«Ψίθυροι καρδιάς» στον… ελληνικό «Καιρό των τσιγγάνων»

Του Ρενάτο Λέκκα, lekka.renato@hotmail.com

Η αντίληψη που έχουμε με τα μέχρι στιγμής δεδομένα είναι ότι οι τσιγγάνοι έχουν ενταχθεί σε μία κοινωνική ομάδα και αδυνατούν ή και ορισμένες φορές δεν επιθυμούν να προσαρμοστούν στον δικό μας τρόπο ζωής. Δεν είναι έτσι, όμως. Ενα πολύ μεγάλο ποσοστό των τσιγγάνων είναι προσαρμοσμένο και ενταγμένο στο ίδιο επίπεδο με τον μέσο Ελληνα πολίτη. Αυτό τονίζει και η Χριστίνα Χαλιλοπούλου –κόρη του «βασιλιά των τσιγγάνων» –, η οποία ήταν μαζί μας στο οδοιπορικό που κάναμε, όχι απλά σε έναν τσιγγάνικο καταυλισμό, αλλά στην τσιγγάνικη ψυχή.

Σήμερα

είναι αναπληρώτρια γραμματέας της Γραμματείας Κοινωνικής Συνοχής και Αλληλεγγύης της Νέας Δημοκρατίας και εργάζεται στο Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, εκεί όπου ένα ζεστό μεσημέρι του Μαΐου τη συναντήσαμε. Συζητήσαμε μαζί της, απάντησε πρόθυμα στις ερωτήσεις μας και κινηθήκαμε προς τον Ασπρόπυργο. Εκεί, μας περίμεναν οι φίλοι μας. Και λέμε φίλοι μας, γιατί μας υποδέχθηκαν τόσο ζεστά και φιλικά λες και μας ήξεραν χρόνια. Το χαμόγελο των παιδιών και η δυναμική χειραψία των γονέων τους έσβησε την αμηχανία που ήταν ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας. Μόλις πήγαμε το πρώτο πράγμα που μας ρώτησαν ήταν «Πώς είστε;» «Τι κάνετε;». Οι απλές ανθρώπινες κουβέντες δεν άργησαν να πιάσουν τόπο.

Δυσκολίες στην εκπαίδευση

Κύριο μέλημά τους είναι η επιβίωση. Η εκπαίδευση δεν αποτελεί προτεραιότητα. Παρά ταύτα, γνωρίσαμε δύο αριστούχους μαθητές, τον Θοδωρή και τον Παναγιώτη. Ο πρώτος είναι μαθητής της πρώτης λυκείου. Θέλει να σπουδάσει αλλά οι οικονομικές συγκυρίες δεν ξέρει αν θα τον αφήσουν. Ενα παιδί ψηλό και ωραίο, χαμογελαστό και ευδιάθετο για συζήτηση. Ο Παναγιώτης πηγαίνει σε νυχτερινό σχολείο, γιατί το πρωί δουλεύει. Οπως μας είπε, σκέφτεται στο μέλλον να φύγει για να διεκδικήσει μία καλύτερη ζωή. Θέλει να ταξιδέψει με… βάρκα τα γράμματα. Πρόκειται για δύο άριστους μαθητές, χωρίς όμως καμία βοήθεια από το κράτος πρόνοιας. Δεν είναι μόνο αυτοί, υπάρχουν φωτεινά μυαλά χωρίς καμία προοπτική. Αρκετοί νέοι τσιγγάνοι, παραβλέποντας τις αντιξοότητες και το μελανό μέλλον, διψούν για μάθηση και τη διεκδικούν. Κόντρα σε όλα καταφέρνουν αρκετοί από αυτούς να γίνουν επιστήμονες και να συνεισφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.

Οι δύο αυτές μαρτυρίες των παιδιών είναι ενδεικτικές του ότι θέλουν να αλλάξουν τον –έως τώρα– τρόπο ζωής τους, μια εξέλιξη που είναι αισθητή τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας. Οπως τονίζει η συνοδοιπόρος μας, Χριστίνα Χαλιλοπούλου: «Ενα πολύ μεγάλο ποσοστό, προερχόμενο από αυτή την ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα, είναι προσαρμοσμένο και ενταγμένο στο ίδιο, ή σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με τον μέσο Ελληνα πολίτη. Πολλοί είναι επιχειρηματίες, γνωστοί καλλιτέχνες, γιατροί, δικηγόροι, λογιστές, τα τελευταία χρόνια και πολιτικοί. Ενδεχομένως να είναι τόσο προσαρμοσμένοι, που πλέον δεν υπάρχουν στοιχεία που να «προδίδουν» τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους».

«Πολύ πιο κάτω από το όριο»

Η Χριστίνα, ωστόσο, που στην κουβέντα μας πέταξε τον θεσμικό μανδύα και θέλοντας να μιλήσει από καρδιάς, σημειώνει πως: «Δυστυχώς, όμως, υπάρχει ακόμα ένα κομμάτι του πληθυσμού, το οποίο ζει πολύ πιο κάτω από το όριο της φτώχειας, κάτω από αντίξοες και επικίνδυνες συνθήκες. Για αυτούς τους πολίτες η πολιτεία θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε να τους δίνει τη δυνατότητα να ενταχθούν λαμβάνοντας υπόψη και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, αλλά και τα πραγματικά τους προβλήματα». Η ίδια, όμως, επισημαίνει πως αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να τους «χαριστεί» κάτι, αλλά πως είναι υποχρέωση των πολιτικών να ψηφίζουν νόμους, οι οποίοι εντάσσουν στο σύνολο και δεν αποκλείουν από αυτό, ώστε οι τσιγγάνοι να έχουν δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις, όπως και κάθε Ελληνας πολίτης.

Επιλογή τους να είναι αυτόνομοι;

Η κοινωνική ομάδα των τσιγγάνων είναι αυτόνομη, γιατί υπάρχει φόβος για εμάς τους «έξω»; Δεν υπάρχει στήριξη και εμπιστοσύνη από τους συνανθρώπους; Ή αποτελεί καθαρά δική τους επιλογή; Σ’ αυτή την ερώτηση κλήθηκε να απαντήσει η κ. Χαλιλοπούλου, η οποία τόνισε το εξής: «Αυτόνομοι ίσως να είναι εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα. Εχουν εξαπατηθεί πολλές φορές, τάζοντάς τους έργα στους οικισμούς τους, όπως δρόμους, αποχετεύσεις κ.α., τα οποία μετεκλογικά μένουν μόνο ως υποσχέσεις και σε πολύ λίγες περιπτώσεις υλοποιούνται κάποια έργα».

Για τα συσσωρευμένα προβλήματα των τσιγγάνων η πολιτεία εμφανίζεται αδρανής, κάτι που επισημαίνει και η αναπληρώτρια γραμματέας της Γραμματείας Κοινωνικής Συνοχής και Αλληλεγγύης της Νέας Δημοκρατίας, Χριστίνα Χαλιλοπούλου, στο «Π»: «Τα προβλήματα είναι πολλά και συσσωρευμένα, κυρίως γιατί νιώθουν απροστάτευτοι και εξαπατημένοι. Εγώ, από τη θέση της υπευθύνου για τον Εθνικό Σχεδιασμό Ενσωμάτωσης των Ευάλωτων Κοινωνικά Ομάδων της Νέας Δημοκρατίας, σχεδίασα και παρέδωσα στον πρωθυπουργό μια σειρά από δράσεις σε βάθος οκταετίας, περικλείοντας και τους τέσσερις προβληματικούς τομείς γύρω από τη ζωή τους, όπως είναι η εργασία, η παιδεία, η στέγαση και η υγεία. Θα πρέπει η πολιτεία να πάψει να είναι απούσα και αμέτοχη. Συναντάμε παιδιά που ζουν σε πολύ άσχημες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες».

Η «πριγκίπισσα» των τσιγγάνων

Η Χριστίνα Χαλιλοπούλου είναι απόγονος δύο ιστορικών προσώπων της τσιγγάνικης κοινωνίας. Ο παππούς της ήταν μεγάλη προσωπικότητα και γνωστός για τα έργα του. Εζησε την εποχή που στην Ελλάδα υπήρχε μοναρχία και, για αυτόν τον λόγο, οι άνθρωποι επέλεξαν να του δώσουν τον τιμητικό τίτλο του «βασιλιά των τσιγγάνων». Τίτλο, τον οποίο τον κληρονόμησε αργότερα ο πατέρας της Νίκος Χαλιλόπουλος. Για το πώς αισθάνεται που κουβαλάει ένα τόσο βαρύ επίθετο, η ίδια τονίζει στο «Π» : «Είχα τη χαρά, το 2006, ως υποψήφια νομαρχιακή σύμβουλος Ηλείας και έπειτα ως εκλεγμένη, να γνωρίσω ανθρώπους σε μακρινά και πολύ μικρά χωριά της Ηλείας, οι οποίοι, στο άκουσμα και μόνο του ονόματος του παππού μου, με αγκάλιαζαν και έκλαιγαν. Μου διηγήθηκαν ιστορίες για αυτόν, μέσα από τις οποίες επιβεβαιωνόταν αυτό που για μένα ήταν ήδη γνωστό, δηλαδή η σπουδαία προσωπικότητά του, το ήθος, η μεγαλοπρέπεια και η αλληλεγγύη. Οχι μόνο προς τους τσιγγάνους, αλλά και προς τον συνάνθρωπο. Το όραμά του ήταν η γνώση να είναι εργαλείο για όλους και προσβάσιμη σε όλους».

Ο κοινωνικός ρατσισμός που βιώνουν καθημερινά

Αυτό που σε πολλούς είναι άγνωστο είναι ότι οι τσιγγάνοι μέχρι και τα τέλη του ’80 με αρχές ’90 απασχολούνταν σε γεωργικές εργασίες και στο εμπόριο. Ζούσαν και συναλλάσσονταν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα στις τοπικές τους κοινωνίες. Τότε, όπως ισχυρίζεται η κ. Χαλιλοπούλου, δεν υπήρχε ρατσισμός. Οσον αφορά το φαινόμενο του ρατσισμού και αν τον έχουν βιώσει οι τσιγγάνοι, η Χριστίνα Χαλιλοπούλου σημειώνει: «Το φαινόμενο του ρατσισμού εμφανίστηκε στην Ελλάδα με την έλευση του μεγάλου αριθμού μεταναστών και ROMA, οι οποίοι ενδεχομένως να προκάλεσαν με τη συμπεριφορά τους. Παρατηρήθηκε αύξηση της παραβατικότητας, της οποίας τα αποτελέσματα υπέστησαν και οι τσιγγάνοι στο σύνολό τους.

Πιστεύω πως η οικονομική κρίση, τα προβλήματα και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Ελληνας, γίνονται η αφορμή για να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του προς πάσα κατεύθυνση. Σε αυτές τις δύσκολες στιγμές, θα πρέπει να μείνουμε ενωμένοι και τα ήθη και έθιμα δεν θα πρέπει να μπαίνουν ανάμεσα μας».

Αντί επιλόγου

Τι ανέδειξε το οδοιπορικό μας στις τσιγγάνικες οικογένειες: Ειλικρίνεια, αγάπη για τη ζωή, ελευθερία, αγνότητα, συλλογικότητα. Η αγάπη τους για τη ζωή είναι κάτι που είναι εμφανές στο πρόσωπό τους, πράγμα που εκλείπει από τη δική μας καθημερινότητα. Η συντροφικότητα και η αγάπη τους για την οικογένεια αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο για την ένδειξη της ελευθερίας που έχουν. Οι τσιγγάνοι δεν είναι στο σύνολό τους κλέφτες και εγκληματίες, όπως πολλοί πιστεύουν. Είναι άνθρωποι αγνοί και ελεύθεροι. Σε πολλούς τομείς και σε διάφορα ζητήματα με τη βοήθεια της πολιτείας θα μπορούσαν να ενταχθούν ομαλά στη «δική μας κοινωνία» και να παίξουν κυρίαρχο ρόλο στη ζωή της χώρας.

Keywords
Τυχαία Θέματα