Τρεις προκλήσεις για την ΕΕ στο νέο ενεργειακό περιβάλλον

Τρία έτη μετά το ενεργειακό σοκ, η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι αντιμέτωπη με μία κατάσταση εύθραυστης ενεργειακής ασφάλειας, αφού παράγει λιγότερο φυσικό αέριο από ό,τι καταναλώνει.

Η S&P Global Commodity Insights εκτιμά ότι, το 2024, η εγχώρια παραγωγή φυσικού αερίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το Ην. Βασίλειο διαμορφώθηκε σε λιγότερο από το 20% της κατανάλωσης. Παράλληλα, ενώ έχει επιτευχθεί, ήδη, σημαντικός βαθμός απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο (8% των προμηθειών,

το 2025, από 35%, το 2021, σύμφωνα με εκτιμήσεις της S&P Global Commodity Insights), η Ευρώπη εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από άλλες χώρες για την προμήθεια ενέργειας, ειδικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ). Η εξάρτηση αυτή, ειδικά μετά τη διακοπή της διέλευσης ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας, την 1η Ιανουαρίου 2025, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αν συνεκτιμηθούν και άλλοι παράγοντες, κυρίως γεωπολιτικοί.

Ποιες είναι, όμως, οι σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στο νέο ενεργειακό περιβάλλον που διαμορφώνεται;

Ανάλυση της Alpha Bank σημειώνει τα εξής:

Πρώτον, η ΕΕ έχει αντικαταστήσει μεγάλο μέρος του ρωσικού φυσικού αερίου με εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ. Οι εισαγωγές αυτές επιβαρύνουν την ευρωπαϊκή οικονομία με υψηλότερο κόστος, αφού το LNG είναι πιο ακριβό από το φυσικό αέριο μέσω αγωγών από την Ρωσία. Ενδεικτικό είναι το στοιχείο ότι, το 2024, οι ΗΠΑ παρείχαν περίπου το 45% (τριπλάσιο ποσοστό απ’ ό,τι το 2021) των εισαγωγών LNG της ΕΕ σε σύγκριση με το 16% από την Ρωσία (Independent Commodity Intelligence Services), επιβεβαιώνοντας έτσι το γεγονός ότι, σήμερα, οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής LNG της ΕΕ.

Όμως, εκτός από το LNG και οι εισαγωγές πετρελαίου από τις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό των συνολικών εισαγωγών πετρελαίου της ΕΕ, το οποίο έφθασε το 15%, στο τρίτο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Όπως φαίνεται, λοιπόν, οι αλλαγές στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης μετατοπίζουν αναπόφευκτα την εξάρτησή της από την Ρωσία σε έναν άλλο σημαντικό προμηθευτή. Φυσικά, οι ΗΠΑ είναι ο κύριος ωφελούμενος από αυτή την εξέλιξη, ενώ η τάση φαίνεται ότι θα συνεχισθεί, και το 2025, καθώς η ευρωπαϊκή ζήτηση για LNG αναμένεται να αυξηθεί φέτος. Φυσικά, η μετατόπιση αυτή αποτελεί ένα διαπραγματευτικό εργαλείο στη φαρέτρα των Ευρωπαίων αξιωματούχων για την αντιμετώπιση της δασμολογικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Αξίζει, επιπλέον, να αναφερθεί ότι η ΕΕ χρειάζεται περισσότερο LNG για να επιτύχει τον στόχο της πλήρωσης του 90% των αποθηκών της, έως την 1η Νοεμβρίου. Tα αποθέματά της εξαντλούνται γρήγορα και μόλις που πέτυχε τον στόχο της 1ης Φεβρουαρίου για πλήρωση του 50% των αποθηκών της.

Δεύτερον, οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη παραμένουν υψηλές, γεγονός που αποτελεί πρόβλημα για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και μάλιστα, εν όψει της επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας, παρά το γεγονός ότι οι τιμές φυσικού αερίου στην Ευρώπη (Dutch TTF Natural Gas) έχουν αποκλιμακωθεί από τα επίπεδα ρεκόρ του 2022, το 2024, εξακολουθούσαν να είναι διπλάσιες (€47,87 ανά μεγαβατώρα, στις 30 Δεκεμβρίου 2024), συγκριτικά με τον 5ετή μέσο όρο τους, πριν από την εισβολή στην Ουκρανία.

Ωστόσο, παρά τη μεγάλη αύξηση στην αρχή του έτους, την τελευταία εβδομάδα, οι τιμές αποκλιμακώθηκαν πέριξ των 50 €/Mwh, ως αποτέλεσμα των συνομιλιών μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία. Πρέπει να ληφθεί υπόψη, όμως, ότι η τιμή του φυσικού αερίου επηρεάζει και την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία είναι περίπου διπλάσια απ’ ό,τι στις ΗΠΑ, συνεπώς το υψηλό ενεργειακό κόστος εξακολουθεί να πιέζει τα νοικοκυριά και τη βιομηχανία, αποδυναμώνοντας την οικονομία της Ευρώπης.

Τρίτον, το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στην Ευρώπη στον κλάδο της ενέργειας υπογραμμίζει σημαντικές αλλαγές στην παγκόσμια γεωπολιτική αναδιάταξη υπό τη δεύτερη θητεία Trump και τη διαπραγματευτική δύναμη που διαθέτουν οι ΗΠΑ, ως ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου και φυσικού αερίου στον κόσμο.

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, όπου η νέα εμπορική πολιτική των ΗΠΑ είναι άμεσα συνδεδεμένη με το εμπορικό ισοζύγιο, η ΕΕ με το υψηλότερο ποσοστό επί των εισαγωγών αγαθών στις ΗΠΑ και με υψηλό εμπορικό πλεόνασμα έναντι των ΗΠΑ βρίσκεται αντιμέτωπη με την επιβολή επιπρόσθετων δασμών, όπως, ήδη, ανακοινώθηκε για τον Καναδά, το Μεξικό και την Κίνα.

Από την άλλη πλευρά, η ΕΕ θέλοντας να αποφύγει έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ αύξησε τους τελευταίους μήνες τις εισαγωγές της σε LNG και αγροτικά προϊόντα από τις ΗΠΑ, ενώ φαίνεται ότι δεν είναι αρνητική σε αύξηση των αμυντικών της δαπανών.

Βέβαια, η ΕΕ οφείλει άμεσα και συντεταγμένα να αντιδράσει στη δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ, με τη λήψη των κατάλληλων αντίμετρων. Οι επιπτώσεις των αμερικανικών δασμών είναι επίσης ένα σημαντικό στοιχείο για τον σχεδιασμό της διαπραγματευτικής στρατηγικής της Ευρώπης. Είναι βέβαιο ότι οι δασμοί, ανάλογα με το ύψος τους, θα εξασθενήσουν περαιτέρω τον αναιμικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης της Ευρώπης, αλλά όχι σε μεγάλο βαθμό, λόγω της μικρότερης εμπορικής της εξάρτησης από τις ΗΠΑ.

Σε αυτό το περιβάλλον και με την πολιτική αποσταθεροποίηση σε μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες να είναι στο επίκεντρο, η ΕΕ οφείλει να εστιάσει στην ενίσχυση των επενδύσεων, κυρίως σε τεχνολογίες αιχμής, και της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, στο πνεύμα της πρότασης Draghi.

#ΕΕ #ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ #προκλήσεις #Alpha_Bank
Keywords
Αναζητήσεις
treis-prokliseis-gia-tin-ee-sto-neo-energeiako-perivallon.htm
Τυχαία Θέματα