Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης και η αποστολή της

Η εκδημία του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κυρού Αναστασίου και οι εκτενείς αναφορές στις διαφορετικές πτυχές της χαρισματικής του προσωπικότητος ανέδειξε και την κατάσταση των θεολογικών και ανθρωπιστικών σπουδών στην Ελλάδα. Πέραν της φωτεινής προσωπικότητος και της ασκητικής φυσιογνωμίας του, ο Αναστάσιος διέθετε εξαιρετική μόρφωση την οποία όμως δεν υπέταξε σε ένα μισαλλόδοξο ή εθνοκεντρικό όραμα, αλλά αξιοποίησε με σκοπό την ανύψωση της ορθοδοξίας σε μια οικουμενική χριστιανική μαρτυρία. Εύλογο είναι το ερώτημα αν υπάρχουν

σήμερα ορθόδοξα εκπαιδευτικά ιδρύματα τα οποία υπηρετούν την αποστολή αυτή. Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, αν αναλογισθεί κανείς την κατάσταση των θεολογικών σχολών και των εκκλησιαστικών ακαδημιών στην Ελλάδα και τις άλλες ορθόδοξες χώρες.

Λύση στο πρόβλημα αναπροσανατολισμού των θεολογικών σπουδών στον ορθόδοξο κόσμο θα μπορούσε να προσφέρει η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης εντός ενός πλαισίου διευρυμένου ως προς τη λειτουργία της από τη Συνθήκη της Λωζάννης και εξής. Επηρεασμένη από τις συνθήκες που οδήγησαν στη συρρίκνωση του ελληνισμού της Κωνσταντινουπόλεως και τις πιέσεις εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η Θεολογική Σχολή της Χάλκης λειτούργησε μέχρι την παύση της λειτουργίας της το 1971 ως πολύτιμο φυτώριο στελεχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου, χωρίς όμως τη φιλοδοξία να λειτουργήσει ως εκπαιδευτικό και ερευνητικό κέντρο παγκοσμίου επιπέδου.

Οι παγκόσμιες ανακατατάξεις και η άνοδος του διεθνούς κύρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου προσφέρουν, ωστόσο, τη δυνατότητα αναστοχασμού ως προς τον χαρακτήρα του εκπαιδευτικού ιδρύματος, όταν οι συνθήκες επιτρέψουν την επαναλειτουργία του.  Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης θα μπορούσε πρώτον να αναδειχθεί σε πνευματικό κέντρο και φυτώριο στελεχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όλων των άλλων ορθοδόξων εκκλησιών. Με διδακτικό προσωπικό και φοιτητές προερχομένους από όλον τον κόσμο, θα μπορούσε να επιτύχει το ποιοτικό άλμα το οποίο δεν έχουν επιτύχει μέχρι στιγμής οι θεολογικές σπουδές στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια να αναδείξει τη μελέτη της οικουμενικής και θυσιαστικής εκδοχής της ορθοδοξίας, την οποία ο Αναστάσιος εκπροσώπησε κατά τον μακρό βίο και διακονία του. Επιπλέον, θα μπορούσε να καλύψει και ένα άλλο σημαντικό κενό: τη μελέτη των βυζαντινών και ελληνικών σπουδών στην Τουρκία. Οι υπάρχοντες θεσμοί και πρωτοβουλίες σε τουρκικά πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, δεν επαρκούν να καλύψουν ούτε το ενδιαφέρον εντός της Τουρκίας, πολλώ δε μάλλον να λειτουργήσουν ως ακαδημαϊκά σημεία αναφοράς σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η λειτουργία πέραν της θεολογικής και σχολής ανθρωπιστικών επιστημών θα επέτρεπε όχι μόνον την καλύτερη μόρφωση των κληρικών και κοσμικών φοιτητών θεολογίας, αλλά και την ανάδειξη της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης σε διεθνές κέντρο βυζαντινών και ελληνικών σπουδών. Η παρουσία ενός τέτοιου κέντρου εντός της Τουρκίας θα μπορούσε να διευκολύνει την έρευνα σε αρχαιολογικούς χώρους και τις υπόλοιπες πηγές που διασώζονται ανά τη χώρα. Η παρούσα διπλωματική συγκυρία προσφέρει στην Ελλάδα και την Τουρκία την ευκαιρία να μετατρέψουν τα θέματα παιδείας και έρευνας σε πυλώνα της ελληνοτουρκικής συνεργασίας.

Ο Ιωάννης Ν. Γρηγοριάδης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Μπίλκεντ και επικεφαλής του Προγράμματος Τουρκίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Keywords
Τυχαία Θέματα