«Πρώτα κλέβεις γάλα (το βίωμα), μετά γράφεις...» του Δημήτρη Ελέα
Tα αστέρια μοιάζουν με ασημένια καρφιά που αυτοανεφλέγησαν στον ουρανό και είναι τόσο πολλά. Κάτω από ένα τέτοιο ασημένιο καρφί ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ είχε πάρει τη μεγάλη απόφαση να έρθει στο Λονδίνο. Να φύγει και να μην ξανακοιτάξει πίσω. Πού να ήξερε όμως τι θα ακολουθήσει; Και γιατί πήρε την απόφαση να κλείσει την πόρτα του Στράτφορντ απόν Έιβον στην κομητεία του Γουόρικσιρ, όπου η ζωή του ήταν σε άλλη κλίμακα και όλοι τον ήξεραν; Γιατί άραγε εγκατέλειψε την οικογένειά του; Πλέον εκεί θα βρίσκεται το παλιό του κρεβάτι.
«Η
Ένα πρωί, με το πρώτο φως της ημέρας, καθώς ο Ουίλιαμ βγήκε από το κρησφύγετο, άρχισε να κατηφορίζει στον λόφο από έναν δρόμο με διάφορα ξύλινα σαραβαλιασμένα σπίτια. Πώς θα γράψει για τους ανθρώπους, αν πρώτα δεν τους μυρίσει; Σαν σκυλί να τους μυρίζεις, λοιπόν, και όταν είσαι νηστικός, νιώθεις την κάθε μυρωδιά εντονότερα. Από την άλλη, δεν περπατούσε σαν σκυλί, μα σαν χελώνα που πάει να φάει σύκα. Στην πόρτα ενός σπιτιού διακρίνει γάλα, ίσως και με τη διαίσθηση που έχουν τα φίδια, αλλά συνεχίζει να περπατάει. Σηκώνει τα πεινασμένα του βλέφαρα, σαν να είναι μεγεθυντικός φακός, για να δει αν βγαίνει καπνός από τα σπίτια αυτά, και συνάμα συλλογιέται: «Όλο το βασίλειό μου δίνω για λίγο γάλα» (η φράση αυτή, πάντως, θα αντηχήσει εντός του ως: «Όλο το υπόγειό μου δίνω για λίγο γάλα»). Δεν βλέπει πουθενά στις στέγες καπνό μπουχτισμένο να χορεύει και να χασκογελάει μόνος του. Και όπως είναι γνωστό, ακόμη και η κλεψιά απαιτεί ιδρώτα και αίμα. Αλλάζει αμέσως κατεύθυνση – μα, ξάφνου, γυρίζει πίσω και το κλέβει στα γρήγορα-γρήγορα! Στον δρόμο περπατάει «με κομμένη την ανάσα» («with bated breath»): στην αρχή σαν βρεγμένη πάπια και στη συνέχεια σαν αλεπού που ξεμύτισε από τη φωλιά της το καταμεσήμερο. Ιδροκοπά. Μα συνάμα, βρίσκει το θάρρος και βουτάει το μακρύ του δάχτυλο μέσα στο γάλα. Το σηκώνει ψηλά, σαν δάσκαλος που κουνάει το δάχτυλο στον μαθητή που μόλις έπιασε αδιάβαστο, και το βάζει μέσα στο στόμα του. Τα χείλια του σφίγγουν από ένστικτο σα μέγγενη και συνάμα σφίγγονται σ’ ένα πονηρό κρυφόγελο. Προβλέψιμο επίτευγμα! Ένα κατευχαριστημένο χαμόγελο, το οποίο, παρεμπιπτόντως, προσβλέπει στο μέλλον. Δυο-τρεις σταγόνες πέφτουν πάνω στο χώμα του δρόμου, δεν είναι όμως από αίμα για να αφήσουν ίχνη. Συνεχίζει να περπατάει, όπως το ψάρι μέσα στο ποτάμι που κολυμπάει όπως πάει το νερό.
Μπάζει γρήγορα-γρήγορα το γάλα μέσα στο υπόγειο και πίνει αρκετό μονορούφι, άλλοτε στραβοκαταπίνοντας, μέχρι που αργότερα να πονέσει το στομάχι του. Μα ξάφνου, σκέφτεται, δεν μπορώ να πιω κι άλλο γάλα. Για όνομα του Θεού! Και όταν έρχεται η νύχτα, ο Ουίλιαμ κοιμάται με την αγωνία του γάλακτος. Μέσα στη νύχτα, όσο και να βυζάξουν τα μικρά ποντίκια και οι κατσαρίδες από την ξύλινη καρδάρα, το πηχτό γάλα δεν τελειώνει. Ο Poet ρεύτηκε δυνατά, σπινθήρες πετάχτηκαν δεξιά και αριστερά, και ξεβράστηκε μια μυρωδιά με καβουροπόδαρα και μπίρα. Το ακριβώς αντίθετο της μυρωδιάς φρεσκοψημένου αμύγδαλου. Μάρτυς του η Ορμή του Χρόνου (που είναι σαν μικρόσωμος κόκορας!).
Το πρωί, με το πρώτο ένοχο φως της ημέρας, παίρνει το γάλα και τα πήλινα μπολάκια και περπατάει από την πίσω μεριά του κάστρου και αντίθετα από το σπίτι όπου είχε διαπράξει την κλοπή. «Οι νοικοκυραίοι του γάλακτος θα με καταριούνται αιώνια. Θα αλληλοκαταπραΰνουν τον πόνο τους λέγοντας: “Να μην κλαίμε πάνω στο γάλα που κλάπηκε, να κοιτάξουμε να βρούμε καινούργια αγελάδα για να αρμέξουμε”», συνέχεια μονολογεί. Όπου βρίσκει γάτα, σκύλο ή ακόμη και πέρασμα αρουραίων, σκύβει, βάζει ένα μικρό πήλινο μπολάκι στο χώμα και το γεμίζει από την καρδάρα. Το αθώο γάλα το μοιράζεται με όλη σχεδόν την πλάση. Ακόμη και τις λαμπερές καμπουριασμένες σταγόνες του που φυλακίζουν το φως, σαν να είναι άσπρο μελάνι.
Μήπως, όμως, μοιράζεται και την κακή πράξη της κλεψιάς; Ένας κόκορας κουρσάρος που τον είδε στον δρόμο, ανέβηκε πάνω σε μία μεγάλη μάζωξη από ξερά χόρτα και λιανά ξύλα, που κάποια σβέλτη νοικοκυρά έχει μαζέψει για προσάναμμα, κορδώθηκε, έκανε λίγο ζέσταμα και άρχισε με ρητορική δεινότητα να κικιρίζει δυνατά σαν να ήξερε τι έχει συμβεί. Ο αέρας ξάφνου δυνάμωσε συμμαχώντας με το λαρύγγι της αλήθειας.
Την ίδια μέρα, γράφει πάνω σε ένα κομμάτι από ξύλο: «Το γάλα μπορείς να το πιεις μέσα από ένα γυάλινο, ένα ξύλινο ή ένα χρυσό κύπελλο. Το γάλα μένει πάντα ίδιο στη γεύση. Ο άνθρωπος όμως νομίζει ότι η γεύση αλλάζει, γιατί αρχίζει να σκέφτεται την αξία του κυπέλλου μέσα από το οποίο το πίνει, σε σελίνια και πένες. Όσο αυξάνει όμως η φτώχεια, τόσο μειώνεται και η αξία του κυπέλλου!»
O Δημήτρης Ελέας είναι συγγραφέας, ερευνητής και πολιτικός ακτιβιστής, που ζει στη Νέα Υόρκη.
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- J2US: Γιάννης Σεβδικαλής και Σοφία Κουρτίδου ανέτρεψαν τα δεδομένα και πήραν τη μεγάλη νίκη
- Νίκος Γκέλια: «Μας έδιωχναν από τα σπίτια επειδή ήμασταν Αλβανοί»
- Ρένια Λουιζίδου: Ο ρόλος της στη σειρά της ΕΡΤ «Η Μαρία που έγινε Κάλλας»
- Η Γη της Ελιάς: Εμπλέκεται σε κύκλωμα αρπαγής ανηλίκων
- Euro 2024, Πορτογαλία – Γαλλία: Η αγωνία του Εμπαπέ στην εκτέλεση του Ερναντέζ
- 10 γεγονότα που συνέβησαν σαν σήμερα, 6 Ιουλίου. Σταλόνε, Φρίντα Κάλο, Ένιο Μορικόνε και λοξή φάλαγγα
- Το Toyota Mirai πωλείται στα μισά της τιμής του
- «Θέρος/Θάρρος» (I) – 24 καλοκαιρινά ποιήματα
- «What we owe Democracy / Τι οφείλουμε στη Δημοκρατία» σε σκηνοθεσία Νίκου Διαμαντή από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Φεστιβάλ Αθηνών
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Diastixo
- «Θέρος/Θάρρος» (I) – 24 καλοκαιρινά ποιήματα
- «What we owe Democracy / Τι οφείλουμε στη Δημοκρατία» σε σκηνοθεσία Νίκου Διαμαντή από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Φεστιβάλ Αθηνών
- Ιφιγένεια Θεοδώρου: «Είναι μια θάλασσα»
- Τζένη Κουτσοδημητροπούλου: «Η κίτρινη ομπρέλα του Βαλεντίνου»
- Σκύλοι από τους αρχαίους χρόνους
- Paul Cartledge: «Θήβα»
- ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ | Κερδίστε 10 βιβλία των Jean, Kilroy, Rand, Ευφραιμίδη και Καρπετόπουλου
- «Πρώτα κλέβεις γάλα (το βίωμα), μετά γράφεις...» του Δημήτρη Ελέα
- Ανέμης νήματα
- Γιάννης Σ. Παπαδάτος: «Φεγγάρια παιδιά»
- Τελευταία Νέα Diastixo
- «Πρώτα κλέβεις γάλα (το βίωμα), μετά γράφεις...» του Δημήτρη Ελέα
- P. Almodóvar, P. Cartledge, Ντ. Γεωργαντοπούλου, Χ. Κουφουδάκης, «Θέρος/Θάρρος» (I) – 24 καλοκαιρινά ποιήματα
- Ο δικαστής και ο δήμιος του
- Οι Κορσικανοί αδελφοί
- Έρλομ Αχβλεντιάνι: «Ο Βάνο και ο Νίκο»
- Γιάννης Σ. Παπαδάτος: «Φεγγάρια παιδιά»
- «Μέρσι» της Κωνσταντίνας Μόσχου
- Η αλυσίδα Barnes & Noble προχωρά στην εξαγορά της αλυσίδας Tattered Cover
- Ψίθυροι στο λεωφορείο
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Συνάντηση με την Κλερ
- Ιφιγένεια Θεοδώρου: «Είναι μια θάλασσα»
- «What we owe Democracy / Τι οφείλουμε στη Δημοκρατία» σε σκηνοθεσία Νίκου Διαμαντή από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και το Φεστιβάλ Αθηνών
- Αρουντάτι Ρόι: Αντιμέτωπη με ποινική δίωξη για σχόλια που έκανε το 2010
- Ψηφιακοί δεσμώτες
- Ντίνα Γεωργαντοπούλου
- Τζένη Κουτσοδημητροπούλου: «Η κίτρινη ομπρέλα του Βαλεντίνου»
- Ευρώπη: Το αναγνωστικό κοινό στρέφεται προς τις αγγλικές εκδόσεις έναντι των μεταφράσεών τους
- Αγραμματοσύνης εγκώμιον