Alexandra Lapierre: «Μπελ Γκριν»

04:17 6/7/2024 - Πηγή: Diastixo

Την ιστορία της Αμερικής λίγο μετά τον πόλεμο Βορείων-Νοτίων και μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από την προσωπική ιστορία της Μπελ Γκριν, διατρέχει το βιβλίο της Αλεξάντρα Λαπιέρ Μπελ Γκριν, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gema σε μετάφραση της Ροζαλί Σινοπούλου.

«Το μυστικό σου για πάντα κρυφό να μείνει» είναι μια ευχή που αναγράφεται στην αρχή του βιβλίου και όλη η ιστορία περιστρέφεται γύρω από την προσπάθεια της απόκρυψης του οικογενειακού μυστικού.

Ένα μυστικό που μας μεταφέρει σε μια Αμερική όπου ο ρατσισμός είναι νομικά κατοχυρωμένος και μια σταγόνα αφρικανικού αίματος σε καθιστά «έγχρωμο», με ελάχιστα δικαιώματα σε εκπαίδευση και εργασία.

Η Μπελ Γκριν ήταν υπαρκτό πρόσωπο: «Όλα τα επεισόδια του βιβλίου τούτου βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα. Κι όλα τα πρόσωπα ήταν υπαρκτά», διευκρινίζει η συγγραφέας στο σημείωμα προς το αναγνωστικό κοινό, πριν αρχίσει να διηγείται την ιστορία της με ένα επεισόδιο από το τέλος. Τη στιγμή της αποκάλυψης του μυστικού και τις συνέπειες που φέρνει.

Η συγγραφέας αξιοποιεί τη μια πλευρά της πολυετούς αλληλογραφίας της Μπελ με τον εραστή της και ιστορικό τέχνης, Μπέρναρ Μπέρνσον, προκειμένου να αποσαφηνίσει πλευρές της ιδιαίτερης προσωπικότητας της ηρωίδας της, βιβλιοθηκάριου της οικογένειας τραπεζιτών Μόργκαν, που κατάφερε να δημιουργήσει μια από τις πιο αξιόλογες βιβλιοθήκες, ανοιχτή όχι μόνο σε ερευνητές αλλά και στο κοινό, όπως ήταν το όνειρό της.

Συναρπαστικός ο τρόπος αφήγησης όσο και η ιστορία, που αναδεικνύει τον έντονο ρατσισμό σε μια κοινωνία η οποία πολέμησε για την κατάργηση της δουλείας. Η Μπελ Γκριν, μιγάδα, με γκρι μάτια και χαρακτηριστικά που δεν παραπέμπουν στους Αφρικανούς προγόνους, αποφασίζει να κάνει το «Πέρασμα», να διασχίσει το φράγμα του χρώματος φτιάχνοντας μια νέα ταυτότητα που την εμφανίζει λευκή και νεότερη.

Με τον ακτιβιστή για τα δικαιώματα των μαύρων, δικηγόρο, μιγά πατέρα, επίσης με χαρακτηριστικά λευκού, να έχει εγκαταλείψει την οικογένεια, μετά τον θάνατο της γιαγιάς που κρατάει ενωμένη την οικογένεια, τα αδέλφια και η μητέρα της Μπελ αποφασίζουν να συρθούν στην παρανομία και να περάσουν το φράγμα του χρώματος, κάτι που θα θέσει σε κίνδυνο και τη ζωή τους, εάν αποκαλυφθεί. Τα αδέλφια θα δώσουν μεταξύ τους τον απαράδεκτο για τη μητέρα τους όρκο να μην κάνουν ποτέ παιδιά, φοβούμενοι το χρώμα των παιδιών τους. Ο φόβος δεν είναι εύκολο να τους εγκαταλείψει, ενώ φοβούνται περισσότερο τους ανθρώπους της δικής τους ράτσας, καθώς: «Μπορείς να ξεγελάσεις λευκό, όχι όμως και μαύρο. Αναγνωρίζουν τους ανθρώπους της φυλής τους». Περνώντας το φράγμα του χρώματος η οικογένεια χάνει και τις ρίζες της, δεν μπορεί να επικοινωνήσει με τους συγγενείς, να γιορτάσει μαζί τους, ενώ ανάμεσα στους φόβους τους είναι και η επανεμφάνιση του πατέρα.

{jb_quote} Συναρπαστικός ο τρόπος αφήγησης όσο και η ιστορία, που αναδεικνύει τον έντονο ρατσισμό σε μια κοινωνία η οποία πολέμησε για την κατάργηση της δουλείας.{/jb_quote}

Η Μπελ θα καταφέρει να πραγματοποιήσει τα πιο φιλόδοξα σχέδιά της, με την απόκτηση της θέσης της βιβλιοθηκάριου του Τζέι Πι Μόργκαν. Μεταξύ τους θα αναπτυχθεί ένας ισχυρός δεσμός, αφού η Μπελ φαίνεται να είναι η μόνη που δεν τον φοβάται, που δεν διστάζει να πει τη γνώμη της και μοιράζονται τον ίδιο ενθουσιασμό για τα έργα τέχνης και τα σπάνια βιβλία. Η συνενοχή τους σφραγίζεται ακόμα περισσότερο, όταν η Μπελ καταφέρνει να ξεγελάσει τους τελωνειακούς και να φέρει πολύτιμα αντικείμενα από την Ευρώπη χωρίς να πληρώσει τους δασμούς.

Η στενή τους σχέση επιφέρει σχόλια, τα οποία τους κάνουν να γελούν – άλλοτε τη θεωρούν τη νόθα κόρη του και άλλοτε τη διαχρονική ερωμένη του. Από τη θέση της στη βιβλιοθήκη Μόργκαν η Μπελ μπορεί να διαπραγματεύεται με τους γνωστότερους εμπόρους τέχνης και να γνωρίζει τους πιο επιφανείς ανθρώπους της χώρας – πολιτικούς, επιχειρηματίες ή ανθρώπους της τέχνης. Αφοσιωμένη στη βιβλιοθήκη και με το βάρος του όρκου που έχει πάρει, παραμένει ανύπαντρη, ενώ ο γέρος τραπεζίτης διεκδικεί όλο τον χρόνο της. Η ίδια ζει τη ζωή της στα άκρα με φίλους, δεσμούς, διασκέδαση και φαίνεται ότι κερδίζει σχεδόν όποιον συναντάει με την έντονη προσωπικότητά της, το κέφι, την εξυπνάδα της. «Ακόμα κι αν η μις Γκριν δεν ήταν στ’ αλήθεια εκπάγλου καλλονής, έκανε τον κόσμο να πιστεύει ότι ήταν. Κι αυτό αρκούσε».

Σημαντική η αναφορά στον Τιτανικό, ιδιοκτησίας της εταιρείας Μόργκαν, και στο ναυάγιο για το οποίο πολλοί θα αποδώσουν ευθύνες στην οικογένεια. «Δεχτείτε τους δημοσιογράφους των Τάιμς που κοπανάνε την πόρτα. Πείτε τους όσα λίγα ξέρετε. Όσα σας είπα μόλις. Την αλήθεια. Το πλοίο βυθίστηκε. Και οι δύσμοιροι που έχασαν τη ζωή τους... Δεν ξέρουμε αριθμούς... Ο διευθυντής της Γουάιτ Σταρ προσπαθεί να αποτρέψει τον πανικό φιλτράροντας τις πληροφορίες, όμως δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τη σιωπή…» Αυτά είναι τα λόγια του Τζακ Μόργκαν, που θα αναλάβει στην πορεία τις επιχειρήσεις του πατέρα του, διαμορφώνοντας τη δική του σχέση εμπιστοσύνης με τη βιβλιοθηκάριο που η οικογένεια δεν έβλεπε με καλό μάτι. Η Μπελ συγκλονίζεται από τους ανθρώπους που χάνουν τη ζωή τους, δεν μπορεί όμως να κρύψει τη χαρά της που τελευταία στιγμή δεν ταξίδεψαν με το πλοίο αυτό μερικοί από τους σημαντικότερους θησαυρούς της οικογένειας που βρίσκονταν στην Αγγλία, μερικά από τα σημαντικότερα έργα τέχνης του κόσμου.

Η Μπελ διεκδικεί μια καλή ζωή για την ίδια και την οικογένειά της και συγχρόνως διεκδικεί δυναμικά τα πιο αξιόλογα έργα σε κάθε πλειστηριασμό. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που η συγγραφέας περιγράφει τη διεξαγωγή των πλειστηριασμών και τον ρόλο της Μπελ σε αυτούς, έχοντας την απεριόριστη εμπιστοσύνη του εργοδότη της και πίστωση στους λογαριασμούς του.

Το συγκεκριμένο βιβλίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως το μυθιστόρημα των βιβλιόφιλων, αφού μέσα από τη συγκλονιστική ιστορία μιας βιβλιοθηκάριου μιλάει κυρίως και πάνω από όλα για βιβλία. Όχι τόσο για το περιεχόμενο των βιβλίων αυτών, όσο για τη μορφή τους, τη σπανιότητά τους, την αξία τους. «Είμαι σίγουρη ότι η λαμπρότητα της καλλιγραφίας των φιρμανιών θα τον αγγίξει. Δεν μιλώ καν για τα συναισθήματά του, για τα δικά μου, μπροστά στον υπέροχο κόσμο των περσικών μικρογραφιών».

Όλο το βιβλίο εξυμνεί το ωραίο και αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί παρά μόνο μέσα από ένα πραγματικά ωραίο βιβλίο. Η συγγραφέας μιλάει για την ομορφιά του βιβλίου, για τον ιδιαίτερο κόσμο των συλλεκτών και για την ανάγκη ύπαρξης ζωντανών βιβλιοθηκών, διαθέσιμων στο κοινό: «...το κουφάρι μιας τεράστιας βιβλιοθήκης: ολόκληρη η αίθουσα στρωμένη από το πάτωμα μέχρι το ταβάνι με μαύρα, κενά ράφια. Για αρκετά δευτερόλεπτα, δεν μπόρεσε να πάρει το βλέμμα της από αυτό το τραγικό όραμα. Ένα θέαμα ερήμωσης και θανάτου: μια βιβλιοθήκη χωρίς βιβλία».

Δύσκολο να αποφύγει ο αναγνώστης τελειώνοντας το βιβλίο την επιθυμία να επισκεφτεί κάποια από τις σημαντικές βιβλιοθήκες που αναφέρονται, δύσκολο να μην κοιτάξει με άλλο μάτι τα ράφια της δικής του βιβλιοθήκης, δύσκολο να μην τοποθετήσει σε αυτή, σε περίοπτη θέση, το συγκεκριμένο βιβλίο.

Μπελ Γκριν
Αλεξάντρα Λαπιέρ
μετάφραση: Ροζαλί Σινοπούλου
Εκδόσεις Gema
534 σελ.
ISBN 978-960-6893-63-6
Τιμή €17,00

Keywords
Τυχαία Θέματα