Αλέξης Μοστριός: «Χαρτί και μέταλλο»

Το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν ήταν πάντοτε αποδεκτό στη χώρα μας. Πριν από μερικές δεκαετίες, οι συγγραφείς το απέφευγαν για να μη βιώσουν την απόρριψη, ενώ τα λίγα βιβλία ξένων συγγραφέων που μεταφράζονταν και εκδίδονταν, οι αναγνώστες πρώτα έπρεπε να τα αναζητήσουν και στη συνέχεια τα διάβαζαν μάλλον στα κρυφά, χωρίς να διαφημίζουν ιδιαίτερα την προτίμησή τους αυτή. Η κουλτούρα της εποχής κατέτασσε το αστυνομικό μυθιστόρημα στην παραλογοτεχνία, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Ωστόσο, τα χρόνια πέρασαν. Το αστυνομικό μυθιστόρημα και τα συγγενικά του είδη άρχισαν να γνωρίζουν ακόμα μεγαλύτερη άνθηση στο εξωτερικό, μεγάλοι συγγραφείς έγραψαν αστυνομικά ή εμπνεύστηκαν από αυτά δίνοντας αστυνομική πλοκή στα έργα τους, η ζήτηση από το αναγνωστικό κοινό αυξήθηκε, το ίδιο και οι πωλήσεις. Μοιραία, και στη χώρα μας παρατηρήθηκε η ίδια εξέλιξη, τηρουμένων βέβαια των αναλογιών. Έτσι, φτάσαμε σήμερα στην ευχάριστη θέση, για όσους αγαπάμε την αστυνομική λογοτεχνία και είμαστε σχεδόν εθισμένοι σε αυτή, να γράφονται και να εκδίδονται όλο και πιο πολλά αστυνομικά μυθιστορήματα και να απολαμβάνουμε την εμφάνιση πολλών νέων συγγραφέων που καλλιεργούν το είδος με επιτυχία.

Ένας από αυτούς είναι και ο Αλέξης Μοστριός, που μας συστήθηκε πρώτη φορά το 2020 με τους Ικέτες. Ακολούθησε το μυθιστόρημα Ο χαράκτης (2022) και σήμερα έχουμε πλέον στα χέρια μας το τρίτο του έργο, με τίτλο Χαρτί και μέταλλο (2024). Φυσικά, πρόκειται για τρία αστυνομικά μυθιστορήματα. Αλλά για όποιον έχει διαβάσει και τα δύο προηγούμενα, το τελευταίο συνιστά μία μικρή έκπληξη, καθώς είναι πολύ διαφορετικό.

Πράγματι, το Χαρτί και μέταλλο έχει πολλά καινούρια στοιχεία· κι αυτό είναι το πρώτο ιδιαίτερα θετικό στοιχείο που πρέπει να επισημάνουμε, καθώς η τυποποίηση είναι συνηθισμένο μειονέκτημα ακόμη και σε πολύ σημαντικούς συγγραφείς, ιδίως του αστυνομικού μυθιστορήματος. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, γίνεται μανιέρα και ο αναγνώστης έχει την εντύπωση ότι διαβάζει διαρκώς το ίδιο βιβλίο. Ο Μοστριός απέχει πολύ από μία τέτοια κατάσταση και αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό για τον αναγνώστη.

Άραγε, τι ζητούν οι περισσότεροι αναγνώστες από ένα αστυνομικό μυθιστόρημα; Ίσως κάτι πολύ απλό: να περνούν καλά όσο το διαβάζουν! Με άλλα λόγια, να απολαμβάνουν κάθε σελίδα και ταυτόχρονα να αδημονούν για την επόμενη. Να υπάρχουν εκπλήξεις, ανατροπές, ένταση, μέρη που ο αναγνώστης θα ήθελε να πάει ή να ξαναπάει, πρόσωπα που θα ήθελε να γνωρίσει ή να αποφύγει, καταστάσεις πρωτόγνωρες ή και γνωστές που να παρουσιάζονται με ξεχωριστό τρόπο κτλ. Το Χαρτί και μέταλλο έχει πολλά από αυτά τα στοιχεία. Για παράδειγμα: σε μία εποχή που βιβλία και ταινίες είναι γεμάτα από ευρηματικούς και απίστευτα βίαιους serial killers, ο Μοστριός επιλέγει μία πλοκή που αρχικά θυμίζει το παλιό παιχνίδι με κλέφτες και αστυνόμους, αλλά τελικά υπάρχει και δολοφόνος. Ένα παιχνίδι στο οποίο το καλό και το κακό συμπλέκονται και δεν είναι τόσο ξεκάθαρο ποιος είναι ποιος…

Έπειτα, είναι οι τόποι: η πλοκή μάς μεταφέρει πρώτα στα ελληνικά νησιά, έπειτα στις πόλεις (Αθήνα, Θεσσαλονίκη) και στην ηπειρωτική Ελλάδα, έπειτα σε άλλες χώρες (Ιταλία, Ισπανία), έπειτα ξανά στα νησιά και πάει λέγοντας. Ταξιδεύουμε διαβάζοντας. Και δεν είναι μόνο αυτό. Τα μέρη περιγράφονται όχι μόνο με ακριβείς πληροφορίες, αλλά κυρίως με τέτοιον τρόπο ώστε να θέλουμε να τα επισκεφθούμε, αν δεν έχει τύχει να πάμε, ή να τα επισκεφθούμε ξανά όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, αν τυχόν έχουμε βρεθεί εκεί στο παρελθόν. Με δυο λόγια, το μυθιστόρημα έχει έναν ανάλαφρο αέρα κοσμοπολίτικο, που ταιριάζει απόλυτα στην εποχή μας και λείπει απίστευτα από τους περισσότερους σημερινούς Έλληνες συγγραφείς, ανεξάρτητα από το μυθιστορηματικό είδος που καλλιεργούν. Άλλωστε, το κοσμοπολίτικο και το διεθνές στοιχείο λείπουν από την ελληνική πεζογραφία συνολικά: με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι συγγραφείς μας μοιάζουν να μην έχουν ποτέ βγει έξω από την Ελλάδα ή και από την πόλη στην οποία ζουν αυτοί και οι ήρωές τους. Επομένως, τα ταξίδια που μας προτείνει ο συγγραφέας είναι κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτα.

{jb_quote} Ένα παιχνίδι στο οποίο το καλό και το κακό συμπλέκονται και δεν είναι τόσο ξεκάθαρο ποιος είναι ποιος… {/jb_quote}

Μετά τους τόπους, τα πρόσωπα: στο μυθιστόρημα, ο αναγνώστης συναντά πρόσωπα τα οποία έχει γνωρίσει στα δύο προηγούμενα βιβλία του συγγραφέα, αλλά και αρκετούς καινούριους χαρακτήρες. Τα γνωστά πρόσωπα έχουν στο βιβλίο αυτό νέους ρόλους, ενώ αν δεν έχουμε διαβάσει τα προηγούμενα βιβλία και τα γνωρίζουμε τώρα πρώτη φορά, δεν έχουμε κανένα πρόβλημα κατανόησης. Τα νέα πρόσωπα έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς υπάρχουν ταυτόχρονα πολλοί πρωταγωνιστές και πολλοί δεύτεροι αλλά σημαντικοί ρόλοι. Χαρακτήρες σύγχρονοι, σημερινοί, αληθοφανείς, και όχι απλά χάρτινοι, μυθιστορηματικοί. Κινούνται σε όλους τους κοινωνικούς χώρους, μοιάζουν στους ανθρώπους που ζουν γύρω μας και έτσι μιλούν και σκέφτονται, περνώντας από το καλό στο κακό και αντίστροφα, όπως όλοι οι άνθρωποι.

Ο συνδυασμός προσώπων και τόπων γεννά καταστάσεις. Καταστάσεις που σχετίζονται όχι μόνο με την εξέλιξη της πλοκής, αλλά και με την ελληνική κοινωνία, μέσα στην οποία ζούμε. Στις σελίδες του βιβλίου, με τρόπο έμμεσο και διακριτικό, περνούν πολλά από τα ζητήματα που μας απασχολούν καθημερινά στη χώρα μας, τόσο ως άτομα όσο και ως κοινωνία. Δεν προβάλλονται όλα αυτά, δεν χτυπάνε στο μάτι αλλά όσο προχωρά η ανάγνωση του βιβλίου περνούν μπροστά από τα μάτια μας το ένα μετά το άλλο: η δύσκολη καθημερινότητα στις πόλεις, τα προβλήματα των νησιών, τα προβλήματα των ανθρώπων στην προσωπική και επαγγελματική τους ζωή, η εγκληματικότητα και τα κακοποιά στοιχεία, οι κοινωνικές ανισότητες και διαφορές και πολλά άλλα. Τα πάντα υπάρχουν όχι σε πρώτο πλάνο, αλλά στο φόντο της αστυνομικής πλοκής. Άλλωστε, η ελληνική πραγματικότητα και καθημερινότητα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, γεννά από μόνη της αστυνομικές πλοκές κάθε μέρα, χωρίς να χρειάζεται η προσπάθεια κάποιου συγγραφέα, ο οποίος δεν έχει παρά να εμπνευστεί από όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό: ο τρόπος γραφής, η γλώσσα, το ύφος. Το υλικό της λογοτεχνίας είναι οι λέξεις. Έχει σημασία, λοιπόν, πώς ο συγγραφέας τις συνταιριάζει και πώς τις αξιοποιεί, προκειμένου να απολαμβάνουμε την ανάγνωση. Ο σημερινός αναγνώστης δεν απολαμβάνει εύκολα την ανάγνωση ενός μυθιστορήματος: έχει μάθει στους γρήγορους ρυθμούς του διαδικτύου και των κοινωνικών δικτύων, στη γρήγορη εναλλαγή εικόνων και δεν έχει καθόλου την υπομονή του παραδοσιακού αναγνώστη. Από την άποψη αυτή, στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα έχουμε έναν γρήγορο ρυθμό, που θυμίζει αμερικανικά έργα: σύντομα κεφάλαια (όχι πάνω από τρεις σελίδες) με απλή αρίθμηση χωρίς τίτλους, μικροπερίοδο λόγο, γοργούς και ρεαλιστικούς διαλόγους, απλό λεξιλόγιο, γρήγορο ρυθμό στην αφήγηση. Τίποτα εξεζητημένο. Το μυθιστόρημα αποτελείται από τέσσερα μέρη, περίπου ισοδύναμα, με το τελευταίο να είναι λίγο πιο σύντομο, καθώς η πλοκή κορυφώνεται και οδηγούμαστε στη λύση. Στο πρώτο μέρος πρωταγωνιστούν οι κλέφτες, στο δεύτερο μέρος παίρνουν τη σκυτάλη οι αστυνόμοι και πάει λέγοντας…

Με λίγα λόγια, παρακολουθούμε μία ευφάνταστη πλοκή με πολλά πρόσωπα, πολλά διαφορετικά εγκλήματα, ποικιλία κινήτρων και στόχων, ωραίους τόπους ξεχωριστούς (ή ίσως έτσι παρουσιάζονται), αρκετές κινηματογραφικές σκηνές και αρκετό μυστήριο και περιπέτεια, καθώς και ερωτικό στοιχείο, που είναι διάχυτο αλλά όχι κυρίαρχο. Ο αναγνώστης έχει πολλά ωραία να απολαύσει. Καλό διάβασμα!

[Ο Γιάννης Παρίσης είναι καθηγητής φιλολογίας.]

Χαρτί και μέταλλο
Αλέξης Μοστριός
Εκδόσεις Bell
408 σελ.
ISBN 978-960-620-985-7
Τιμή €17,70

Keywords
Τυχαία Θέματα