«Με αφορμή το βιβλίο “Κοντά στην κοιλιά” του Σωτήρη Δημητρίου» της Τούλας Ρεπαπή
«Ίσως, κατά τον ύπνο –όταν τείνουμε στην άμορφη μάζα προ του εμβρύου– αναζητούμε την απόλυτη γλυκύτητα και λήθη. Πριν την έλευση του άγνωστου γλύπτη που θα ελευθερώσει τα δάκτυλα, θα φανερώσει τα νύχια. Μπορεί ο αναδημιουργός άνθρωπος να μην ξέρει τον δημιουργό του, αλλά κλέβει τους τρόπους του· απ’ το απρόσιτο όλον τσαλαβουτά στην επιφάνεια του επιμέρους». (Απόσπασμα από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Εποχή της οικονομικής κρίσης και οι λέξεις «βασανίζομαι» και «λάθος» δεν είναι μόνο στους τοίχους, είναι και στις φωνές των ανθρώπων. Στις συζητήσεις τους. Η χώρα, δακτυλοδεικτούμενη διεθνώς, και οι πολίτες αμήχανοι, φοβισμένοι αλλά και απελπισμένοι, προσπαθούν να επιβιώσουν με τα νέα, μειωμένα έως ανύπαρκτα, οικονομικά δεδομένα. Έφταιγαν οι πολίτες; Έφταιγε το κράτος; Όλοι έδειχναν ο ένας τον άλλον. Όλοι θυμωμένοι, κοιτούσαν ο ένας τον άλλον προσπαθώντας να εκμαιεύσουν μια απάντηση γι’ αυτό που ήρθε. Μια απάντηση, για το τι σήμαινε όλο αυτό πλέον για τη ζωή τους. Και τότε, άρχισε στους τοίχους να γράφεται η λέξη: Λάθος. Ήταν μια συλλογική παραδοχή. Μια συλλογική ευθύνη.
Αυτό είναι το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ο Σωτήρης Δημητρίου εισάγει τον αναγνώστη στο βιβλίο με τίτλο Κοντά στην κοιλιά. Ένα βιβλίο το οποίο μοιάζει διαφορετικό από τα άλλα. Είναι μια αφήγηση χωρίς κεφάλαια ή μικρότερες ιστορίες να παρεμβάλλονται, χωρίς ήρωες, με πρωταγωνίστρια μια εποχή. Σε αυτήν πρωταγωνιστούν επίσης η ζωή και οι άνθρωποί της, καταγράφοντας τη διαδρομή που κάνουν τα χέρια δείχνοντας ο ένας τον άλλο και καταλήγοντας στο: «Φταίνε οι βόρειοι εταίροι!». Πολλοί παραλογίζονται. Συνετοί και σοβαροί ισχυρίζονται πως μας ψεκάζουν, ενώ απλοί και καθημερινοί άνθρωποι –όπως ο ταξιτζής– πιστεύουν πως οι άλλοι μάς ζηλεύουν. Η συζήτηση με τον ταξιτζή της όποιας διαδρομής ήταν πάντα, για τον συγγραφέα, το βαρόμετρο της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης. Συζήτηση ανάμεικτη με το πικρό χιούμορ της πραγματικότητας. Ωστόσο, την ευθύνη της σπατάλης και της κακοδιαχείρισης δεν την αναλάμβανε κανείς.
Ώσπου, το «Εγώ φταίω» κόντευε να γίνει αυτοκαταστροφικό κίνημα. Η εικόνα του δημοσίου ήταν για γέλια και για κλάματα, με τους υπαλλήλους να εφαρμόζουν κάθε τέχνασμα και αρρώστια για μη εργασία, αλλά με πλήρεις αποδοχές, με πρόσχημα «για το παιδάκι μου το κάνω!». Όλοι συμφώνησαν. Μεγαλογιατροί, υδραυλικοί, δημόσιοι υπάλληλοι, ιδιωτικοί υπάλληλοι, παράνομες συντάξεις αναπηρίας, κομματικοί διορισμοί, συγγραφείς, τραγουδιστές, καλλιτέχνες, Δημαρχίες και Νομαρχίες που πήγαιναν για τσίπουρα κερνώντας ψηφοθηρικά τους πάντες και, τέλος, εκπρόσωποι της θρησκείας – ένας άλλος χώρος κέρδους! Οι ευθύνες επιρρίπτονται από τον έναν στον άλλον. Ακούστηκαν και οι λέξεις αναδρομικά, εφάπαξ, μονιμότητα. Όμως τώρα, «Ήμαρτον!» φώναζαν όλοι με φωνή μετάνοιας. Και τότε, παρενέβησαν οι αγκιτάτορες και ακούστηκε η φωνή της συνείδησης ενός εκάστου εκ των πολιτών να παραδέχεται τις ευθύνες του, υπονοώντας και αυτούς που αλλάξαν τα εκλογικά αποτελέσματα, βροντοφωνάζοντας το όχι ως ναι.
{jb_quote}Ίσως αυτό θέλει να μας πει ο συγγραφέας, πως ο άνθρωπος δεν θα πάψει να πιστεύει στην πλάνη και στο παραμύθι.{/jb_quote}
«Έτσι πλέον και όλοι μαζί –και ο ανακουφισμένος πρωθυπουργός– σήκωσαν τα χεράκια τους ψηλά και έδειχναν τα ουράνια. Αν είχαν ρωτήσει εξαρχής έναν χωριάτη θα τους έλεγε αυτό που έλεγε παγίως για τα ατομικά και συλλογικά παθήματα· ήταν της μοίρας». (σελ. 40)
Ο Σωτήρης Δημητρίου στην αφήγησή του με ρεαλισμό απεικονίζει εικόνες αισχροκέρδειας, σπατάλης και ανευθυνότητας, αποδίδοντας τη χρεοκοπία κράτους και πολιτών στην εγκληματική έλλειψη ανταποδοτικότητας και σκέψης για το αύριο. Ειρωνεύεται τον πλουτισμό και στα πιο μικρά χωριά – τα μικρά τους καφενεία έγιναν «Καφέ», όπου οι θαμώνες χάνουν την ανθρώπινη επικοινωνία, καθώς και το υγιές και εύρωστο του σώματός τους.
Και συνεχίζει χωρίζοντας την κοινωνία σε κόμματα. Αν οι ονομασίες είναι σουρεάλ, έχουν συγκεκριμένα νοήματα στο βάθος τους και στον διαχωρισμό του ανθρώπινου θυμικού, αντανακλώντας στο σύνολό τους το ελληνικό σκέπτεσθαι. Κόμματα, καθένα από τα οποία εκπροσωπεί μέρος των πολιτών, ενώ όλα μαζί καθρεπτίζουν το σύνολο μιας κοινωνίας αυτάρεσκης, εγωκεντρικής και εξωπραγματικής. Στα νέα κόμματα ο συγγραφέας δίνει ευφυώς ασυνήθιστα ονόματα και τα συμπληρωματικά τους: το κόμμα της παραμυθίας, η σέχτα των αθωωτών, το κόμμα των αντιαυταπατιστών και των σιωπηλών, το κόμμα των αγνωστικιστών και των σκεπτικιστών, το κόμμα των αισιόδοξων/μηδενιστών, το κόμμα της εξομολογήσεως με το αντίθετό του, του «γεια σου, θαυμάσιον ον», το κόμμα των φυρών, το κόμμα των ονειριστών και το κόμμα του αρχικού εφησυχασμού ή κοντά στην κοιλιά, όπως ήταν γνωστό, και το κόμμα των απελευθερωμένων. Επίσης, το κόμμα των απαξιωτών, το οποίο με την εκμηδένιση των πάντων έδινε μια ελευθερία, το κόμμα της καμήλας, καθώς και το κόμμα της μέσης οδού, δείχνοντας όμως, προς το τέλος του βιβλίου, πως το κόμμα της παραμυθίας είναι αυτό που, χρόνια πολλά μετά, επέζησε. Ίσως αυτό θέλει να μας πει ο συγγραφέας, πως ο άνθρωπος δεν θα πάψει να πιστεύει στην πλάνη και στο παραμύθι. Δίνει «μαγεία» στη ζωή του.
«Αλλά το κόμμα που άλλαξε άρδην τον βηματισμό του είδους ήταν το κόμμα του αρχικού εφησυχασμού ή κοντά στην κοιλιά, όπως ήταν γνωστό. Αναφερόταν στην απόλυτη ευδαιμονία που νιώθαμε όταν κολυμπούσαμε ως έμβρυα –συνήθως εν υπνώσει– στο αμνιακό υγρό». (σελ. 63)
Ο Σωτήρης Δημητρίου με μαύρο χιούμορ και σαρκασμό δείχνει την αποστροφή του στο χάος, το οποίο επικρατεί στην αντίληψη της αιτίας αλλά και στην αντιμετώπιση της κρατικής και κατ’ επέκταση ατομικής πτώχευσης. Επιπλέον, δείχνει και την πολιτική φιλοσοφία ενός εκάστου των κομμάτων που έρχεται με τους αγκιτάτορές του από διαφορετική σκοπιά να επηρεάσει μέρος των πολιτών για τη δική του επιβίωση και το δικό του συμφέρον. Ταυτόχρονα, διαπιστώνει πως ακόμη και η γλώσσα είναι μια αυταπάτη. Συγχρόνως, εντοπίζει την έλλειψη ηθικών ενδοιασμών στα ισχυρά κράτη περισσότερο απ’ ό,τι στους απλούς πολίτες.
«Δεν υπάρχει απόλυτο κέρδος και απόλυτη ζημιά, αγαπητοί. Πάντα κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις. Και αν θέλετε να το προχωρήσουμε, η ατομική και συλλογική αταξία δημιουργεί ένα κέλυφος πιο αρμονικό και εύτακτο. Και εν πάση περιπτώσει, έχει ο καιρός γυρίσματα». (σελ. 40)
Και ο σώφρων πολίτης, για να αντισταθεί αλλάζει τη φιλοσοφία ζωής του. «Η εσωτερική ευδία, η εσωτερική αταραξία πήραν την υψηλή θέση που τους αξίζει. Ίσως η αταραξία ήταν η κορωνίς των ανεκτίμητων αγαθών. Και τι ήθελε; Τίποτα. […] Η ύψιστη πλέον επιδίωξή τους ήταν να τους δει ο ήλιος και την άλλη μέρα. Πάνε πια τα μεγαλόπνοα σχέδια…. “Πόσες μέρες θα τους δει ακόμη ο ήλιος;” έλεγαν. “Μετρημένες. Ας μην τις σπαταλήσουμε σε μπούρδες”». (σελ. 43)
Ήξεραν πως: «Η τελευταία δε ημέρα είναι πίσω απ’ την πόρτα. Έτσι έπαψε και η αέναη, αόριστη –σαν να είμαστε αιώνιοι– προσδοκία. Παραδειγματίστηκαν και από τα παιδιά που δεν προσδοκούν και επιλέγουν πάντα τη σωστή χρήση του χρόνου, δηλαδή την πιο άχρηστη». (σελ. 44)
Η γλώσσα στο βιβλίο αυτό εναλλάσσεται συνεχώς, δείχνοντας τον πλούτο της. Επιστημονικοί ορισμοί και λαϊκή προφορική ποίηση, εν είδει σοφίας και διδάγματος ζωής, αναμειγνύονται συνεχώς στην αφήγηση της καθομιλουμένης με δάνεια της διαλέκτου του χωριού, προσδίδοντας ενδιαφέρον και ζωντάνια στο κείμενο.
{jb_quote}«Ίσως η μόνη δική μας ικανότητα είναι η αυταπατική».{/jb_quote}
Ο Σωτήρης Δημητρίου αστειεύεται μ’ ένα χιούμορ υπόγειο, που προκαλεί λύπη, ειρωνεύεται και σαρκάζει τη νέα πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα φοβάται πως από εδώ και στο εξής η εστίαση στην Ελλάδα θα καλύψει –εξαλείφοντας– κάθε άλλη εκπαίδευση, γιατί θα αλλάξει η θέση της χώρας διεθνώς. Χώρος τουρισμού και ξεκούρασης των επισκεπτών της.
«Φιλάμε και λείχουμε και το θαυμαστό εργαστήριο που είναι πίσω απ’ τη θρεμμένη πληγή. Λείχουμε μαζί το άλογο και το χάος». (σελ. 71)
Ταυτόχρονα μ’ ένα «ταξίδι» και πάλι στο διάστημα –όπως και στη Σιωπή του ξερόχορτου– φιλοσοφεί πάνω στην ουσία της ζωής και τη μηδαμινότητά της, η οποία συγκριτικά μειώνει και το μέγεθος των ανθρώπινων βασάνων. Μιλάγια τον νου και υποστηρίζει ότι τον νου του ανθρώπου κινεί ο νους του είδους, καταρρίπτοντας την αυταπάτη του ατομικισμού. Ενώ ο ρόλος του υπονού είναι οι αυτόματες αντανακλαστικές σκέψεις. Το υποσυνείδητο. Αναφέρει επίσης πως οι διασταυρώσεις του ανθρώπου οδήγησαν στη «θάλασσα» του είδους. Η πορεία αυτή έχει καταγραφεί στο σύμπαν, υποδεικνύοντας έτσι την ύπαρξη ενός άλλου υπερνού, του σύμπαντος, αναμειγνύοντας υπαρξιακά και περί Θεού νέα ερωτήματα και απαντήσεις. Δηλώνει ωστόσο: «Ίσως η μόνη δική μας ικανότητα είναι η αυταπατική» (σελ. 53), στηρίζοντας ή δικαιολογώντας την αιτία επιβίωσης, χρόνια πολλά μετά, του κόμματος της παραμυθίας.
Η γενικότερη χαλαρότητα, αναφέρει, γέννησε μια γενιά φοιτητών που αντί για πτυχίο από τις σπουδές τους στο εξωτερικό έφερναν την τεχνογνωσία της παραλλαγής των καφέδων. Ενώ με αιχμηρό σχόλιο απευθύνεται στις παρέες της Τεργέστης, που μετακόμισαν στα καφέ της Ηγουμενίτσας. Κριτικάρει την πραγματικότητα, σαν να ήθελε η καθημερινότητα όλων να είναι αλλιώς. «Το έθνος μας, η αγαπημένη μας κόφι ρεπουμπλίκ προώρισται να ζήσει και θα ζήσει» (σελ. 82). «Παρά το ότι η ζήτηση του τούρκικου καφέ έφθινε συνεχώς, καθώς το κράτος έκλινε προς την Δύση».
Στις σελίδες του βιβλίου Κοντά στην κοιλιά, χωρίς να αποχωρίζεται τη δημώδη ποίηση και τις παροιμίες, σκιαγραφεί μια υπερρεαλιστική, ονειρική κοινωνία, βασισμένη στην αντίληψη του «τώρα», εκφράζοντας και την επιθυμία του να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος την ευτυχία που μπορεί ακόμα να του προσφέρει η φύση, προτείνοντας συγχρόνως την αποφυγή της απληστίας – έτσι θα ερχόταν το μέτρο σε όλα. Με πικρό χιούμορ γελοιοποιεί τη χυδαιότητα, την απραξία και την προχειρότητα στη μίμηση της ζωής άλλων, μιας χώρας του ήλιου, της Ελλάδας, με ήρωες και φιλοσόφους, μιας χώρας όπου τώρα ο τουρισμός αναδεικνύεται ως ο μέγας οικονομικός παράγων, αλλάζοντας επαγγέλματα και εστιάζοντας τα βλέμματα των νέων αλλού. Συγχρόνως, γίνεται λεπτομερής στις παρατηρήσεις του, δείχνοντας ένα ντόμινο αλλαγών στα πάντα – στις συνήθειες, στα όνειρα, στη δυναμική. Όλα στον βωμό του εύκολου, του καφέ και της χαλαρής, άπραγης ζωής, με τη χώρα να μετατρέπεται σ’ ένα ατελείωτο καφενείο.
Οι εύστοχες παρατηρήσεις του για τις αλλοιώσεις στη ζωή και στα σύμβολα, λόγω των τουριστικών αναγκών, αναφέρονται όχι μόνο στην πραγματικότητα των Ελλήνων, αλλά και των Ιταλών, Άγγλων… Ακόμη, εντάσσει στις αλλοιώσεις αυτές και την Κίνα, η οποία κατακλύζει το εμπόριο διεθνώς με τουριστικά προϊόντα γελοιοποιώντας και ευτελίζοντας αυτά που απεικονίζει. Αναφέρει και τη μελλοντική χωρίς σύνορα μετακίνηση πληθυσμών λόγω της κλιματικής αλλαγής, που φέρνει σαν αποτέλεσμα την αποποίηση των περιττών υπαρχόντων – όλοι θα κουβαλούν όσα χωρούν στο σακίδιό τους. Πληθυσμών, οι οποίοι τελείως πρωτόγονα θα οδεύσουν προς τον ήλιο ή τη βροχή, έχοντας ταυτόχρονα μια χωρίς βάθος ιδεολογική Βαβέλ, απομεινάρι του παλιότερου πολιτισμού τους.
Και με όλα αυτά να μοιάζουν σαν αποτέλεσμα του «βασανίζομαι» και «λάθος», ο Σωτήρης Δημητρίου με θυμό και πόνο δείχνει τον άνθρωπο, ο οποίος επέφερε καταστροφή στη φύση και στο είδος του, και τιμωρείται με τον αφανισμό του. Λέγεται πως ο τελευταίος επιζών ήταν ένας ρωτακιστής, που ακούστηκε να λέει: «Άι σιχτί’, ’ε νούμε’α». Και λίγα χρόνια μετά, η φύση είχε καταπιεί τα πάντα. Κάθε ανθρώπινο ίχνος.
Το βιβλίο αυτό, το δέκατο τρίτο του Σωτήρη Δημητρίου, κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πατάκη το 2014.
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Συγκίνησε ο επικήδειος του Παύλου: «Δεν είναι αυτό το τέλος πατέρα…»
- Ο Αποστόλης Μπαρμπαγιάννης εν δε τσολιά μπαντ παρουσιάζουν: «Αριστεία Καπαμά»
- H Blancpain γιορτάζει τα 70ά γενέθλια του Fifty Fathoms
- Τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος: Τι λένε όσοι τον έζησαν από κοντά όταν έμενε στο Πόρτο Χέλι-Ήταν σεμνός και αγαπούσε την Ελλάδα…Μόνο καλά έχω να θυμάμαι…
- "Ψωμί, ελιά και Κώτσο βασιλιά": Η κατάντια της χώρας μας σε ένα σύνθημα και μία ουρά
- Μαύρο Ρόδο: Ο Θέμης λυγίζει μπροστά στο άψυχο σώμα της γυναίκας του
- Επεισοδιακά γεννητούρια: μαμά γέννησε το αγοράκι της στο πίσω κάθισμα ενός ταξί
- Γιόζεφ Ροτ – Περλέφτερ: Ένα ανολοκλήρωτο πολιτικό και κοινωνικό μυθιστόρημα
- Survivor Spoiler: Κερδίζουν τη δεύτερη ασυλία και το έπαθλο φαγητού
- Έφυγε από τη ζωή η Τζίνα Λολομπρίτζιντα
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Diastixo
- Pierre Lemaitre: «Φίδι με κεφαλαία»
- Λογοτεχνικό Έτος Άλκης Ζέη το 2023
- Catalina Briceño – Marie-Claude Ducas: «Γονείς σ’ έναν κόσμο γεμάτο οθόνες»
- «Για τη “Λαχτάρα για κεράσια” της Αγνιέσκα Οσιέτσκα» της Ανθούλας Δανιήλ
- Gianfranco Calligarich: «Το τελευταίο καλοκαίρι στη Ρώμη»
- Το μυθιστόρημα «Κυριακή της Μητέρας» του Γκράχαμ Σουίφτ στη μεγάλη οθόνη
- Γιάννης Σ. Παπαδάτος: «Η πολιτεία των γατών»
- «Η τελική στροφή του ποιήματος» του Τσαρλς Σίμικ
- «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η Εταιρεία των Φίλων των Μουσών» της Νίκης Σαλπαδήμου
- Η εποχή μας μέσα από ελεύθερους συνειρμούς
- Τελευταία Νέα Diastixo
- Άνοιξαν οι υποψηφιότητες για το Prix Voltaire
- Θερίσματα ζωής και ερώτων
- Η μαγική χαρά
- «Η τελική στροφή του ποιήματος» του Τσαρλς Σίμικ
- «Ο Ιωάννης Καποδίστριας και η Εταιρεία των Φίλων των Μουσών» της Νίκης Σαλπαδήμου
- Ρεκόρ πωλήσεων για την αυτοβιογραφία του Πρίγκιπα Χάρι
- Prince, P. Lemaitre, H. Yanagihara, Μ.Γ. Τριανταφυλλίδης, Δ. Κανελλοπούλου, Κ. Κουλουφάκος, Ε. Μασούρας, Ε. Λαγού
- Ο Τόνυ και ο κύριος Φόβος
- Ντέιβιντ Κόπερφιλντ
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Λευτέρης Μπούρος: «Drifter #3: Ο κλήρος πέφτει στα κορίτσια»
- Μαρία Ρουσάκη: «Μήνυμα στο Μανχάταν»
- «Ρεζέρβα»: Αποκαλύψεις από τον Πρίγκιπα Χάρι στην αυτοβιογραφία του
- ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ | Κερδίστε 10 βιβλία των Κορτώ, Σαρή, Γιουρσενάρ, Μεδέλ και Μπαστερρίκα
- Για την τιμή της οικογένειας
- Στο ίδιο δωμάτιο
- Pierre Lemaitre: «Φίδι με κεφαλαία»
- Κώστας Κουλουφάκος: «Τα δημοσιευμένα έργα (Τόμος 1 και 2)»
- «Οι ουλές του ωμού κρέατος» του Νίκου Λευκαδίτη