Επιφυλάχθηκε το Ανώτατο γι' απόφαση στην έφεση για Τρ.Κύπρου

Το Ανώτατο Δικαστήριο, σε πενταμελή σύνθεση, άκουσε σήμερα τις αγορεύσεις των πλευρών και επιφύλαξε την απόφασή του, στην έφεση εναντίον του προνομιακού διατάγματος Certiorari που είχε εκδώσει ο Δικαστής του Ανωτάτου Γιασεμής Γιασεμή και το οποίο οδήγησε το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας να προχωρήσει στην απαλλαγή των κατηγορουμένων στη δεύτερη ποινική υπόθεση εναντίον πρώην υψηλόβαθμων αξιωματούχων της Τράπεζας Κύπρου.

Στην αγόρευσή

του, ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης εισηγήθηκε ότι εγείρεται το ευρύτερο θέμα του δικαιώματος πρόσβασης στη Δικαιοσύνη και του δικαιώματος έφεσης.

Το δικαίωμα οποιουδήποτε διάδικου να εφεσιβάλλει οποιαδήποτε πρωτόδικη απόφαση, είναι αναμφισβήτητο και αναφαίρετο, είπε.

Ανέφερε ότι ο ίδιος δεν είχε περιθώριο να ασκήσει έφεση επί της απόφασης του Κακουργιοδικείου για απαλλαγή των κατηγορουμένων, αφού κανένας από τους περιορισμένους λόγους που παρατίθενται στο άρθρο 137 της Ποινικής Δικονομίας δεν θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην παρούσα περίπτωση.

Ο κ. Κληρίδης κάλεσε το Εφετείο να λάβει υπόψη το γεγονός ότι πρόκειται για ιδιάζουσα περίπτωση, επειδή η απαλλαγή των κατηγορουμένων δεν οφείλεται πουθενά αλλού, παρά στην απόφαση που εφεσιβάλλεται σήμερα.

«Αυτό είναι πολύ σημαντικό», σημείωσε.

Ο Κώστας Κληρίδης αναφέρθηκε, επίσης, στο γνωστό αντιπολεμικό βιβλίο και μετέπειτα κινηματογραφική ταινία “Catch 22”, στην προσπάθειά του να δείξει το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε στην παρούσα περίπτωση.

Πρακτικά, εάν δικάσετε την έφεση και διαφανεί ότι εσφαλμένα εκδόθηκε το Certiorari, τότε έχει το δικαίωμα ο Γενικός Εισαγγελέας να επανέλθει με νέα υπόθεση, ανέφερε, μεταξύ άλλων.

Παράλληλα, προέβη στη διευκρίνιση, μετά από τις αγορεύσεις των συναδέλφων του, ότι ουδέποτε ζήτησε η Νομική Υπηρεσία από το Ανώτατο «να γνωμοδοτήσει, ουδέποτε να μας καθοδηγήσει, ουδέποτε ζητήσαμε να μας βοηθήσει σε οποιουσδήποτε σχεδιασμούς ή να διορθώσει οποιαδήποτε λάθη».

«Το μόνο που ζητούμε, είναι το δικαίωμα να ακουστούμε κατ’ έφεση», είπε ο κ. Κληρίδης.

Από την πλευρά του, ο δικηγόρος της Τράπεζας Κύπρου Πόλυς Πολυβίου ανέφερε ότι η έφεση αυτή είναι ακαδημαϊκής φύσης, διότι δεν υπάρχει υπόθεση και μη υπαρχούσης της υπόθεσης, δεν υπάρχουν διάδικοι.

Οι δικαστές, πρόσθεσε, δεν είναι ακαδημαϊκοί. Τα δικαστήρια, εισηγήθηκε ο κ. Πολυβίου, αποφασίζουν μόνο στο πλαίσιο ισχυουσών διαδικασιών, ζωντανών διαδικασιών, καθώς και εκεί που η απόφασή τους θα έχει επίδραση επί των δικαιωμάτων των διαδίκων.

Οποιαδήποτε τέτοια επίδραση στο πλαίσιο εκείνης της ποινικής έχει λήξει με αυτή την υπόθεση, είπε αναφερόμενος στην απόφαση που τερματίστηκε από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας τον Δεκέμβριο.

Υπενθύμισε ότι στην απόφασή του Μόνιμου Κακουργιοδικείου αναφέρθηκε ότι και αυτή είναι μια δικαστική απόφαση «η οποία υπόκειται σε έλεγχο».

Σε ερώτηση Δικαστή πώς σχολιάζει τη θέση του Γενικού Εισαγγελέα ότι ουσιαστικά στερήθηκε του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο για να αμφισβητήσει την ορθότητα του διατάγματος Certiorari, o κ. Πολυβίου ανέφερε ότι είναι ο Γενικός Εισαγγελέας που αποφάσισε να μην υποβάλει έφεση. Σύμφωνα με τον ίδιο, είχε ευχέρεια να κάνει έφεση, έπρεπε να κάνει έφεση.

Δεν είναι σωστό, είπε ο ίδιος, το Δικαστήριο να αποφασίζει επί ματαίου. Αν η απόφαση του έντιμου Δικαστή Γιασεμή ήταν ορθή, θα κριθεί στο μέλλον. Θα δοθούν άλλες ευκαιρίες, πρόσθεσε.

Έθεσε, επίσης, το ερώτημα γιατί ο Γενικός Εισαγγελέας να επιδιώκει την καθοδήγηση του Δικαστηρίου για να καθορίσει την πορεία του. Εάν ο Γενικός Εισαγγελέας θέλει να επαναφέρει το κατηγορητήριο, ας το πράξει. Είτε κερδίσει είτε όχι, η παλαιά (υπόθεση) έχει εκλείψει, πρόσθεσε ο κ. Πολυβίου.

Αναφερόμενος στο επιχείρημα του Γενικού Εισαγγελέα ότι πρόκειται για ιδιάζουσα περίπτωση, επιχειρηματολόγησε ότι «άνοιγμα της κερκόπορτας θα οδηγήσει σε κατακλυσμό των δικαστηρίων».

Από την πλευρά του, ο δικηγόρος του Αντρέα Αρτέμη Δημήτρης Αραούζος εισηγήθηκε, επίσης, ότι σαφέστατα υπήρχε δικαίωμα έφεσης εναντίον της απόφασης του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας και κατέθεσε προς υποστήριξη της θέσης του σχετική νομολογία.

Ο ίδιος, ανέφερε, θα ανέμενε να ακούσει ότι σίγουρα ο Γενικός Εισαγγελέας θα καταχωρίσει έφεση σε περίπτωση που κριθεί η απόφαση υπέρ του, προσθέτοντας ότι «δεν το έχω ακούσει αυτό».

Απεναντίας, είπε ο κ. Αραούζος, σας καλεί να γνωμοδοτήσετε και να αποφασίσει ανάλογα με το αποτέλεσμα πώς θα χειριστεί την απόφαση σας.

Η παρούσα έφεση οφείλει να απορριφθεί και το όλο θέμα να λήξει εδώ, ήταν η θέση του δικηγόρου των κ. Αρτέμη και Γεωργιάδη Κρις Τριανταφυλλίδη, ο οποίος εισηγήθηκε, επίσης, ότι «η Δικαιοσύνη ουδέποτε οδηγεί σε αδιέξοδα».

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ανθρώπινοι χειρισμοί και ο ανθρώπινος παράγοντας είναι που μπορούν να οδηγήσουν φαινομενικά σε αδιέξοδο.

Προς αυτό παρέθεσε τρία δεδομένα, το κατηγορητήριο της εν λόγω ποινικής υπόθεσης, το γεγονός ότι δεν καταχωρήθηκε έφεση εναντίον της απόφασης του Κακουργιοδικείου, αλλά αναφέρθηκε, επίσης, και στη μη καταχώρηση έφεσης εναντίον άλλης αθωωτικής απόφασης Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας στις 14 Δεκεμβρίου του 2017, στην οποία, κατά τον ίδιο, επίσης έγινε αναφορά στην απόφαση Γιασεμή.

Και εκεί μπορούσε να καταχωρηθεί έφεση και δεν καταχωρήθηκε, είπε ο κ. Τριανταφυλλίδης, προσθέτοντας ότι, επομένως, αν είχε καταχωρηθεί και κρινόταν λανθασμένη η απόφαση επί του συγκεκριμένου σημείου, ο Γενικός Εισαγγελέας θα μπορούσε να κάνει εκείνο που σας λέει ότι θέλει να κάνει.

Το ιστορικό

Το Μονομελές Εφετείο, με απόφασή του στις 06/12/2017, αποδέχτηκε την αίτηση που καταχώρησαν οι τέσσερις εκ των επτά κατηγορουμένων στην υπόθεση για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari και/ή prohibition, με το οποίο ακυρώνεται η ενδιάμεση απόφαση του Κακουργιοδικείου.

Ο Δικαστής του Ανωτάτου Γιασεμής Ν. Γιασεμή, αποδέχθηκε τη θέση των κατηγορουμένων, που καταχώρησαν την αίτηση ότι στην εν λόγω απόφαση του Κακουργιοδικείου, «υπάρχουν πρόδηλα και πασιφανή νομικά σφάλματα, τα οποία εμφαίνονται στο σώμα της, ώστε να δικαιολογείται η έκδοση του αιτούμενου εντάλματος certiorari για την ακύρωσή της».

Το Ανώτατο πρωτοβάθμια έκρινε ως ορθή τη θέση των αιτητών ότι αποτελεί πασίδηλο νομικό σφάλμα η κατάληξη του Κακουργιοδικείου «πως το άρθρο 19 του Νόμου αποκαλύπτει αδίκημα με την απαιτούμενη σαφήνεια και προβλεπτικότητα σε βαθμό που κρίνεται ότι ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 12 του Συντάγματος και ως εκ τούτου δύναται από μόνο του να αποτελεί τη νομική βάση κατηγορίας για χειραγώγηση της αγοράς».

Την αίτηση είχαν καταχωρήσει οι Τράπεζα Κύπρου, Αντρέας Αρτέμης, Γεώργιος Γεωργιάδης και Κώστας Σεβέρης, ενώ κατηγορούμενοι στην ίδια υπόθεση ήταν επίσης οι Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή και Κώστας Χατζήπαπα.

Στις 18 Δεκεμβρίου του 2017, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας απάλλαξε όλους τους κατηγορούμενους, θεωρώντας -όπως ανέφερε η Πρόεδρός του Δικαστής Έλενα Εφραίμ- ότι «οφείλει να συμμορφωθεί με την απόφαση του κ. Γιασεμή, εφόσον προέρχεται από ανώτερο δικαστήριο το οποίο έχει παρέμβει για να ελέγξει την ορθότητα και νομιμότητα της διαδικασίας».

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα