Στην 73η θέση η Ελλάδα στο Gender Gap Report 2024

Το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα, δηλαδή ο λόγος των απασχολούμενων προς τον συνολικό πληθυσμό (employment rate), διαμορφώθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε 69% έναντι 75,9% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27). Ένας από τους στόχους του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων (European Pillar of Social Rights Action Plan) είναι το ποσοστό απασχόλησης, σε επίπεδο ΕΕ-27, να ανέλθει σε 78% μέχρι το 2030, γεγονός που συνεπάγεται για τη χώρα μας την περαιτέρω άνοδο των απασχολούμενων ηλικίας 20-64 ετών

κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες ή κατά περίπου 400 χιλιάδες. Η αύξηση του ποσοστού απασχόλησης απαιτεί όχι μόνο τη μείωση της ανεργίας, αλλά και την παροχή κινήτρων προς τον μη ενεργό πληθυσμό προκειμένου να εισέλθει στην αγορά εργασίας. Τούτο είναι καθοριστικός παράγοντας για την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων και των αναπτυξιακών προοπτικών.

Το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα σε σύγκριση με τα αντίστοιχα ποσοστά των κρατών-μελών της ΕΕ-27 αλλά και τον μέσο όρο αυτής είναι ένα χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα που ισχύει διαχρονικά. Αυτό αποδίδεται στο υψηλότερο ποσοστό ανεργίας, αλλά και στο χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό. Στις αρχές του 2009, περίπου την περίοδο που ξεκίνησε η οικονομική κρίση στη χώρα μας, το ποσοστό απασχόλησης διαμορφωνόταν στο 65,8%, δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ-27. Η διαφορά με την ΕΕ-27 αυξήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας, γεγονός που οφείλεται σχεδόν εξ' ολοκλήρου στη μεγάλη αύξηση του ποσοστού ανεργίας -ως απόρροια της απώλειας θέσεων εργασίας λόγω της παρατεταμένης ύφεσης- και, κατά στο εργατικό δυναμικό. Αντίθετα, το ποσοστό συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, δηλαδή το σύνολο απασχολούμενων και ανέργων προς τον συνολικό πληθυσμό (activity rate) και επομένως και ο μη ενεργός πληθυσμός (ως συμπληρωματικός αυτού), παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερά, όπως αναφέρεται σε ανάλυση της Alpha Bank που δημοσιεύτηκε την Τρίτη (18/2).

Παρά την άνοδο που έχει επιτευχθεί, από τα μέσα της περασμένης δεκαετίας μέχρι σήμερα, το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα εξακολουθεί να είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ-27, υπερτερώντας μόνο έναντι της Ιταλίας. Τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης σε επιμέρους κατηγορίες, όπως στις γυναίκες, στους νέους και στους ηλικιωμένους, διαμορφώνουν την υφιστάμενη κατάσταση. Συγκεκριμένα, ενώ στους άνδρες το ποσοστό απασχόλησης βρίσκεται κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο (78,2% έναντι 80,9% στην ΕΕ-27), στις γυναίκες το αντίστοιχο ποσοστό υπολείπεται σημαντικά (59,8% έναντι 70,9% στην ΕΕ-27). Αυτό έχει αποτέλεσμα το χάσμα απασχόλησης μεταξύ των φύλων στην Ελλάδα (gender employment gap) να είναι το τρίτο μεγαλύτερο στην ΕΕ-27 μετά το αντίστοιχο της Ρουμανίας και της Ιταλίας, με τις επιδόσεις των εν λόγω χωρών να υστερούν σημαντικά σε σύγκριση με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ-27.

Η διαφορά των ποσοστών απασχόλησης μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα μπορεί να αναλυθεί περαιτέρω στους ακόλουθους δύο παράγοντες:

Πρώτον υψηλότερο ποσοστό ανεργίας των γυναικών

Δεύτερον, στο χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας. Το ποσοστό αυτό ακολουθεί σταθερά ανοδική τροχιά από το 2009 μέχρι σήμερα (με εξαίρεση την πανδημία) και σταδιακά ανήλθε σε 67,9% το τρίτο τρίμηνο του 2024, από 60,1% το πρώτο τρίμηνο του 2009. Αν και η απόστασή του σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ-27 κυμαίνεται την τελευταία τριετία περίπου στις 7,2 ποσοστιαίες μονάδες, η διαφορά του από το αντίστοιχο ποσοστό των ανδρών παραμένει σημαντική, καθώς το τελευταίο διαμορφώθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε 84,6%

Η αύξηση του χαμηλού ποσοστού απασχόλησης των γυναικών στην Ελλάδα, όπως και των νέων και των ηλικιωμένων, είναι βασική προϋπόθεση για την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας -δεδομένων και των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων- αλλά και για την αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού σε διάφορους τομείς, όπως ο τουρισμός. Παράλληλα, η μείωση του χάσματος απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα, το ποσοστό των γυναικών εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθε το 2024 στο 48,15% επί του συνόλου των εργαζομένων, αυξημένο σε σύγκριση με το 2023 (47,96%).

Ένας από τους παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά για τη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας -σύμφωνα και με την έκθεση Πισσαρίδη- είναι η έλλειψη οργανωμένων υπηρεσιών και παροχών αναφορικά με τη φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων. Αυτό αποτυπώνεται στα επιμέρους ποσοστά απασχόλησης των γυναικών ανά αριθμό παιδιών που κυμαίνονται από 68,3% στις γυναίκες χωρίς παιδιά, έως 56,1% σε αυτές που έχουν τρία ή περισσότερα παιδιά. Ο Προϋπολογισμός για το 2025 περιλαμβάνει μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση, όπως τα προγράμματα για επιπλέον θέσεις ή παροχή “voucher” σε βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, θεσμικά μέτρα για τις τρίτεκνες οικογένειες, π.χ. αύξηση της ποσόστωσης στις προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, κ.λπ.

Εκτός όμως από την παροχή κινήτρων και διευκολύνσεων για την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας, είναι εξίσου κρίσιμο να αντιμετωπιστούν και θέματα ανισότητας εν γένει. Σύμφωνα με την έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (“Global Gender Gap Report 2024”, World Economic Forum), οι ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να έχουν πολύ καλές επιδόσεις σε σχέση με άλλες γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη, καλύπτοντας σήμερα πάνω από τα ¾ του έμφυλου χάσματος (75,1% με το 100% να αντανακλά την τέλεια ισότητα, Γράφημα 3α). Συγκεκριμένα, καταλαμβάνουν επτά θέσεις από τις δέκα πρώτες θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη, με την Ισλανδία να βρίσκεται στην πρώτη θέση και να ακολουθούν η Φινλανδία (2η), η Νορβηγία (3η), η Σουηδία (5η), η Γερμανία (7η), η Ιρλανδία (9η) και η Ισπανία (10η). Η χώρα μας κατατάσσεται στην 73η θέση σε σύνολο 146 χωρών -με βαθμολογία 71,4%-, η οποία έχει βελτιωθεί σε σύγκριση με το 2023 κατά 20 θέσεις. Από τις επιμέρους συνιστώσες του δείκτη, σημαντική βελτίωση σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά καταγράφηκε στις κατηγορίες εκπαίδευση (educational attainment) και πολιτική (political empowerment), αν και η βαθμολογία στην τελευταία αυτή κατηγορία παραμένει χαμηλή. Στον τομέα της οικονομίας (economic participation and opportunity) η επίδοση είναι ίση με 68%, λόγω κυρίως της χαμηλότερης συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, όπως αναλύθηκε ανωτέρω, των μισθολογικών ανισοτήτων (με βαθμολογία 63,8%) αλλά και του χαμηλού ποσοστού των γυναικών που κατέχουν θέση ευθύνης (ανώτεροι αξιωματούχοι, διευθυντικά στελέχη, με βαθμολογία 45,6%). Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί η υψηλή βαθμολογία της Ελλάδας (ίση με 100%) στην κατηγορία επαγγελματίες και τεχνικό προσωπικό, η οποία εκφράζει την αναλογία των εργαζόμενων γυναικών σε αυτές τις θέσεις.

#Alpha_Bank #ελληνική_οικονομία #παγκόσμια_οικονομία #ισότητα_φύλων #απασχολούμενοι #Ευρωπαϊκή_Ενωση
Keywords
Αναζητήσεις
stin-73i-thesi-i-ellada-sto-gender-gap-report-2024.htm
Τυχαία Θέματα