρονική υστέρηση ακολουθεί ανοδικά και η οικοδομική δραστηριότητα (το 2018 σημειώθηκε άνοδος 10,1% σε αριθμό και 21,4% σε όγκο δραστηριότητας).

- Κάθε φορά που ανακάμπτει το ΑΕΠ, η άνοδος αυτή περνάει στο 80% στα ακίνητα. Έχοντας υποχωρήσει κατά 26% στα χρόνια της κρίσης, το ΑΕΠ ανακάμπτει συνεχόμενα τα τελευταία 9 τρίμηνα.

- Η ιδιωτική κατανάλωση που είχε υποχωρήσει κατά 39 δις. ευρώ την περίοδο 2008 – 2017, ανακάμπτει επίσης. Παράλληλα, η ανεργία έχει υποχωρήσει κατά 10,5 ποσοστιαίες μονάδες από το γ΄ τρίμηνο του 2013. Οι εξαγωγές, με αιχμή το τουριστικό προϊόν της χώρας που σημειώνει διαδοχικά ρεκόρ για 6 συνεχείς χρονιές και αναμένεται να κινηθεί φέτος σταθεροποιητικά ή ελαφρώς ανοδικά, ανακάμπτουν επίσης. Όλοι οι πρόδρομοι δείκτες για την Οικονομία, καθώς και οι επιχειρηματικές προσδοκίες δείχνουν βελτίωση του οικονομικού κλίματος.

- Η Ελλάδα έχει πάρει πίσω, μέχρι στιγμής, πολύ μικρό ποσοστό των απωλειών που επέφερε η κρίση στις τιμές των ακινήτων. Ενδεικτικά, οι απώλειες για την Ιρλανδία και την Ισπανία (χώρες στις οποίες η κρίση ήρθε από την αγορά ακινήτων) ήταν στο 53,3% και 35,3% αντίστοιχα και με την έξοδο από την κρίση ανέκτησαν το 34% και 15% αντίστοιχα. Η Πορτογαλία κατέγραψε απώλειες στις τιμές των ακινήτων 13,3% και με την έξοδο από την κρίση τις υπερκάλυψε, με άνοδο 33,5%. Η ελληνική αγορά ακινήτων είχε απώλειες 42,7% και έχει ανακάμψει μόλις κατά 4,2%, έχοντας σημαντικά περιθώρια περαιτέρω ανόδου.

- Σε σχέση με το 2007 που η αγορά ακινήτου ήταν λιγότερο ελκυστική από την ενοικίαση, τώρα τα ενοίκια ακολουθούν σχεδόν ίδια άνοδο με αυτή των τιμών των ακινήτων, καθιστώντας πιο ελκυστική την αγορά ακινήτου.

Πηγή:capital.gr

Διαβάστε περισσότερα

Keywords
Τυχαία Θέματα