Parthenope: Ο Paolo Sorrentino επιστρατεύει τον Anthony Vaccarello και τον οίκο Saint Laurent για μια ταινία-ύμνο στη θηλυκότητα

08:44 18/11/2024 - Πηγή: Bovary

Parthenope, ο Paolo Sorrentino ενώνει τις δυνάμεις του με τον Anthony Vaccarello και τον οίκο Saint Laurent για μια ταινία-ύμνο στη θηλυκότητα, εναρμονίζοντας τη μοναδική σκηνοθετική του ματιά με το σοφιστικέ στιλ του κορυφαίου οίκου μόδας.

Μια ποιητική αλληλουχία εικόνων που συμπυκνώνει την ομορφιά της πόλης, της γυναίκας και της νεότητας μας ταξιδεύει μέσα από τη μεγάλη οθόνη.

Παρθενόπη. Η σειρήνα που ερωτεύτηκε τον Οδυσσέα και έπεσε νεκρή στη νήσο Μεγαρίδη σχηματίζοντας με το σώμα της, τη Νάπολη. Ή εν προκειμένω μια γυναίκα-αίνιγμα, όμοια με θυελλώδη σειρήνα στην όψη, που θέλει να ανακαλύψει τον κόσμο γύρω της, παρατηρώντας και δοκιμάζοντας τα πάντα.

Η νέα ταινία του σκηνοθέτη, που αποτυπώνει την ομορφιά μέσα από τις αντιθέσεις στα μεγαλειώδη πλάνα του είναι αφιερωμένη στη Νάπολη. Και η Παρθενόπη «είναι το βλέμμα που μαγεύεται από τον κόσμο», όπως ανέφερε ο ίδιος στην ιταλική Vogue.

Η αλληγορίατου μύθου, το μυστήριο της γυναικείαςψυχής και η γοητεία της πόλης… οι χαμένοιέρωτες, το αδυσώπητο πέρασμα του χρόνουκαι η μεγάλη περιπέτεια της ζωής είναισχήματα και θεματικές, που διαπλέκονταιυπό το αφηγηματικό πρίσμα του δημιουργού,ο οποίος επιχειρεί ένα σινεματικό grandgesture για την ιδιαίτερη πατρίδα του.

Η Παρθενόπηγεννιέται ταιριαστά σε μια βασιλικήάμαξα της γαλλικής αυλής του 18ου,δώρο του διοικητή της πόλης στηνοικογένειά της. Η χρυσοποίκιλτη κοιτίδατης προοιωνίζεται τον ερχομό μιαςμορφής, φτιαγμένης για να υποκλίνονταιόλοι στο πέρασμά της.

Με φόντοτη Νάπολη, από το Palazzo Lauro και την απέραντηθέα στη θάλασσα του Posillipo αλλά και ταστενά δρομάκια του ιστορικού κέντρου,ο σκηνοθέτης ξεκινά την περιπλάνησηστη ζωή της πρωταγωνίστριας, από τηδεκαετία του ’50.

Η ηρωίδα,νέα και αδάμαστη στον ιταλικό νότο των‘60s, αναδύεται σαν έναόραμα στο συλλογικό φαντασιακό, μέσααπ’ το υδάτινο στοιχείο. Αιθέρια, άπιαστημε τα μικροσκοπικά μπικίνι της, κοιτάζειτον ορίζοντα αποφαίνοντας, με μια σοφίαπου εκπλήσσει, στον νεανικό της έρωτα:«βλέπεις το μέλλον εκεί έξω; Είναι πιομεγάλο από ‘ μένα κι από ‘σένα». Η μητέρατης με τις αέρινες τουνίκ, που φέρεικάτι από την αρχοντιά των πατρικίων καιτης συζύγου του ιδρυτή της Fiat,Marella Agnelli,την παρακολουθεί με το άγρυπνο βλέμματης ανήσυχη για το ταπεραμέντο της καιτην τραγωδία που θα αφυπνίσει.

Αδιαφορώνταςγια τις προτάσεις γάμου, η Παρθενόπηάλλοτε τυλιγμένη αρχετυπικά ως η αιώνιαερωμένη στο λευκό της σεντόνι, μιλά γιατη «βεβαιότητα της πραγματικότητας πουμας κάνει ανιαρούς» και άλλοτε πρωτοστατείστα πανεπιστημιακά έδρανα, ζητώντας μεεπιμονή από τον Καθηγητή της να τηςεξηγήσει τι είναι η ανθρωπολογία.

Γιατί αυτήτην τέχνη της παρατήρησης των ανθρώπωνθα επιλέξει να υπηρετήσει τελικά ωςανώτερο σκοπό στη ζωή της.

Στο μοιραίοταξίδι της στο Κάπρι με τον αδερφό καιτον φίλο της, κερδίζει το ενδιαφέροντων πάντων. Όμως εκείνης την περιέργειακινεί ο Γκάρι Όλντμαν, που υποδύεταιτον αμερικανό Τζον Τσίβερ, συγγραφέατων ηθών των προνομιούχων αστών τηςAμερικής και της υποκρισίας τους. «Τιαπέγιναν όλα τα όμορφα σχέδια που κάναμεμεθυσμένοι τη νύχτα»; αναρωτιέταιδακρυσμένος, όμως εκείνη είναι ακόμαπολύ νέα για να του απαντήσει. Με τοασημένιο μεταλλιζέ μίνι φόρεμά της ωςάλλη Diana Rossστο Studio 54 διοχετεύει τηλάμψη της στη νυχτερινή ζωή τουκοσμοπολίτικου νησιού.

Και ότανπάντα κάποιος θαυμαστής της, την ρωτάτι σκέφτεται, εκείνη αρκείται στο ναχαμογελά, καπνίζοντας πάντα το τσιγάροτης, με τη φυσικότητα μιας femmefatale. Ο αδερφός της με τολευκό φανελένιο σακάκι και το σαρόνγκως μέθυσος ροκ σταρ, με γυμνό στήθος καιλαβωμένη καρδιά, στέκει απελπισμένοςμε φόντο το σύμπλεγμα των βράχωνFaraglioni πίσω του.Συνειδητοποιώντας τον μάταιο έρωτά τουγια εκείνη, θα αυτοκτονήσει. Πίσω στηΝάπολη η Παρθενόπη με το κόκκινο πέπλοτης ως άλλη Κάρμεν θα τον πενθήσει. Καιύστερα θα συνεχίσει…

Ακόμα καιόταν παροδικά θα αποφασίσει να ασχοληθείμε την υποκριτική, μια μεγάλη μα ξεπεσμένηηθοποιός, με τα έγχρωμα γυαλιά μυωπίαςτης και τη χρυσή της τουαλέτα ως άλληΣοφία Λώρεν, θα της πει: «Μια ηθοποιόςέχει ηθική υποχρέωση να είναι περίεργη».Το ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, λοιπόν,είναι αυτό που θα σημαδεύσει τηνΠαρθενόπη, η οποία αρχίζει να βρίσκειτον εαυτό της και το τι θέλει, επιλέγονταςεντέλει τα λιτά κοστούμια και τηνπανεπιστημιακή καριέρα. Από hippyαντικομφορμίστρια γίνεται μια μετρημένηακαδημαϊκός.

Ο σχεδιασμόςτων κοστουμιών

Ο CarloPoggioli, ενδυματολόγος της ταινίαςσυνεργάστηκε στενά με τον Anthony Vaccarelloκαλλιτεχνικό διευθυντή του οίκου SaintLaurent και υπεύθυνο για τα κοστούμια τηςταινίας. Οι, πολύ συγκεκριμένες, ιδέεςστο σενάριο του Sorrentino και η αισθητική,που συχνά προσομοιάζει σε αριστοτεχνικέςφωτογραφίσεις μόδας απαιτούσαν μιαλεπτή συνοχή και τον απόλυτο συγχρονισμόμε το τμήμα φωτογραφίας και σκηνογραφίας.

O Sorrentinoείχε ανάγκη όχι τόσο από διακριτάκεφάλαια για κάθε δεκαετία στην ταινίατου, αλλά από μια διαδοχή ρευστή μεελεύθερες εμφανίσεις, μια περιρρέουσαύπαρξη αναφορών και την αίσθηση τουάχρονου. Για τον σχεδιασμό των κοστουμιώνοι πρόβες μοιράστηκαν ανάμεσα στοΠαρίσι, τη Ρώμη και τη Νάπολη, με τουςδύο συνεργάτες να δουλεύουν με υφές καιυφάσματα, που βασίζονται αρκετά στηδεκαετία του ’70, χωρίς όμως να δανειστούνκομμάτια από το ιστορικό αρχείο τουοίκου Saint Laurent.

Τα πάνταυλοποιήθηκαν από την αρχή, όπως εξήγησεο Poggioli στην Fanpage Italia. Ανκαι το εμβληματικό κοστούμι Smoking τουYves Saint Laurent λειτούργησε ως έμπνευση γιατην αισθησιακή εμφάνιση της Παρθενόπηςμε το μεγάλο μαύρο σακάκι την παραμονήτης πρωτοχρονιάς, τότε που υποδέχεταιτο νέο έτος, κάνοντας έρωτα στα νερά τηςΝάπολης.

Από τις πιοπολυσυζητημένες σκηνές είναι η συνάντησητης Παρθενόπης με τον διαβολικό ιερέαTesorone, ξακουστό για τα θαύματά του καιφύλακα του θησαυρού του San Gennaro, τουαγιοποιημένου επισκόπου του 3ουαιώνα.

Ο φαύλος ιερέας με τα τεχνάσματα και την ευφράδειά του, που θυμίζει κάτι από πυγμάχο και σάτυρο σε ρωμαϊκό συμπόσιο, φαντασιώνεται και ντύνει την Παρθενόπη με την πολύτιμη μίτρα του θησαυρού, το ένδυμα κεφαλής των ανώτατων λειτουργών της καθολικής εκκλησίας, γεμάτη με διαμάντια, σμαράγδια και μαργαριτάρια. Για την εμφάνισή της κατασκευάστηκε ένα μεταλλικό, φόρεμα-πλέγμα γεμάτο κενά και πετράδια, παραπέμποντας στα άμφια μιας γυναίκας πειρασμού κάτι μεταξύ Πάπισσας Ιωάννας και Μάτας Χάρι μέσα στον άμβωνα-θυσιαστήριο. Η Παρθενόπη που καλείται να αναλύσει τη σημασία του θαύματος στις μελέτες της, αφήνεται σε μια ένωση αλλόκοτη, υπερβατική και βέβηλη μαζί. Με έναν φιλόδοξο, «sinistro» ιερέα που ονειρεύεται να γίνει Πάπας και προσπαθεί να της εξηγήσει το θαύμα, όταν εκείνη η ίδια είναι το θαύμα.

Στιςχορογραφημένες σεκάνς, η Παρθενόπηνωχελική στον δικό της αυτόνομο ρυθμόεπηρεάζει τους γύρω της ανεξίτηλαγυρίζοντας στον φακό με το αμφίσημο,παιγνιώδες χαμόγελο που κρύβει τιςσκέψεις της. Τι μπορεί να σκέφτεται μιαγυναίκα με διαστάσεις θεϊκές, αναρωτιόμαστε…

Έχει σημασίατο ότι στη νεότητά της η ηρωίδα, τηνοποία υποδύεται η Celeste Dalla Porta, φωτίζεταιαπό το ηλιόλουστο τοπίο και τα χρώματατης Νάπολης, το μπλε της θάλασσας. Γιατον Poggioli, η Παρθενόπη «ενσαρκώνει τηνπολυπλοκότητα της Νάπολης, τις αντιφάσειςτης αλλά και τα χρώματά της». Η ικμάδατης φαίνεται από τα ζωηρά χρώματα πουφοράς όταν είσαι νέος. Στη μετάβαση προςτην ωριμότητα, το μόνο συνδετικό στοιχείο,που παραμένει ανάμεσα στις δύο όψειςτης Παρθενόπης είναι το ότι φορά παντελόνια, το σύμβολο της χειραφέτησης.

Προς τοτέλος υπάρχει μια αναπόφευκτη μεταμόρφωση:«εδώ δεν βλέπουμε πλέον τη χρήση φωτεινώνχρωμάτων, όλα δίνουν την εντύπωση πωςξεθωριάζουν και γίνονται όλο και πιοχλωμά. Η Stefania Sandrelli ντύνεται με απαλά,διακριτικά ρούχα, γιατί θέλαμε να δώσουμετην ιδέα μιας ασπρόμαυρης ανάμνησης».Οι άτονες μπεζ τονικότητες δίνουν τηνχροιά του πεπερασμένου, αφού ο ενδυματολόγοςήθελε να την κάνει να μοιάζει σχεδόν με«ένα ζωντανό φάντασμα».

Οι κόσμοικουράζονται ακούμε σε ένα σημείο τηςταινίας και ακόμα και μια εμπνευσμένηγυναίκα, χάνει το momentumτης νιότης. Η ψευδαίσθηση της ανεμελιάςέχει χαθεί. Όμως, πάντα υπάρχει μιαευκαιρία να θυμηθείς αυτό που ήσουν. Ανστην Grande Bellezzaτου Sorrentino ταξιδεύουμεστη Ρώμη μέσα απ’ το χορτασμένο καιαπογοητευμένο βλέμμα του Jep Gambardella πουδεν έχει τίποτα να περιμένει, εδώ ηΠαρθενόπη δεν παύει να μαγεύεται απότη ζωή ακόμα και στη φθορά της.

Ο Sorrentinoθεωρεί πως η ταινία του έχει ένα χάρισμα:«ακόμα και στον πόνο, στη θλίψη, μπορείςνα δεις ήδη το τέλος, και είναι πολύόμορφο». Συνδυάζοντας τον θρύλο, τοαπρόβλεπτο της αγάπης, την τραγωδία τηςαπώλειας και την ξεγνοιασιά της νιότης,μένεις με ένα αίσθημα γλυκόπικρο. ΗΠαρθενόπη, τη δεκαετία του ’80, στη δύσητης πια, αναλογίζεται: Εγκαταλελειμμένοισε ένα ιδανικό καλοκαίρι, ήμασταν όμορφοικαι νέοι. Όμως δεν κράτησε πολύ. Ήμουνθλιμμένη και επιπόλαιη, αποφασισμένηκαι απαθής…Σαν τη Νάπολη. Όπου υπάρχειχώρος για τα πάντα. Ήμουν ζωντανή καιμόνη…Τι σκεφτόμουν; Ο έρωτας ως μέσοεπιβίωσης υπήρξε μια αποτυχία….Ή ίσωςκαι όχι! Και την βλέπουμε ξανά για λίγονα χαμογελά με το πρόσωπο των είκοσίτης χρόνων.

Όταν, πλέον,γυρίζει από τον Βορρά, σαράντα χρόνιαμετά στη Νάπολη, μόνη με τις βαλίτσεςτης, έχοντας αποσυρθεί από τον κοινωνικόκαι επαγγελματικό βίο είναι καταπτοημένη,δεν εκπροσωπεί πια την πόλη. Όμως, οιπανηγυρισμοί για το πρωτάθλημα σκουντέτοκαι το τραγούδι-ερωτική εξομολόγησητων φιλάθλων στην ομάδα της Νάπολης,που περνούν σαν πομπή καρναβαλιούμπροστά της, μοιάζει με καντάδα που τηνπαρασύρει πίσω στη ζωή.

Και αν γιατους κριτικούς η ταινία έχει χαρακτηρισθείως ένα ασύνδετο συνονθύλευμα ομορφιάςαξίζει να μεταφέρουμε ακόμα μια φοράτις σκέψεις του Sorrentino. Τοφιλμ στην καρδιά και στο μυαλό του είναιένα «έπος για τη θηλυκότητα, χωρίςηρωισμό, αλλά κατοικημένο από το αδυσώπητοπάθος για ελευθερία, για τη Νάπολη καιτα απρόβλεπτα πρόσωπα της αγάπης. Τοαληθινό, το άχρηστο και το ανείπωτο, πουσε καταδικάζουν στον πόνο. Και μετά σεκάνουν να ξαναρχίσεις. Το τέλειο καλοκαίριτου Κάπρι, των νέων, τυλιγμένο με τηνανάλαφρη καρδιά τους. Και η ενέδρα τουτέλους. Οι νέοι έχουν αυτό το κοινόχαρακτηριστικό: τη συντομία. Η ζωή μπορείνα είναι πολύ μεγάλη, αξέχαστη ήσυνηθισμένη. Το πέρασμα του χρόνου σουδίνει όλο το ρεπερτόριο των συναισθημάτων.Και εκεί στο τέλος, κοντά και μακριά,αυτή η απροσδιόριστη πόλη, η Νάπολη, πουμαγεύει, ουρλιάζει, γελάει και μετάξέρει πώς να σε πληγώσει».

Όλη αυτή η σπουδή στην παρατήρηση είναι μια στάση ζωής, που μας αφορά… Ακόμα κι αν αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε πιο συνειδητά τη ζωή γύρω μας και να παρατηρούμε όταν «ξεθωριάζουν όλα, ο έρωτας, η νιότη, ο πόθος, το συναίσθημα και η έσχατη ευκαιρία να γελάσουμε ξανά», όπως αναλύει ο μέντορας της Παρθενόπης στο έργο.

Διαβάστε περισσότερα στο bovary.gr

Keywords
Τυχαία Θέματα