Τελικά, ποιος σκότωσε τον Ακρόιντ;

Δεκαετία του 1920, αγγλική επαρχία. Τσάι, συμπάθεια και σάντουιτς με αγγούρι. Ξεπεσμένοι αριστοκράτες, μυστικοπαθείς μπάτλερ και κυνήγια αλεπούς. Μια πλούσια χήρα αυτοκτονεί. Το ίδιο βράδυ, στο σπίτι του μνηστήρα της Ρότζερ Ακρόιντ, μαζεύεται μια συντροφιά συγγενών και φίλων. Ανάμεσά τους ο γιατρός του χωριού, Τζέιμς Σέπαρντ. Λίγο πριν αποχωρήσουν, ο οικοδεσπότης λαμβάνει με το ταχυδρομείο έναν φάκελο με το αποχαιρετιστήριο σημείωμα της αυτόχειρος και αποσύρεται για να το διαβάσει. Αργά τη νύχτα, ο Σέπαρντ ξυπνάει από ένα τηλεφώνημα που του λέει ότι ο Ακρόιντ

βρέθηκε δολοφονημένος στο γραφείο του. Και, από την αρχή, οι υποψίες πέφτουν στον Πέιτον, ανιψιό του θύματος, ίχνη του οποίου η αστυνομία βρίσκει στο παράθυρο του γραφείου ενώ ο ίδιος έχει εξαφανιστεί.

Στο ίδιο χωριό έχει αποσυρθεί ο Ηρακλής Πουαρό διότι ό,τι διαβάσατε παραπάνω αφορούν το μυθιστόρημα της Αγκαθα Κρίστι «Ποιος σκότωσε τον Ακρόιντ». Και στο οποίο υπάρχει ένα ιδιοφυές εύρημα που δεν θυμάμαι να έχει επαναληφθεί, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, στην παγκόσμια λογοτεχνία ή δραματουργία. Ο Σέπαρντ που γίνεται άτυπος βοηθός του Πουαρό στην εξιχνίαση του εγκλήματος και είναι και ο αφηγητής του μυθιστορήματος είναι τελικά και αυτός που σκότωσε τον Ακρόιντ. Και το ομολογεί στην τελευταία σελίδα. Αν ο Σέπαρντ όμως ήταν από την αρχή ανάμεσα στους υπόπτους, το μυθιστόρημα δεν θα είχε τις δολοπλοκίες, τα μυστήρια, τα πάθη και τα μίση που κρατούν ολοζώντανο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Δεν θα υπήρχε η ωραία ιστορία που είχε να διηγηθεί η θεία Αγκαθα.

Η ιστορία του Ακρόιντ έχει καρφωθεί στο μυαλό μου από προχθές που έχουν αρχίσει οι θεωρίες περί του θανάτου του Βασίλη Καλογήρου. Και πέρα από τις θεωρίες, οι κατηγορίες που έφτασαν και μέχρι τα έδρανα της Βουλής. Είναι απίστευτο τι διαβάσαμε στο Διαδίκτυο αυτές τις μέρες, ακόμη και από άτομα με επίσημο δημόσιο λόγο. Διηγούνται το «χρονικό μιας προαναγγελθείσης δολοφονίας» και μοιάζει σαν να δολοφονούν την ίδια τη λογική. Ξεχνώντας ότι αυτή η λεγόμενη «κοινή λογική» δεν είναι πάντα σίγουρη μονάδα μέτρησης. Και ότι δεν υπάρχει πιο σαθρή συλλογιστική από το «τι θα έκανα εγώ αν ήμουν στη θέση του». Είτε αφορά έναν ανεξιχνίαστο θάνατο, είτε την υποψία μια ερωτικής ατασθαλίας. Λυπάμαι αλλά η πραγματικότητα δεν προσαρμόζεται σε σενάρια και σε εξισώσεις που βολεύουν και εξυπηρετούν το συλλογικό ή το προσωπικό μας θυμικό. Και οι εύκολες εξισώσεις είναι προσάναμμα στις θεωρίες συνωμοσίας και την τοξικότητα. Το έχει πει όμως ο Νίτσε πολύ πριν. Ο μεγάλος εχθρός της αλήθειας δεν είναι το ψέμα αλλά οι βεβαιότητες. Και επιπλέον, οι καλλιεργημένες βεβαιότητες είναι το βασικό συστατικό του δογματισμού. Και ο δογματισμός είναι το κατώφλι του ολοκληρωτισμού. Η δε προαποφασισμένη πραγματικότητα, ο φασισμός αυτοπροσώπως.

Ας αφήσουμε λοιπόν την πραγματικότητα να διαφανεί. Διότι, πολλές φορές, αποδεικνύεται πιο συναρπαστική ακόμη και από την πιο καλπάζουσα φαντασία.

Πρώτη φορά στις κάλπες

Η χθεσινή ημέρα είναι πολύ σημαντική για την Ιστορία του γυναικείου κινήματος στην Ελλάδα. Στις βουλευτικές εκλογές της 19ης Φεβρουαρίου 1956 ψήφισαν για πρώτη φορά οι γυναίκες. Διότι αν και στο Σύνταγμα του 1864 αναφερόταν ρητά η «καθολική ψηφοφορία» των ελλήνων πολιτών, αυτή η… καθολικότητα δεν συμπεριελάμβανε τις γυναίκες.

Πριν από παρά ένα εβδομήντα χρόνια λοιπόν, καθιερώθηκε ό,τι σήμερα θεωρούμε αυτονόητο. Και μπορεί, ως χώρα, να καθυστερήσαμε να κατοχυρώσουμε το στοιχειώδες αυτό δικαίωμα, αλλά η ιστορία της γυναικείας ψήφου στον σύγχρονο κόσμο δεν είναι πολύ μεγάλη. Πρώτες άρχισαν να ψηφίζουν, το 1895, οι γυναίκες στη Νότια Αυστραλία και, μέχρι το 1901, ο σχετικός νόμος ίσχυσε σε ολόκληρη την ήπειρο. Στην Ευρώπη, πρώτες ψήφισαν οι Φινλανδές το 1905. Το 1918 ψήφισαν οι Βρετανίδες και δύο χρόνια αργότερα οι γυναίκες στις ΗΠΑ. Οι Γαλλίδες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου το 1944 και το 1950 οι Ινδές. Με τούτα και μ’ εκείνα πάντως, ο 20ός αιώνας ήταν συναρπαστικός.

Keywords
Τυχαία Θέματα