Ο ουσιώδης αντίπαλος

Τελικώς τείνει να αποδειχτεί πως την πιο ουσιώδη αντιπολίτευση την κάνει (κι αθέλητα) κάποιος άσχετος σταθμάρχης της Λάρισας. ‘Η κάποιος υπεύθυνος της Πυροσβεστικής στην υπόθεση Μάτι – σε κάθε περίπτωση την όποια κυβέρνηση αντιπολιτεύεται: ή κάποιο μεγάλο δυστύχημα, μια φυσική καταστροφή, επιδημίες, πλημμύρες, πυρκαγιές, θαλασσοπνιγμοί – πού να πέσει, δηλαδή, και κανένας κομήτης στην Καλαμπάκα.

(Υπάρχει βέβαια και το μνημείο νεκρών της ΕΡΤ – ελλείψει μιας πραγματικής τραγωδίας).

Κι έτσι, αφού έκατσε το αναπάντεχο, και με

οδυνηρή αφορμή τα εκάστοτε τραγικά θύματα, αρχίζει το αλυσοπρίονο. Οι της όποιας αντιπολίτευσης βρίσκουν μιαν ευκαιρία αντιπαράθεσης με τη γνωστή ρητορική σε παραλλαγές – και με γνωστά μελό συνθήματα, που ενίοτε (πάντα για ορισμένους) έχουν και ιδεολογικά χαρακτηριστικά όπως «τα κέρδη τους, οι ζωές μας». Σκέψου, δηλαδή, να μην υπήρχε και η έννοια του κέρδους, πόσες ζωές θα χάνονταν από πολύ μεγαλύτερη αδιαφορία.

Η αβάσταχτη οδύνη των συγγενών, η μόνη πραγματική, βαθιά οδύνη και δίκαιη διαμαρτυρία, γίνεται πολιτικό κέρδος για κείνους που είναι υποτίθεται κατά του κέρδους στο όνομα της οδύνης των άλλων. Το έχουμε ξαναδεί το έργο και θα το δούμε πάλι στο μέλλον, αφού όλα αυτά συμβαίνουν για λόγους διαχρονικής, νοσηρής νοοτροπίας και ιστορικής παθογένειας. Και αυτοί που διαδηλώνουν σήμερα, ανιδιοτελώς ή όχι, κι εκείνοι που θα διαδηλώσουνε στο μέλλον με άλλη κυβέρνηση και για μια άλλη τραγωδία, είμαστε από το ίδιο μαντρί και εμμέσως συνυπεύθυνοι για τέτοια συνειρμικά εγκλήματα, για τα οποία φταίνε πολλοί στο βάθος της ιστορίας, αλλά και το πολιτικό συμφέρον εμπνέει τους μισούς να καταριούνται σήμερα τους άλλους μισούς και τούμπαλιν αύριο.

Κι έτσι βρίσκει δουλειά και η όποια, ραχητική ή μη αντιπολίτευση. Το αίτημα της τιμωρίας των αυτουργών φυσικών και ηθικών είναι λογικό και αυτονόητο, αν και δύσκολο να βρεις όλους τους ενόχους σε βάθος χρόνου, αλλά το πιο σημαντικό είναι να ζητούμε και να απαιτούμε να αλλάξουν σε βάθος τα πράγματα στο μέλλον. Είναι αυτό εφικτό; Χλωμό το βλέπω, γιατί αν κάποιος πασκίσει να βελτιώσει δραστικά την κατάσταση στο πεδίο (κυρίως στο Δημόσιο), τότε θα ξεβολευτούν και πολλοί απ’ αυτούς που σήμερα (ή, χθες, ή αύριο) φωνάζουν και θα αρχίσουν να  αρνούνται την όποια αλλαγή, αξιολόγηση κι έλεγχο. Το είδαμε στα πανεπιστήμια και στους εκπαιδευτικούς, στη φορολογία και στην επιβολή POS, και πόσο τώρα δυσαρεστούνται εκείνοι που πρώτα έκραζαν για το άδικο κράτος.

Κανείς από εμάς δεν θέλει να παραδεχτεί τις πολιτικές αυταπάτες του, στο παρόν ή στο παρελθόν, τις λάθος επιλογές του, τις ψευδαισθήσεις και τις εμμονές του, την άγνοιά του, τον φανατισμό του, την ιδεολογική λακέρδα που συνεχίζει να καταναλώνει, τα κλισέ του – όλα εκείνα που, με τους μεν ή με τους δε, εξέθρεψαν μια λάθος νοοτροπία βαθιά, εγκατεστημένη, απαρασάλευτη. Μια νοοτροπία της ελάχιστης προσπάθειας, του νεποτισμού, του μικροβολέματος, του ψωροφιλότιμου, της κομματίλας, της αναξιοκρατίας, του βουλκανιζατέρ που διοικεί νοσοκομεία, του αποδεκτού, δικού μας καθάρματος. Μια νοοτροπία προερχόμενη από τα κόμματα αλλά που υπάρχει, πια, εκείθεν των κομμάτων, έχει διαχυθεί παντού, σε όλο το κοινωνικό σώμα και αίμα σαν λευχαιμία, και που δύσκολα θεραπεύεται, κυρίως για τον λόγο ότι οι μισοί πιστεύουν πως μόνο οι άλλοι μισοί πάσχουν, ενώ έχουμε μολυνθεί όλοι μας. Κάνε  μια βόλτα με το αυτοκίνητο, δες πως οδηγούμε στους δρόμους και το συμπέρασμα βγαίνει αβίαστα. (Εξακόσιοι νεκροί τον χρόνο). Το ίδιο ισχύει σε όλους τους κοινωνικούς χώρους και ενώ όλοι φωνάζουμε εναλλάξ, κανείς, ωστόσο, δεν θέλει να χαλάσει η πιάτσα, ιδίως όταν η αλλαγή ακουμπήσει και τον ίδιο. Τότε ζορίζει το πράγμα και ξαναρχίζει, πάλι, να φταίει το κράτος που δεν ξεκινάει από άλλους και απ’ αλλού, αλλά από εμάς. Εμείς, είμαστε πάντα με τους καλούς, ό,τι και να συμβεί – κι αν τύχει μια στραβή στη βάρδια μας, πάλι κάποιοι άλλοι θα φταίνε. Ελληνική πατέντα διπλής όψεως και βουστροφηδόν.

Κι έτσι βλέπεις ανά τακτά διαστήματα που γίνονται πολύνεκρα δυστυχήματα, φυσικές καταστροφές, αφανισμοί, καταποντισμοί και πυρκαγιές να αναδύεται η παθογένεια, να ανοίγει μια ρωγμή και να βλέπεις το έρεβος – οπότε ξεκινάει πάλι η πολιτική ατραξιόν απ’ την αρχή, κι εξεγείρεται μια κοινωνία που θέλει να αλλάξει την άλλη μισή, ενώ και ή ίδια (αυτή, ή η επόμενη) κουβαλάει την ίδια νοοτροπία, που ιστορικά, είναι το κυρίως, μη ορατό, αλλά βαθύ πρόβλημα. Πώς θα βγάλουμε άκρη; Δεν αρκεί να είσαι υπέρ, ή κατά του Μητσοτάκη – μακάρι να ήτανε τόσο απλό.

Επιπλέον, μια ματιά στα κοινωνικά δίκτυα, το επιβεβαιώνει. Υπάρχει διακομματική ασθένεια βαθύτερη των κομμάτων και εκείθεν αυτών, και είναι αυτή που σε μεγάλο βαθμό επιλέγει και την εκπροσώπησή της και το πράγμα ανακυκλώνεται και δαγκώνει την ουρά του ως ουροβόρος όφις. Η μνήμη; Ασθενής και φαλκιδευμένη. Και η μόνη ελπίδα είναι να υπάρχει πάντα ένα τριάντα τοις εκατό συνετών ανθρώπων, ανεξαρτήτως κομμάτων, ώστε να μπορέσουν να κρατήσουν τη χώρα, να τη σώζουν από τον ίδιο της τον εαυτό.

Keywords
Τυχαία Θέματα