Θωμάς Σιταράς: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
Ο Θωµάς Σιταράς γεννήθηκε το 1943 στην Αθήνα από γονείς Κωνσταντινουπολίτες. Αριστούχος απόφοιτος της Λεοντείου Σχολής, σπούδασε, ως υπότροφος του βαυαρικού Υπουργείου Παιδείας, Οικονοµικά, ∆ηµοσιογραφία και Κοινωνική Ιστορία στο Πανεπιστήµιο του Μονάχου. Ολοκλήρωσε την πανεπιστηµιακή του εκπαίδευση µε µεταπτυχιακές σπουδές στο Μάρκετινγκ, στο ίδιο πανεπιστήµιο. Αφού εργάστηκε ένα διάστημα στη Γερµανία, επέστρεψε στην Ελλάδα και απασχολήθηκε επί σειρά
Πώς ξεκινά κάθε φορά το ταξίδι της συγγραφής ενός βιβλίου;
Στη περίπτωσή μου, ξεφυλλίζοντας παλιές εφημερίδες και περιοδικά. Διαβάζονται κείμενα, εντυπώνονται φωτογραφίες και κάποια στιγμή, έχοντας μπει για τα καλά στο πετσί των προγόνων μας, φτιάχνονται ιστορίες, καμιά φορά και σενάρια ολόκληρα. Σαν να δημιουργείς ένα παζλ με κομμάτια που ξεκινούν χωρίς κάτι συγκεκριμένο, αλλά που σιγά-σιγά παίρνουν μορφή στο μυαλό σου. Φυσικά δεν πρόκειται για ένα μόνο σενάριο –εδώ χρειάζεται φυσικά και μεγάλη φαντασία– αλλά πάρα πολλά. Πρέπει όμως να καταλήξεις σε κάποιο συγκεκριμένο. Εδώ υπεισέρχονται και άλλοι παράγοντες, π.χ. τι τίτλοι κυκλοφορούν ήδη, πώς κινούνται τα ενδιαφέροντα των αναγνωστών και τόσα άλλα.
Ποια ήταν η αφορμή για να γραφτεί το βιβλίο Λατέρνα, φτώχεια και περίσσευμα καρδιάς;
Ξέρετε, οι γονείς μου ήρθαν πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη στα τέλη της δεκαετίας 1910-1920. Δώσανε τότε σε όλο το σόι προσφυγικά σπιτάκια στο Περιστέρι. Κατά παράξενη συγκυρία, ο πατέρας μου βρήκε κάποια στιγμή δουλειά σαν επιστάτης σε ένα αρχοντόσπιτο της Βασιλίσσης Σοφίας, στο Κολωνάκι. Εκεί γεννήθηκα και έζησα τα παιδικά μου χρόνια. Όλα ωραία και καλά, μα έλειπε η γειτονιά. Δεν έβλεπα την ώρα και τη στιγμή να κατέβουμε στο Περιστέρι να παίξω στις αλάνες με τα τέσσερα ξαδέλφια μου. Τα καλοκαίρια που δεν είχα σχολείο, με έστελνε η μητέρα μου 2-3 μήνες «κάτω». Melioribus annis... Διαπίστωσα ότι η εικοσαετία 1920-1940 της παλιάς Αθήνας είχε καταπληκτικές ομοιότητες με τη δεκαετία 1950-1960 της μεταπολεμικής περιόδου. Το νέο μου βιβλίο είναι ένα ημερολόγιο μιας τέτοιας παλιάς γειτονιάς που πάντα με γεμίζει, όπως καταλαβαίνετε, με ιδιαίτερη νοσταλγία. Υπάρχει και μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια σε αυτό το βιβλίο σε σχέση με τα προηγούμενα: Δεν είμαι εγώ αυτός που περιγράφει μυθοπλαστικά στιγμιότυπα της γειτονιάς, αλλά ένα υπαρκτό πρόσωπο –δημοσιογράφος–, που εξιστορεί πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στην καθημερινότητα της δικής του –και δικής μας– γειτονιάς...
Διαβάζοντας το βιβλίο σας, κάνουμε πράγματι ένα νοσταλγικό ταξίδι στην εικοσαετία 1920-1940. Πώς ήταν η ατμόσφαιρα τότε, τι επικρατούσε στις γειτονιές;
Ο κόσμος ζούσε πιο απλά και χωρίς άγχος. Μια ατμόσφαιρα που συναντάς και σήμερα σε μικρά νησάκια καταχείμωνο. Υπήρχε μια κοινωνική συνοχή που εμείς σήμερα δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Κάθε γειτονιά γινόταν ένα. Ο κόσμος ενδιαφερόταν περισσότερο για το άρρωστο παιδί του γείτονα, παρά για το τι γινόταν παραέξω. Υπήρχε μια αγαθοσύνη –με θετική έννοια– που είναι αδιανόητη στις σημερινές κοινωνίες. Οι ανάγκες για υλικά αγαθά δεν ήταν πιεστικές, ώστε να καθοδηγούν συμπεριφορές. Ο κόσμος έβλεπε διαφορετικά τις έννοιες σπίτι, ήθη, έθιμα και πολλά άλλα... Είμαι βέβαιος πως κάθε αναγνώστης θα νιώσει κάποια ζήλια για αυτές τις εποχές που έφυγαν και που μόνο στα βιβλία μπορεί πια να τις βρει... Συγκρίνετε τα παλιά νεοκλασικά αρχοντόσπιτα με τις μοντέρνες πολυκατοικίες και θα καταλάβετε πολύ καλά για τι μιλάω.
Πώς διασκέδαζε τότε ο κόσμος;
Σε τίτλους, όπως και σήμερα: σινεμαδάκι, θεατράκι, κανένας περιοδεύων θίασος, ταβερνούλες, ακόμη και το καθημερινό καφενείο. Το πώς κάνει τη μεγάλη διαφορά. Θέατρο του Αττίκ, Καραγκιόζης και τα παρελκόμενά του δεν υπάρχουν πια. Μην ξεχνάτε, όλα όσα προανέφερα γίνονταν έξω από το σπίτι. Σήμερα ο μεγαλύτερος χρόνος διασκέδασης γίνεται –με απόλυτη εσωστρέφεια– μέσα στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού μας – βλέπε τηλεόραση, διαδίκτυο κ.λπ.
{jb_quote}Κάθε γειτονιά γινόταν ένα. Ο κόσμος ενδιαφερόταν περισσότερο για το άρρωστο παιδί του γείτονα, παρά για το τι γινόταν παραέξω.{/jb_quote}
Μπορείτε να μας περιγράψετε τους πλανόδιους πωλητές; Πώς πουλούσαν την πραμάτεια τους;
Το κεφάλαιο που έχω αφιερώσει για τους πλανόδιους μικροπωλητές είναι από τα πιο σατιρικά. Κάθε πλανόδιος είχε τη δική του χαρακτηριστική διαλάληση, έτσι που να είναι αναγνωρίσιμος προτού πλησιάσει το κάθε σπίτι. Η διαλάληση αυτή είχε χιούμορ, πρωτοτυπία και ήταν πολλές φορές έμμετρη. Ο πλανόδιος δεν βιαζόταν. Το πέρασμά του από τη γειτονιά ήταν και γι’ αυτόν μια ευκαιρία να μιλήσει με τους πελάτες του, να ακούσει τα βάσανά τους, να τους πει έναν καλό λόγο. Α! να μην ξεχάσω και τον εποχούμενο κουρέα, που παρ’ όλη την οικονομική κρίση τρύπωνε στα σπίτια για κτένισμα, κούρεμα ή ξύρισμα και έβγαζε καλό μεροκάματο σε πείσμα των καιρών. Μικρή λεπτομέρεια: Το βαλιτσάκι του με τα σύνεργα έφερε τον περήφανο τίτλο SALON DES DAMES!
Γιορτές, ήθη και έθιμα. Άντεξαν όλα αυτά στο πέρασμα των χρόνων;
Γιορτές, ήθη και έθιμα αποτελούν χρονικά ορόσημα και παραμένουν σαν τίτλοι διαχρονικά τα ίδια. Φυσικά και εδώ αλλάζει το πώς. Οι πρόγονοί μας διψούσαν για όλα αυτά διαφορετικά, γιατί τους έδιναν την ευκαιρία να συνευρεθούν με τους γείτονες, τους φίλους, τους συγγενείς. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, τη δεκαετία του ’50, που κατέβαινα τα Χριστούγεννα με τη μητέρα μου στην Αιόλου και μπροστά από το ταχυδρομείο αγοράζαμε αμέτρητες καρτ ποστάλ πασπαλισμένες μάλιστα και με χρυσόσκονη... Η μάνα μου έγραφε όταν γυρίζαμε αμέτρητα κατεβατά, ακόμη και στους πιο μακρινούς συγγενείς. Σήμερα οι όποιες ευχές στέλνονται με SMS και μάλιστα πολλές φορές ξεχνάνε να γράψουν και τον αποστολέα. Τέτοια βιασύνη έχουνε...
Ωραίοι οι κανταδόροι με τα παράξενα καμώματά τους. Ποια ήταν τα πιο δημοφιλή τραγούδια που έπαιζαν τότε;
Εδώ η γειτονιά που περιγράφω στο βιβλίο μου ήταν διασπασμένη. Άλλοι τούς περίμεναν με ενθουσιασμό και άλλοι φώναζαν τον αστυφύλακα. Όλοι οι κανταδόροι πάντως έπαιρναν πολύ σοβαρά τον ρόλο τους. Συνήθιζαν να πηγαίνουν σε απόμερα αλσύλλια και έκαναν πρόβες. Η ανταπόκριση των δεσποινίδων ήταν σε κάθε περίπτωση εξασφαλισμένη! Η επιλογή των τραγουδιών γινόταν κυρίως μέσα από τα τραγούδια των επιθεωρήσεων, που ήταν και της μόδας.
Και η προεκλογική περίοδος: Με ποιους τρόπους οι υποψήφιοι βουλευτές έπειθαν τους ψηφοφόρους να τους ψηφίσουν;
Η προεκλογική περίοδος ήταν όλα τα λεφτά. Μεγάλο γλέντι στις γειτονιές και ευκαιρία να ξεσκάσει κανείς συνδυάζοντάς το πολλές φορές με το κατιτί του υποψηφίου. Θα ήταν τσιγάρα; Θα ήταν κεράσματα στην ταβέρνα; Θα ήταν λουκουμάδες; Οπωσδήποτε κάτι πρέπει να ήταν. Στο βιβλίο αναφέρω και την ιστορία ενός ομογενή που αισθάνθηκε και αυτός το κάλεσμα του λαού. Σκέφτηκε μάλιστα και να πρωτοτυπήσει μοιράζοντας καθημερινά κεφτέδες! Το εκλογικό του κέντρο είχε γίνει γαστρονομικό στέκι υψηλού επιπέδου. Προσέλαβε μάγειρα και πέντε γκαρσόνες και κατόρθωσε μέχρι και τραγούδι να γίνει – και αναμενόμενο ήταν με τους 3.000 κεφτέδες που μοίραζε καθημερινά... Αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο είναι ότι τελικά τον μαυρίσανε και γύρισε περίλυπος στην Αφρική, από όπου είχε έρθει. Ως γνωστόν, τα προεκλογικά στη χώρα μας έχουν περίπλοκους κανόνες...
Στο τέλος, καταφέρνετε να μας κάνετε να νοσταλγούμε την παλιά εκδοχή της πόλης όπου κατοικούμε. Αλήθεια, ήταν τόσο όμορφη η Αθήνα, όπως μας τα περιγράφετε;
Δεν ήταν μόνο οι πόλεις που σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν ελκυστικές, συμπεριλαμβανομένης και της Αθήνας μας. Ήταν η όλη εποχή. Belle Époque και Μεσοπόλεμος έφτιαξαν τα καλύτερα σκηνικά για να αναπτύξει κάθε λαός τις δικές του όμορφες καταστάσεις. Και φυσικά ο ευφάνταστος και έξω καρδιά λαός μας έκτισε και αυτός τον δικό του ωραίο κόσμο που όλοι νοσταλγούμε...
Λατέρνα, φτώχεια και περίσσευμα καρδιάς
Ημερολόγιο μιας παλιάς γειτονιάς
Θωμάς Σιταράς
Μίνωας
σ. 320
ISBN: 978-618-02-2252-4
Τιμή: 16,60€
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Δράμα: Δείτε το χριστουγεννιάτικο δέντρο στα χρόνια της αρχαιότητας – Πώς ήταν ο στολισμός στην Ελλάδα
- Μελομακάρονα και κουραμπιέδες: Έτσι προέκυψαν οι ονομασίες των χριστουγεννιάτικων εδεσμάτων
- Γιώργος Τσούλης: «Το 2022 μου χάρισε αυτό το μικρό πλάσμα που κρατάω στα χέρια μου, τον γιο μου»
- Γιώτα Νέγκα: «Κακές συμπεριφορές, τρικλοποδιές, άσχημες ενέργειες»
- Στίβος: Τα «στοιχειωμένα» πανελλήνια ρεκόρ κι αυτά που έχουν γίνει… είδος προς εξαφάνιση
- Ο φτωχούλης του Θεού
- To S.T.A.L.K.E.R 2: Heart of Chernobyl δημοσίευσε το πρώτο του gameplay trailer
- Ένα μενού εμπνευσμένο από το πρώτο ελληνικό βιβλίο μαγειρικής – του 1828!
- «Βασιλιάς» παραμένουν τα μετρητά για τους Έλληνες
- «Το αύριο του κόσμου» του Νίκου Μοσχοβάκου
- Δημοφιλέστερες Ειδήσεις Diastixo
- Ο φτωχούλης του Θεού
- «Το αύριο του κόσμου» του Νίκου Μοσχοβάκου
- Τεχνητή νοημοσύνη και τέχνη: Ένα ηθικό δίλημμα
- Μιγέλ ντε Ουναμούνο
- Mario Livio: «Ο Γαλιλαίος»
- Ο Φαμπκαρό θα γράψει τον 40ό τόμο του Αστερίξ
- Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό
- Λίνα Μουσιώνη: συνέντευξη στη Χαριτίνη Μαλισσόβα
- Μάρω Δούκα: «Να είχα, λέει, μια τρομπέτα»
- Τελευταία Νέα Diastixo
- Θωμάς Σιταράς: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη
- Ασυμβίβαστοι
- «Το αύριο του κόσμου» του Νίκου Μοσχοβάκου
- Ο Φαμπκαρό θα γράψει τον 40ό τόμο του Αστερίξ
- Μιγέλ ντε Ουναμούνο
- Κάθε μέρα χαρά και ευτυχία
- Μάρω Δούκα: «Να είχα, λέει, μια τρομπέτα»
- Τεχνητή νοημοσύνη και τέχνη: Ένα ηθικό δίλημμα
- Ο φτωχούλης του Θεού
- Τελευταία Νέα Κατηγορίας Ψυχαγωγία
- Mario Livio: «Ο Γαλιλαίος»
- Ανδρέας Αντωνίου
- Νέο βραβείο για μεταφράσεις έργων από τα ιαπωνικά στα αγγλικά
- Γρηγόριος Ξενόπουλος: «Αναδυομένη»
- Ιστορίες από έναν τόπο κι έναν χρόνο μαγικό
- Κανζέι
- Δέσποινα Μπογδάνη-Σουγιούλ: «Ο παππούς μου ο γίγαντας»
- Ο Τζέιμς Πάτερσον συνεχίζει ημιτελές έργο του Μάικλ Κράιτον
- Μανιφέστο του ατομικισμού