ΚΕΠΕ: To 40,9% των νοικοκυριών ξοδεύει περισσότερα από όσα «βγάζει»

08:01 3/10/2024 - Πηγή: Emea.gr

Το πληθωριστικό σοκ της περιόδου 2021-2022 έπληξε δυσανάλογα τα φτωχά νοικοκυριά και παράλληλα διεύρυνε την απόσταση των πλουσίων από όλες τις άλλες εισοδηματικές ομάδες. Αυτό προκύπτει από την έβδομη Ανάλυση Επικαιρότητας για το 2024 με τίτλο «Εκτίμηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τα νοικοκυριά βάσει του εισοδήματός τους» του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ).

Αντικείμενο της εργασίας είναι η εκτίμηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) για νοικοκυριά που ανήκουν σε διαφορετικές εισοδηματικές ομάδες. Συγκεκριμένα,

δίνεται έμφαση στα φτωχά νοικοκυριά, στο πλουσιότερο 20% και στο πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών. Δευτερευόντως, αντικείμενο της ανάλυσης είναι η κατ’ αρχήν εκτίμηση του πλήθους των νοικοκυριών που εμφανίζουν δαπάνες οι οποίες υπερβαίνουν το εισόδημά τους, η προκαταρκτική ανάλυση των χαρακτηριστικών αυτών των νοικοκυριών και η προκαταρκτική εκτίμηση του βαθμού υπέρβασης.

Να σημειωθεί πως σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, τον Σεπτέμβριο η Ελλάδα κατέγραψε το πέμπτο υψηλότερο επίπεδο πληθωρισμού στην ευρωζώνη, με ποσοστό 3%. Πιο πάνω βρίσκεται η Κροατία (3%), η Εσθονία (3,2%), η Ολλανδία (3,3%) και το Βέλγιο (4,5%).

Σύμφωνα με το ΚΕΠΕ, «Η αρνητική επίπτωση του πληθωρισμού και του ΔΤΚ στα φτωχότερα νοικοκυριά έχει πλέον συμβεί, αλλά το ενδεχόμενο να εδραιωθεί μία κατάσταση όπου τα φτωχότερα νοικοκυριά θα αντιμετωπίζουν ένα σταθερά υψηλότερο του μέσου όρου ΔΤΚ, δηλαδή η επίπτωση να μην είναι στιγμιαία, συνιστά παράμετρο ανησυχίας. Το θετικό νέο είναι πως οι αποκλίσεις από το μέσο όρο δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλες και μπορούν να αντιμετωπιστούν. Επομένως απαιτούνται πρόσθετες παρεμβάσεις στο επίπεδο ελέγχου των τιμών, αλλά η απόσταση που πρέπει να καλυφθεί δεν είναι μεγάλη».

Η απόσταση μεταξύ των εισοδηματικών ομάδων των νοικοκυριών

Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, το είδος και η ποσότητα των αγαθών που καταναλώνουν τα νοικοκυριά διαφοροποιείται βάσει του εισοδήματος, των χαρακτηριστικών, αλλά και του κοινωνικού στάτους. Ακριβώς λόγω αυτών των διαφορών, οι επιπτώσεις του πληθωρισμού δεν είναι οι ίδιες σε όλα τα νοικοκυριά. Η άνοδος των τιμών προκαλεί μείωση του όγκου της κατανάλωσης για κάποια αγαθά, επομένως, ακόμα και στην περίπτωση που η δαπάνη παραμένει σταθερή για το συγκεκριμένο αγαθό, το νοικοκυριό αντιμετωπίζει απώλεια ευημερίας λόγω της μειωμένης κατανάλωσης.

Με δεδομένους τους παραπάνω περιορισμούς, τα κύρια συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση μπορούν να κωδικοποιηθούν ως εξής:

Η μεταβολή του ΔΤΚ των επιμέρους εισοδηματικών κατηγοριών ακολουθεί τις αντίστοιχες του Γενικού ΔΤΚ. Δηλαδή, από το τέταρτο τρίμηνο του 2021 παρατηρείται μια σημαντική αύξηση των τιμών, η οποία χαρακτηρίζει όλες τις εισοδηματικές κατηγορίες.Η σωρευτική αύξηση τιμών που αντιμετώπισε το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών ήταν υψηλότερη από τον μέσο όρο. Ειδικότερα, την περίοδο 2020-2022, το μέσο επίπεδο των τιμών για το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών είχε αυξηθεί κατά 15,6% έναντι 14,7% του μέσου όρου, ενώ κατά το 2022 ο πληθωρισμός των φτωχότερων νοικοκυριών ήταν υψηλότερος του μέσου όρου κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες.Το αντίθετο ισχύει για το πλουσιότερο 20% και 10% των νοικοκυριών. Η σωρευτική αύξηση των τιμών την περίοδο 2020-2022 διαμορφώθηκε σε 13,7% και 13,1%, αντίστοιχα, ενώ από το 2020 έως και το 2023 ο ΔΤΚ των πλουσιότερων νοικοκυριών υπολείπεται του μέσου όρου. Το 2022 το πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών αντιμετώπισε πληθωρισμό κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερο του μέσου όρου και κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα του πληθωρισμού των φτωχών.Με εξαίρεση το 2022, το εύρος των αποκλίσεων του ΔΤΚ μεταξύ φτωχότερων και πλουσιότερων νοικοκυριών δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο (κυμαίνεται σε περίπου στη μία ποσοστιαία μονάδα), αλλά η πληθωριστική κρίση του 2021-2022 είχε ως αποτέλεσμα από το τέταρτο τρίμηνο του 2021 και μετά ο ΔΤΚ των φτωχότερων να κινείται σταθερά άνω του μέσου όρου χωρίς να διαφαίνονται τάσεις σύγκλισης.Η απόκλιση του ΔΤΚ των πλουσίων (πλουσιότερο 10%) από τον μέσο όρο είναι σημαντικότερη και εμμένουσα, ενώ το πληθωριστικό σοκ της περιόδου 2021-2022 είχε ως αποτέλεσμα την περαιτέρω διεύρυνση της απόκλισης.

Πληθωρισμός: Η Ελλάδα παρουσίασε τον μεγαλύτερο ρυθμό ανατιμήσεων με +1,7%

Οι δαπάνες των νοικοκυριών

Αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τις δαπάνες των νοικοκυριών που δεν αντικρίζονται από τρέχοντα έσοδα, τα βασικά συμπεράσματα της ανάλυσης μπορούν να κωδικοποιηθούν ως εξής:

Το 2022 το 40,9% των νοικοκυριών είχε δαπάνες που υπερβαίνουν το εισόδημά του. Το αντίστοιχο ποσοστό το 2020 ήταν 35,9%.Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως τμήμα του φαινομένου οφείλεται στην απόκρυψη εισοδημάτων για λόγους φοροδιαφυγής. Ειδικότερα, περίπου 1 στα 4 νοικοκυριά, που ανήκουν στο πλουσιότερο 10%, δηλώνει υπερβάλλουσες δαπάνες, ενώ το 53% των νοικοκυριών, με κύρια πηγή εισοδήματος το εισόδημα από περιουσία (κυρίως ενοίκια) και που ανήκει ταυτόχρονα στο πλουσιότερο 10% των νοικοκυριών, δηλώνει υπερβάλλουσες δαπάνες.Ωστόσο, η περαιτέρω ανάλυση των χαρακτηριστικών της ομάδας των νοικοκυριών με μη αντικριζόμενες δαπάνες δείχνει ότι η διάσταση της απόκρυψης εισοδημάτων -μολονότι υπάρχει- δεν είναι κυρίαρχη. Ακόμα και με την υπόθεση ότι ένα στα πέντε νοικοκυριά που δηλώνει υπερβάλλουσες δαπάνες αποκρύπτει εισοδήματα, το υπολειπόμενο μέγεθος διαμορφώνεται σε 32,7%, δηλαδή περίπου ένα στα τρία νοικοκυριά.Στη χειρότερη θέση βρίσκονται οι μονογονεϊκές οικογένειες και τα φτωχότερα νοικοκυριά, αφού το 79,2% και το 78,7%, αντίστοιχα, εμφανίζουν δαπάνες που υπερβαίνουν το εισόδημα.Ο βαθμός υπέρβασης είναι υψηλότερος μεταξύ των νοικοκυριών με κύριο εισόδημα από επιδόματα ανεργίας (130,7%), από άλλα επιδόματα ή βοηθήματα (167,8%), καθώς επίσης και στις μονογονεϊκές οικογένειες (78,9%) και στα φτωχά νοικοκυριά (78,8%).Νοικοκυριά με δαπάνες άνω του εισοδήματός τους

Όπως αναφέρθηκε, η ελαστικότητα ως προς την τιμή της κατανάλωσης βασικών αγαθών είναι χαμηλή, διότι αυτά τα αγαθά είναι αναγκαία για την καθημερινή διαβίωση του νοικοκυριού. Επομένως, η επίπτωση του πληθωρισμού δεν αφορά μόνο το ύψος των τιμών αλλά και το τμήμα του εισοδήματος που προσανατολίζεται σε καταναλωτικές αγορές (consumption share of income). Τα φτωχότερα νοικοκυριά διαθέτουν μεγαλύτερο τμήμα του εισοδήματός τους στην αγορά καταναλωτικών αγαθών, κατά συνέπεια η διατήρηση του προηγούμενου επιπέδου κατανάλωσης συχνά απαιτεί δαπάνες που υπερβαίνουν το εισόδημα.

Στο Διάγραμμα 4 αποτυπώνεται η εξέλιξη του ποσοστού των νοικοκυριών με δαπάνες άνω του εισοδήματός τους κατά την περίοδο 2009-2022. Η πρώτη διαπίστωση είναι πως το συγκεκριμένο ποσοστό κινείται διαχρονικά σε υψηλό επίπεδο, κατά κανόνα άνω του 40%. Όμως, την περίοδο 2009-2020 καταγράφηκε μια σημαντική αποκλιμάκωση, προφανώς λόγω της σταδιακής βελτίωσης της γενικότερης κατάστασης της οικονομίας, και των αντίστοιχων θετικών επιπτώσεων στο εισόδημα των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των νοικοκυριών με υπερβάλλουσες του εισοδήματος δαπάνες μειώθηκε από 56,3% το 2009 σε 35,9% το 2020. Εν συνεχεία όμως, λόγω της πληθωριστικής πίεσης, ο δείκτης αυξήθηκε πάλι, φτάνοντας το 40,9% το 2022.

Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά εμφανίζουν τα νοικοκυριά με δύο ή περισσότερους από δύο ενήλικες (28,7%), καθώς και τα νοικοκυριά όπου το κύριο εισόδημα προέρχεται από συντάξεις (29,7%), κάτι το οποίο ενδεχομένως υποδηλώνει μια αναγκαστική προσαρμογή των ηλικιωμένων στο ύψος του τρέχοντος εισοδήματός τους.

Το μέγεθος της υπέρβασης ακολουθεί το ίδιο μοτίβο. Η μέση υπέρβαση στο σύνολο των νοικοκυριών ήταν 47,4%, δηλαδή, το μέσο νοικοκυριό με υπερβάλλουσες δαπάνες δαπανά ποσά που υπερβαίνουν το εισόδημά του κατά 47,4%. Το υψηλότερο ποσοστό υπέρβασης εμφανίζουν τα νοικοκυριά με έναν ενήλικα με εξαρτώμενα τέκνα (78,9%), τα φτωχά νοικοκυριά (78,8%), το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών (73,8%), ενώ τα νοικοκυριά που κύρια πηγή εισοδήματος είναι είτε τα επιδόματα ανεργίας είτε άλλα επιδόματα και βοηθήματα δαπανούν πάνω από τα διπλάσια του εισοδήματός τους (130,7% και 167,8%, αντίστοιχα).

Εν κατακλείδι, οι άμεσες επιδράσεις του πληθωριστικού σοκ δημιούργησαν προϋποθέσεις περαιτέρω διεύρυνσης της οικονομικής ανισότητας. Το σχετικά μικρό εύρος των αποκλίσεων του ΔΤΚ για διαφορετικές κατηγορίες νοικοκυριών δείχνει αφενός πως απαιτούνται πρόσθετα μέτρα ελέγχου/αποκλιμάκωσης των τιμών και αφετέρου πως ο στόχος είναι σχετικά εύκολο να επιτευχθεί.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η κύρια πηγή των αυξήσεων προέρχεται από τα τρόφιμα και την ενέργεια που επενεργεί τόσο στις μετακινήσεις όσο και στις δαπάνες κατοικίας, η έμφαση πρέπει να προσανατολιστεί σε αυτά τα πεδία. Πέραν αυτών, σημαντική απόκλιση (εις βάρος των φτωχότερων) παρουσιάζεται και στις δαπάνες τηλεπικοινωνιών για τις οποίες πρέπει να ενεργοποιηθούν μέτρα αποκλιμάκωσης των τιμών.

Σε κάθε περίπτωση, από την ανάλυση προκύπτει πως, παρά την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, βρισκόμαστε ακόμα σε μεταβατική περίοδο που χαρακτηρίζεται από ανισορροπία, ως εκ τούτου, τα μέτρα ελέγχου των τιμών παραμένουν σημαντικά. Σε αυτό το πλαίσιο, η ενδεχόμενη (και σε κάποια στιγμή αναγκαία) απόσυρση μέτρων συγκυριακού χαρακτήρα πρέπει να συνδυαστεί με διαρθρωτικού χαρακτήρα παρεμβάσεις με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων/υπηρεσιών, με έμφαση στις αγορές στις οποίες παρατηρούνται υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης.

Ωστόσο, το σημαντικό ποσοστό υπέρβασης των δαπανών έναντι του εισοδήματος υποδηλώνει πως οι παρεμβάσεις πρέπει να επεκταθούν και στο πεδίο της ενίσχυσης των πραγματικών εισοδημάτων, με στόχο τη μείωση των δαπανών που δεν αντικρίζονται από τρέχοντα εισοδήματα.

Keywords
Αναζητήσεις
kepe-to-409-ton-noikokyrion-xodevei-perissotera-apo-osa-vgazei.htm
Τυχαία Θέματα