Λευτέρης Μπούρος: «Drifter #2: Καρμανιόλα»

Το πρώτο μυθιστόρημα του Λευτέρη Μπούρου, Το χέρι του νεκρού, ολοκληρωνόταν με μια ευφάνταστη αποκάλυψη και πολλά ανοιχτά θέματα, ως οφείλει δηλαδή το ξεκίνημα μιας σειράς crime fiction. Το δεύτερο βιβλίο βρίσκει τον πρωταγωνιστή εξαφανισμένο σε ένα χωριό, με ανοιχτούς λογαριασμούς, αναμνήσεις και μια πικρία από τα πρόσφατα γεγονότα. Εκεί γνωρίζει τον γέρο ιδιοκτήτη ενός βιβλιοπωλείου και τον γιο του, και σταδιακά δένεται μαζί τους.

Ο λογοτεχνικός χρόνος της παραμονής σ’ αυτό το καταφύγιο είναι αρκετός· σχεδόν το ένα τέταρτο

του βιβλίου. Ο συγγραφέας παρεκκλίνει από τις νόρμες του είδους: οι περιγραφές είναι πλουραλιστικές, η αφήγηση βρίθει μεταφορών και παρομοιώσεων, η φωνή του ήρωα χρωματίζει το κάθε τι με μια διάθεση που προσωπικά μου θύμισε τον Μπουκόφσκι. Ωστόσο, η φαινομενικά στατική αυτή περίοδος, στην οποία ο ήρωας βαλτώνει τρόπον τινά, είναι στην ουσία μια νέα μοιρασιά της τράπουλας με καινούριους χαρακτήρες με δικούς τους δαίμονες, τραύματα και παρελθόν. Το χτίσιμο όλης αυτής της ιστορίας καταλήγει σε ένα εντυπωσιακό γκρέμισμα, που τελικά ρίχνει τον ήρωα με τον καλύτερο τρόπο στη δράση: δίχως ουσιαστικά να έχει επιλογή. Ως συνεπιβάτη του στην ξέφρενη διαδρομή που ακολουθεί, ο ήρωας έχει τον γιο του γέρου, ο οποίος συχνά παίρνει και το τιμόνι. Οι δυο τους απομακρύνονται από το χωριό, όμως η ιστορία αυτή δε λήγει, ίσα-ίσα αποκτά μεγαλύτερο βάρος και κλείνει το μυθιστόρημα, έτσι ώστε τελικά, τουλάχιστον στη δική μου ανάγνωση, να νιώθω ότι καταλήγει να είναι η κεντρική.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Η υποπλοκή αυτή συμβάλλει και σ’ ένα ακόμα ζήτημα που συχνά προβληματίζει τους συγγραφείς του είδους στην Ελλάδα. Την τοποθεσία. Με τη μάζα της παραγωγής –λογοτεχνικής και κινηματογραφικής, αφού, ας μην κρυβόμαστε, ειδικά στις νέες γενιές οι επιρροές από τις δυο αυτές πηγές είναι στην καλύτερη περίπτωση ισόποσες– να προέρχεται από το εξωτερικό, είναι συχνό φαινόμενο να διαβάζεις κείμενα που εντάσσονται στην ελληνική πραγματικότητα εκβιαστικά. Στο Drifter, ωστόσο, ο χώρος έχει σημασία. Ο ήρωας και το παρελθόν του, η οπτική του, οι εχθροί του, οι κομπίνες, ακόμα και η αντίστιξή του με τον μεγαλωμένο στο χωριό γιο του γέρου, είναι όλα made in Greece.

Η τύχη έχει κι αυτή τον ρόλο της· η προσωπική τύχη του ήρωα – ή συχνά η ατυχία του να μπαίνει στο επίκεντρο άθελά του, είτε αυτό είναι ένα ξεχασμένο απ’ τον Θεό χωριό είτε μια πλεκτάνη στην οποία τα κεφάλια πέφτουν το ένα μετά το άλλο.

{jb_quote}Το χτίσιμο όλης αυτής της ιστορίας καταλήγει σε ένα εντυπωσιακό γκρέμισμα, που τελικά ρίχνει τον ήρωα με τον καλύτερο τρόπο στη δράση: δίχως ουσιαστικά να έχει επιλογή.{/jb_quote}

Ο ήρωας, τώρα, ενώ είναι συμπαθής και παρασέρνει τον αναγνώστη στις περιπέτειές του, είναι κατ’ επίφαση πρωταγωνιστής. Χαρακτηριστικά, ακόμα κι όταν έρχεται αντιμέτωπος με όσα θέλει ή προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι θέλει, αυτός διστάζει, αρνείται, αντιστέκεται. Στις εσωτερικές του συγκρούσεις δε βγαίνει νικητής, αλλά συχνά αφήνεται και παραιτείται· αναλύει την κατάσταση, τα αίτια, τα πιθανά σενάρια, σκέφτεται το μέλλον και τι μπορεί να γίνει, αλλά λύνει συχνά τον γόρδιο δεσμό των σκέψεών του με ένα «δε γαμιέται». Και σ’ αυτό είναι συνεπής· δεν μεταλλάσσεται ποτέ σε υπερήρωα που όταν ξεκινάει η δράση κατατροπώνει τους εχθρούς του σα να ξεπήδησε από γουέστερν. Αντίθετα, στα δύσκολα υποχωρεί, ελίσσεται, τσαλακώνεται, ξερνάει ονόματα, προδίδει ή ακόμα-ακόμα μένει και με το στόμα ανοιχτό να παρακολουθεί τους άλλους να καθορίζουν τη μοίρα του και τη μοίρα των αγαπημένων του προσώπων. Έναν τέτοιο ήρωα, έναν loser, προσωπικά τον βρήκα πολύ πρωτότυπο. Υπάρχουν αμέτρητα βιβλία με πανίσχυρους πρωταγωνιστές· το Drifter δεν είναι τέτοιο.

Ο ρυθμός πάντως είναι γρήγορος, με μικρά κεφάλαια και οπτικές που εναλλάσσονται, ενώ γίνεται ανάπτυξη και των εχθρών του ήρωα μέσα από τις δικές τους στιγμές. Η πλοκή συγκεντρώνεται γύρω από μερικές κινηματογραφικές σκηνές, οι οποίες αποδίδονται σε έκταση. Η τελική λύση είναι απρόβλεπτη, καθώς είναι ολοφάνερο ότι κανένας χαρακτήρας δεν απολαμβάνει συγγραφική ασυλία· θα έλεγε κανείς ότι είναι όλοι στο έλεος των πιθανοτήτων – και προσωπικά δε θα έμενα έκπληκτος αν ο Μπούρος έπαιξε σε κάποια σημεία την έκβαση της πλοκής του στα ζάρια.

Το δεύτερο Drifter είναι ένα ανατρεπτικό, σκοτεινό pulp-noir. Ο πρωταγωνιστής δεν πρωταγωνιστεί, οι δεύτεροι χαρακτήρες συχνά κλέβουν την παράσταση και ο μόνος νόμος στον οποίο υπακούει ο μυθοπλαστικός κόσμος τους είναι ότι τίποτα δεν είναι αγνό και άσπιλο και όλα βρίσκονται στο φάσμα του γκρι ως μαύρου, ενώ τελικά το αποτέλεσμα κρίνεται στη ρουλέτα.

Drifter #2: Καρμανιόλα
Λευτέρης Μπούρος
Bell
376 σελ.
ISBN 978-960-507-150-9
Τιμή €9,90

Keywords
Τυχαία Θέματα