Ενα πρώτο βήμα

Οι εκλογές στη Γερμανία αποδείχτηκαν ένα βήμα στην κατεύθυνση που όλοι επιθυμούμε: την αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στην Ευρώπη.

Αλλά ένα πρώτο βήμα. Χρειάζονται και άλλα.

Χρειάζεται πρώτα να φτιάξει κυβέρνηση ο Φρίντριχ Μερτς. Ενας «Μεγάλος Συνασπισμός» (Groko από το «Grosse Koalition») Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών είναι η πιο προφανής λύση, χωρίς να είναι και δεδομένη.

Τα δυο κόμματα έχουν καθαρή κοινοβουλευτική

πλειοψηφία (328 έδρες στις 630) και μπορούν να κυβερνήσουν χωρίς τρίτο εταίρο.

Αλλωστε ξέρουν το σπορ.

Το δοκίμασαν για πρώτη φορά στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης (1928-1930) οι Σοσιαλδημοκράτες, οι Κεντρώοι Καθολικοί και οι Φιλελεύθεροι.

Μεταπολεμικά είχαμε τέσσερις «Μεγάλους Συνασπισμούς» μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Την κυβέρνηση Κουρτ Κίζινγκερ (1966-1969) και τρεις κυβερνήσεις της Ανγκελα Μέρκελ (2005-2009 και 2013-2021).

Συνεπώς, με τους Σοσιαλδημοκράτες απερχόμενους και ηττημένους, δεν θα είναι αδύνατη η συνεννόηση.

Το επόμενο βήμα είναι προφανώς η Γαλλία.

Ο Μακρόν προσπαθεί διά της Ευρώπης να ξαναμπεί στο παιχνίδι μετά μια ακατανόητη διάλυση της Βουλής που αποδείχθηκε καταστροφική στις κάλπες (Ιούλιος 2024).

Δεν θα είναι εύκολο, παρόλο που από τον Ιούνιο μπορεί να προκηρύξει νέες εκλογές.

Οι δημοσκοπήσεις δεν προδικάζουν κάποιο διαφορετικό αποτέλεσμα. Εστω και αν η διάλυση του Νέου Λαϊκού Μετώπου επιτρέπει στον ευρύτερο κεντρώο χώρο να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση της Λεπέν έως την προεδρική εκλογή του 2027, όπου ο Μακρόν δεν θα μπορεί να είναι ξανά υποψήφιος.

Προς το παρόν λοιπόν ας βάλουμε στη Γαλλία ένα ερωτηματικό.

Τι μένει;

Μένει η σταθερή υποχώρηση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων αλλά και της υπόλοιπης Αριστεράς που έχει μετατραπεί σχεδόν σε περιθωριακή δύναμη.

Μένει η ανάδειξη και η ενίσχυση ενός νέου πολιτικού πόλου, ας τον αποκαλέσουμε ευγενικά «Δεξιά της Δεξιάς».

Βρίσκεται ήδη στην κυβέρνηση στην Ιταλία με την Τζόρτζια Μελόνι. Μετέχει ή ηγείται άλλων τεσσάρων ή πέντε κυβερνήσεων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αποτελεί την τρίτη δύναμη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Είναι σταθερά δεύτερη δύναμη, ίσως και πρώτη, στη Γαλλία με τη Μερίν Λεπέν. Είναι πλέον δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη και στη Γερμανία με την Αλις Βάιντελ.

Μόνο ηλίθιοι μπορεί να μην καταλαβαίνουν ότι αυτό κάτι σημαίνει και κάτι πρέπει να γίνει.

Αν ισχύει το ζητούμενο που θέσαμε από την αρχή, δηλαδή η αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας στην Ευρώπη, πρέπει λοιπόν να αναρωτηθούμε αν αυτό μπορεί να γίνει εναντίον μιας «Δεξιάς της Δεξιάς» ή αν πρέπει να τη λάβουμε υπόψη σε ό,τι θα μπορούσε να αποδειχθεί εποικοδομητική.

Το βράδυ των γερμανικών εκλογών η Βάιντελ διαμαρτυρήθηκε για τον αποκλεισμό του κόμματός της από τις διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Τον χαρακτήρισε «αντιδημοκρατικό».

Κολοκύθια τούμπανα. Στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες δεν υπάρχουν «υποχρεωτικοί συνομιλητές ή εταίροι». Ο καθένας διαλέγει την παρέα του με τα δικά του κριτήρια επιλογής.

Και φυσικά με τα κριτήρια που προκύπτουν από την πραγματικότητα.

Παράδειγμα. Στις 28 Ιανουαρίου ανοίγει μια συζήτηση για τη μετανάστευση στη γαλλική Εθνοσυνέλευση με αφορμή τη φράση του κεντρώου πρωθυπουργού Μπαϊρού ότι επικρατεί «μια αίσθηση μεταναστευτικής βύθισης».

Οι Σοσιαλιστές είναι στα κάγκελα. «Αν κυβερνήσετε με τις προκαταλήψεις της Ακρας Δεξιάς, θα καταλήξουμε να κυβερνηθούμε από την Ακρα Δεξιά!», προειδοποιούσε ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Σοσιαλιστών Μπορίς Βαγιό («Le Figaro», 28/1).

Είναι μια παλιά παρτιτούρα που κυκλοφορεί και στην Ελλάδα για «το τέρας που θα σου μοιάζει» ή κάπως έτσι.

Δεν πέρασαν ούτε δεκαπέντε μέρες.

Στις 12 Φεβρουαρίου το Σοσιαλιστικό Κόμμα δηλώνει ότι θα λάβει μέρος στον διάλογο για τη μετανάστευση που προτείνει η κυβέρνηση Μπαϊρού, ακόμη κι αν αισθάνεται ότι είναι «παγιδευμένος».

Τι συνέβη; Κάτι πολύ απλό. Το εξηγεί ο Πιερ Ζουβέ, ουσιαστικά Νο 2 των Σοσιαλιστών.

«Είναι μια πολιτιστική μάχη την οποία πρέπει να δώσουμε. Αν δεν πάμε, θα συντριβούμε. Μπορούμε να κάνουμε τη στρουθοκάμηλο, αλλά όταν το 70% των Γάλλων θεωρεί ότι το Μεταναστευτικό είναι ζήτημα δεν μπορούμε να τους λέμε ότι είναι κακοί και φασίστες» («Le Monde», 12/2).

Παρακολουθήσαμε μια ελαφρώς κακότεχνη αλλά απαραίτητη προσγείωση από την ιδεοληψία στην πραγματικότητα.

Κι είναι ένα καλό παράδειγμα που έρχεται από τη Γαλλία για τις αναπροσαρμογές που θα χρειαστεί να γίνουν σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Δεν ξέρω λοιπόν σε ποιον μοιάζει ή θα μοιάζει «το τέρας», αλλά αν τη σταθεροποίηση δεν αναλάβουν οι δυνάμεις της σταθερότητας, τότε η πραγματικότητα θα βρει άλλες δυνάμεις να δουλέψει μαζί τους.

Ο,τι κι αν λέει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο. Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες και οι κοινωνίες τους μπορούν να διαλυθούν χαρωπά αλλά γεμάτες δικαιώματα.

Μιας και ξεκινήσαμε όμως από τη Γερμανία, να σημειώσουμε πως η αποκατάσταση της σταθερότητας δεν είναι μόνο ιδεολογικό ζήτημα.

Ολη η πρώην Ανατολική Γερμανία ανέδειξε στις πρώτες εκλογικές θέσεις την Ακρα Δεξιά και την Ακρα Αριστερά. Το άθροισμά τους παραπέμπει στις χειρότερες επιδόσεις της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.

Κι αυτή η ανισομέρεια είναι μια ιδιαίτερη παράμετρος στην αποκατάσταση της σταθερότητας, ακόμη κι αν έχει κυρίως εθνικά χαρακτηριστικά.

Να συνοψίσουμε. Οι γερμανικές εκλογές ήταν ένα πρώτο βήμα. Αλλά πρέπει να ακολουθήσουν και πολλά άλλα.

Το αρνητικό είναι ότι θα πρέπει να τα βαδίσουν πολλοί και χωρίς να συμφωνούν απαραιτήτως μεταξύ τους για τον βηματισμό. Τη στιγμή που ο Πούτιν και ο Τραμπ παραμονεύουν.

Το θετικό είναι όμως πως η σταθεροποίηση αποτελεί πλέον ζήτημα στοιχειώδους αυτοσυντήρησης, αν όχι επιβίωσης, για όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Και η αυτοσυντήρηση είναι συνήθως καλός σύμβουλος.

Keywords
Τυχαία Θέματα