Η ιστορία χιλιετιών του κυπριακού κρασιού
Από τον κεκραμένον οίνον στο κρασί και από το Κύπριον Νάμα στην Κουμανταρία.
Η Κύπρος, με οινική παράδοση που εκτείνεται σε βάθος χιλιετιών, αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα σημεία αναφοράς στον παγκόσμιο οινικό χάρτη. Από τον «κεκραμένον οίνον» της αρχαιότητας έως το περίφημο Κύπριον Νάμα, το οποίο σήμερα γνωρίζουμε ως Κουμανταρία, το κρασί υπήρξε αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής, θρησκευτικής και οικονομικής ζωής του νησιού
Μαρία Παπαδοπούλου Πίγγουρα*
Ο Στράβων (1ος αι. π.Χ.–1ος
Σε αυτή την αναφορά του αρχαίου Έλληνα γεωγράφου, το νησί μας περιγράφεται μεταξύ άλλων ως εύοινο, δηλαδή ως ένας τόπος που παράγει καλής ποιότητας κρασί. Γραπτές αναφορές για το κρασί της Κύπρου έχουμε σε πολλές πηγές, περίπου από τον 14ο αι. π.Χ. (Επιγραφές της Αμάρνας, Αίγυπτος) μέχρι και την εποχή της Τουρκρατίας, ενώ η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως ευρήματα που πιστοποιούν την ύπαρξη κρασιού στο νησί από τα μέσα της 4ης χιλιετίας. Όλα αυτές οι αναφορές αποδεικνύουν ότι για αιώνες το κρασί κατείχε εξέχουσα θέση και αποτελούσε πολύτιμο στοιχείο της κοινωνικής, θρησκευτικής και οικονομικής ζωής των Κυπρίων.
Ο ποιητής Ησίοδος στο μακροσκελές ποίημά του Έργα και Ημέραι, που απευθύνεται στον αδερφό του Πέρση με συμβουλές για το πώς να κάνει τις διάφορες αγροτικές εργασίες του, δίνει μια λεπτομερή περιγραφή του τρόπου που παρασκευαζόταν το κρασί. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που περιγράφει ο Ησίοδος τον 8ο αιώνα π.Χ. παρασκευάζεται μέχρι σήμερα η Κουμανταρία μας, το Κύπριον Νάμα της αρχαιότητας. Αναφέρει λοιπόν ο Ησίοδος: «Κι όταν ο Ωρίωνας κι ο Σείριος στο μέσον έρθουν/ τ᾽ ουρανού και τον Αρκτούρο δει η ροδοδάχτυλη αυγή,/ τότε να κόψεις και να πάρεις σπίτι, Πέρση, όλα τα σταφύλια./ Δείξ᾽ τα στον ήλιο για μέρες δέκα και δέκα νύχτες,/ βάλ᾽ τα στον ίσκιο πέντε μέρες, και την έκτη άδειασε στους κάδους σου/ τα δώρα του πολύτερπνου Διόνυσου» (Ησίοδος στ. 609-614),
Οι αρχαίοι Έλληνες έπιναν κεκραμένον οίνον, δηλαδή κρασί που το έσμιγαν με νερό, κατ’ εντολή του Θεού Διόνυσου που σύμφωνα με την Μυθολογία δίδαξε στους Έλληνες την καλλιέργεια του αμπελιού. Ο άκρατος οίνος, δηλαδή το ανέρωτο κρασί, προσφερόταν μόνο στους Θεούς. Ο λόγος ήταν ίσως γιατί το κρασί που παραγόταν στα αρχαία χρόνια ήταν πολύ γλυκό, για να μην οξειδώνεται εύκολα, άρα και πολύ δυνατό και γι’ αυτό απαγορευόταν στους θνητούς να το πίνουν, προφανώς για να μην παρεκτρέπονται. Η λέξη κρασί που χρησιμοποιείται σήμερα στην Ελληνική αντί της αρχαίας λέξης οίνος, έχει προφανώς τις ρίζες της σε αυτή τη συνήθεια των αρχαίων να σμίγουν το κρασί με το νερό, δηλαδή από την κράσιν του οίνου.
Κάτι τέτοιο έκαναν τουλάχιστον μέχρι και τα μεσαιωνικά χρόνια οι Κύπριοι, όπως εξάγεται από την αναφορά του Ευρωπαίου περιηγητή Loutvich Von Suchen που έφτασε στο νησί το 1350. Ο περιηγητής, αφού μιλά με τα καλύτερα λόγια για το εξαιρετικό κρασί που παραγόταν στα ορεινά χωριά του Τροόδους, περιγράφει τον τρόπο φύλαξης και παλαίωσης του κρασιού σε πήλινα πιθάρια, με αποτέλεσμα το κόκκινο χρώμα του κρασιού να γίνεται χρυσοκόκκινο με τον καιρό και το κρασί να γίνεται πολύ δυνατό, έτσι που για να το πιούν οι άνθρωποι θα έπρεπε να το σμίγουν με νερό, όπως δηλαδή έκαναν και οι αρχαίοι. Η αναλογία που δίνει ο περιηγητής είναι: ένα μέρος κρασί και εννέα νερό.
Η Κύπρος θεωρείται σήμερα ως η κοιτίδα του ευρωπαϊκού κρασιού, αφού σύμφωνα με αρχαιολογικές αναφορές, το κρασί παράγεται στο νησί από το 3500 π.Χ. περίπου, ενώ στην Κύπρο, στην περιοχή της Πιτσιλιάς, έχουμε επίσης τους ψηλότερους αμπελώνες στην Ευρώπη, σε υψόμετρο 1500 μέτρα.
Το 1933 ο αρχαιολόγος Πορφύριος Δίκαιος ανέσκαψε μια σημαντική χαλκολιθική θέση στο χωριό Ερήμη της Λεμεσού, όπου βρήκε μεγάλο αριθμό θραυσμάτων από αγγεία με ίχνη κόκκινου χρώματος στον πυθμένα τους που χρονολογούνται γύρω στο 3500 π.Χ.. Γύρω στο 2005, η Ιταλίδα αρχαιολόγος Maria Rosaria Belgiorno απέδειξε ότι αυτά τα ίχνη περιέχουν τρυγικό οξύ, στοιχείο που περιέχεται στο κόκκινο κρασί. Έτσι, συμπεραίνεται ότι παραγόταν κρασί στην Κύπρο εδώ και 5,500 χρόνια τουλάχιστον.
Σύμφωνα με αναλύσεις σε παλαιοβοτανικά κατάλοιπα που έχουν εντοπιστεί σε ανασκαφές σε προϊστορικές θέσεις στην Κύπρο, φαίνεται ότι το αμπέλι υπήρχε στο νησί ως αυτοφυές είδος από πολύ νωρίτερα. Σε Νεολιθικές θέσεις (7η χιλιετία) έχουν εντοπιστεί απανθρακωμένα κουκούτσια σταφυλιών που φαίνεται να προέρχονται από ένα είδος άγριου σταφυλιού που συνέλεγε ο προϊστορικός άνθρωπος από τα δάση και που προφανώς αποτελούσε μέρος της διατροφής των Κυπρίων πολύ πριν την εξημέρωση του αμπελιού, κάτι που, σύμφωνα με αρχαιολογικά ευρήματα, φαίνεται να συνέβη στην περιοχή του Καυκάσου κατά την 5η χιλιετία.
Οι πρωιμότερες τεχνολογίες οινοπαραγωγής μαρτυρούνται από τα πολυάριθμα πήλινα αγγεία που βρέθηκαν σε ανασκαφές σε θέσεις της Πρώιμης, Μέσης και κυρίως της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, από ομοιώματα ληνών (πατητήρια σταφυλιών) που έχουν βρεθεί σε τάφους αυτής της εποχής και από κατάλοιπα ληνών και αποθηκευτικών πίθων μαζί με ένα σουρωτήρι για διαχωρισμό του μούστου από τα στέμφυλα που έχουν βρεθεί σε ανασκαφή στην Άλασσα και χρονολογούνται στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1650-1050 π.Χ.). (φωτογραφία: αναπαράστση ληνού σε μικρογραφία από τάφο του 2000 π.Χ. στο αρχαίο νεκροταφείο των Βουνών στο κατεχόμενο σήμερα Μπέλλαπαϊς (Κυπριακό Μουσείο). Άλλη μια απόδειξη για την παραγωγή κρασιού στην Κύπρο σε αυτές τις πολύ πρώιμες εποχές, είναι και οι εγκαταστάσεις παραγωγής ελαιόλαδου και κρασιού, που πιθανόν να χρησιμοποιούντο στην παρασκευή αρωμάτων, που βρέθηκαν στη θέση Πύργος-Μαυροράχη, σε μια θέση που ορίζεται ως το αρχαιότερο αρωματοποιείο στην Μεσόγειο και που χρονολογείται μεταξύ 2000-1800 π.Χ.
Πολυάριθμα είναι και τα αγγεία που σχετίζονται με το κρασί και προέρχονται κυρίως από τάφους όλων των ιστορικών περιόδων που έχουν κατά καιρούς ανασκαφεί στο νησί. Τέτοια αγγεία όπως οινοχόες (αγγεία κρασιού), κύλικες (κύπελα σερβιρίσματος κρασιού), αμφορείς (αγγεία αποθήκευσης), κρατήρες (αγγεία με μεγάλο στόμιο για την κράση του οίνου) και οξυπύθμενοι αμφορείς για μεταφορά του κρασιού που εξυπηρετούσαν το εμπόριο κρασιού στην ανατολική Μεσόγειο για αιώνες, κοσμούν τα μουσεία της Κύπρου και των μεγάλων ευρωπαϊκών και αμερικανικών μουσείων.
Να μην ξεχνούμε βέβαια και το αττικό αγγείο του 5ου π.Χ. από το Μάριον (Πόλη της Χρυσοχούς), που φέρει την επιγραφή που συνήθιζαν να γράφουν οι αρχαίοι πάνω στις κύλικες τους, το γνωστό «Χαίρε και πίει εύ», ή κατά τους Λεμεσιανούς «πίννε κρασίν να σιεις ζωήν», που αποτελεί σήμερα και το γνωστό μότο της Γιορτής του Κρασιού.
Εκτός από τα πιο πάνω, σκηνές με παραστάσεις που έχουν σχέση με την άμπελο και τον οίνο έχουμε και σε αγγεία και σε επιδαπέδια ψηφιδωτά της Ρωμαϊκής περιόδου (1ος π.Χ.- 4ος μ.Χ. αι.) όπως η Οικία του Διόνυσου στην Κάτω Πάφο, με σκηνές τρύγου και σκηνές σχετικές με τον Διόνυσο, όπου και η γνωστή επιγραφή «ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΟΙΝΟΝ ΠΙΟΝΤΕΣ» που αναφέρεται στους πρώτους ανθρώπους που σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ήπιαν κρασί.
Όταν αργότερα εκχριστιανίστηκε το νησί, ο οίνος πήρε και μια άλλη συμβολική και μυστηριακή διάσταση, η άμπελος ταυτίστηκε αλληγορικά με τον ίδιο τον Χριστό και ο οίνος με το αίμα του Χριστού που χύθηκε για την Σωτηρία του ανθρώπου. Η γνωστή ρήση του Ευαγγελίου «Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή…» υπάρχει σε ψηφιδωτό δάπεδο των αρχών του 5ου αιώνα στην παλαιοχριστιανική Βασιλική της Χρυσοπολίτισσας στην Κάτω Πάφο. Στην Κύπρο χρησιμοποιείται Κουμανδαρία στη Θεία Κοινωνία (Νάμα), αλλά και σε άλλες θρησκευτικές τελετές, όπως π.χ. στο κοινό ποτήριο των νεονύμφων στην ακολουθία του στεφανώματος, καθώς και στην πλύση των οστών κατά την εκταφή των νεκρών. Κρασί μαζί με αλάτι και έλαιο χρησιμοποιείτο στα παλιά χρόνια και για την πλύση του νεογέννητου βρέφους, ίσως για αποστείρωση και προστασία από τα μικρόβια.
Αναφορές στο κρασί απαντώνται και σε βυζαντινές και μεταβυζαντινές αγιογραφίες στις μεσαιωνικές εκκλησίες της Κύπρου, όπως σε παραστάσεις της Θείας Κοινωνίας, του Μυστικού Δείπνου, της Φιλοξενίας του Αβραάμ και του Γάμου της Κανά, όπου μεταξύ άλλων μπορεί να δει κανείς και τα είδη των αγγείων που χρησιμοποιούσαν για το κρασί στα παλιά χρόνια.
Ακόμα και άγιος με όνομα που παραπέμπει στο αμπέλι τιμάται στην Κύπρο. Πρόκειται για τον Άη Αμπέλη, ένα άγνωστο στην υπόλοιπη Κύπρο άγιο που τιμάται σε σπήλαιο έξω από το χωριά Δρούσια και Κάθηκας της Πάφου. Μέχρι πρόσφατα, οι βοσκοί της περιοχής αφιέρωναν στον άγιο πιδκιάβλια, μαγκούρες, καμπανέλλες των προβάτων κ.ά. Ίσως κατάλοιπο κάποιας αρχαίας λατρείας, πιθανόν του Θεού Πάνα που στην Μυθολογία, εκτός από θεός που προστάτευε την άγρια ζωή και τους βοσκούς, ήταν και ένας από τους ακόλουθους του Διόνυσου.
Μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Σταυροφόρους κατά την διάρκεια της Γ’ Σταυροφορίας (1191) και την εγκαθίδρυση λίγο αργότερα του Φραγκικού Βασιλείου των Λουζινιανών, φαίνεται ότι το κρασί μας εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από τους κατακτητές και ήταν περιζήτητο στις βασιλικές αυλές της φεουδαρχικής Ευρώπης, αφού ήταν ένα από τα κύρια προϊόντα που εμπορεύονταν.
Οι Ιωαννίτες ιππότες ήταν εξάλλου αυτοί που καθιέρωσαν το όνομα Κουμανταρία από τις αρχές του 13ου αιώνα, ένα όνομα που αντικατέστησε το όνομα Κύπριον Νάμα με το οποίο το κρασί της Κύπρου ήταν γνωστό στην Αρχαιότητα. Η Μεγάλη Κουμανταρία, από το μεσαιωνικό γαλλικό Grande Commanderie, ήταν η Μεγάλη Διοίκηση των ιπποτών στο κάστρο του Κολοσσίου που αποτελούσε τότε την βάση των Ιωαννιτών στην Κύπρο. Οι Ιωαννίτες κατείχαν ένα τεράστιο φέουδο στην περιοχή που περιλάμβανε 45 χωριά, κάποια από τα οποία αποτελούν μέχρι σήμερα τα Χωριά της Κουμανταρίας, όπου και παράγεται ακόμα το μοναδικό κρασί Ονομασίας Προέλευσης της Κύπρου.
Από την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1191-1570/71) και έπειτα, αναφορές στο κυπριακό κρασί έχουμε πάρα πολλές, κυρίως από ξένους περιηγητές και προσκυνητές, οι περισσότεροι από τους οποίους αναφέρονται με πολύ κολακευτικά σχόλια στο γλυκό κρασί της Κύπρου. Κάποιες από αυτές τις αναφορές προσπαθούν να ταυτίσουν τους αμπελώνες της Λεμεσού και της Πάφου με βιβλικές αναφορές στους αμπελώνες Εγγαδδί από το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα (Α. 14), όπου αναφέρονται τα εξής: «Βότρυς τῆς κύπρου ἀδελφιδός μου ἐμοί, ἐν ἀμπελῶσιν Ἐγγαδδί». Πάντως το πιο πιθανό είναι ότι ο Σολομών δεν αναφέρει ότι οι αμπελώνες Εγγαδδί βρίσκονταν στην Κύπρο αφού είναι γνωστό ότι το όνομα αυτό αναφέρεται σε χώρα δυτικά της Νεκρής Θάλασσας. Αυτό που θέλει να πει ο ποιητής προφανώς είναι ότι ίσως να καλλιεργούντο κυπριακές ποικιλίες αμπελιών στην χώρα Εγγαδδί, κάτι που και πάλι δείχνει ότι οι κυπριακοί αμπελώνες έχαιραν φήμης ακόμα και σε στη βιβλική Παλαιστίνη.
Αναφορά στο κυπριακό κρασί έχουμε και από έναν Γάλλο ποιητή, τον Henri d’Andeli που το 1224 στο ποίημα του “La Bataille des Vins” («ο Πόλεμος των Οίνων») αναφέρεται σε ένα διαγωνισμό οίνων που έγινε στην Αυλή του βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππου Αυγούστου. Στον πρώτο αυτό καταγεγραμμένο διαγωνισμό κρασιών στον κόσμο, το γλυκό κρασί της Κύπρου «έλαμψε πρώτο σαν αστέρι» όπως λέει ο ποιητής.
Αργότερα, κατά την Οθωμανοκρατία (1570/71-1878), παρ’ όλες τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει η κυπριακή οινοπαραγωγή λόγω της επιβολής βαριάς φορολογίας στο κρασί από τις Οθωμανικές αρχές, αυτή επιβίωσε για να εξελιχθεί, με την έναρξη της Αγγλοκρατίας, σε ακμάζουσα «βιομηχανία». Ενδεικτική της φήμης που έχαιρε το κρασί της Κύπρου είναι και η παράδοση που λέει ότι αυτό ήταν η αιτία κατάκτησης της Κύπρου από τον Σουλτάνο Σελίμ Β΄ τον επονομαζόμενο Μέθυσο (1566-1574), ο οποίος φέρεται να είχε πει: «Σ’ αυτό το νησί υπάρχει ένας θησαυρός που μόνο ο βασιλιάς των βασιλέων αξίζει να κατέχει».
Στα τέλη του 19ου αιώνα η Κύπρος ξέφυγε από την επιδημία της φυλλοξήρας, που κατέστρεψε τους αμπελώνες της Ευρώπης, αλλά δεν άγγιξε την Κύπρο. Πανάρχαιες κυπριακές ποικιλίες αμπελιών συνέβαλαν στην αναγέννηση λίγες δεκαετίες αργότερα των ευρωπαϊκών αμπελώνων. Στο μεσοδιάστημα όμως και μέχρι τα χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το κυπριακό κρασί κυριαρχούσε στις αγορές της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, με κύριες αγορές τη Σοβιετική Ένωση και τις Αγγλογαλλικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής.
Την εποχή αυτή αρχίζουν να αναπτύσσονται οι 4 μεγάλες οινοβιομηχανίες (ΕΤΚΟ, ΚΕΟ, ΛΟΕΛ, ΣΟΔΑΠ) που για δεκαετίες στήριξαν τους αμπελουργούς της Κύπρου, ενώ κατά την δεκαετία του 1980 άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα τοπικά οινοποιεία στα χωριά, φυτεύοντας νέα αμπέλια με ντόπιες και εισηγμένες ποικιλίες σταφυλιών που συμβάλλουν στις προσπάθειες βελτίωσης των κυπριακών κρασιών. Εν όψει της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ, εισήχθησαν νέοι κανονισμοί και νέο σύστημα κατάταξης των κρασιών μας σε τρεις κατηγορίες: ΠΓΕ (Κρασιά Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης) και ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης). Σήμερα, η παραγωγή ποιοτικού κρασιού κερδίζει συνεχώς έδαφος. Λειτουργούν πάνω από 50 τοπικά οινοποιεία που παράγουν άριστης ποιότητας κρασί που εξάγεται σε όλο τον κόσμο.
*Η Μαρία Παπαδοπούλου Πίγγουρα είναι Διπλωματούχος Ξεναγός, Ερευνήτρια, Κάτοχος Πτυχίου στον Ελληνικό Πολιτισμό, ασχολείται για πολλά χρόνια με προγράμματα Πολιτιστικού Τουρισμού και είναι διαπιστευμένη Εκπαιδεύτρια Ξεναγών της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ξεναγών (WFTGA).
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Συνταγές
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Χρυσές Συνταγές
- Τελευταία Νέα Χρυσές Συνταγές
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Συνταγές