Ευάγγελος Φιλόπουλος: «Αυτόπτες μάρτυρες»

22:26 4/2/2025 - Πηγή: Diastixo

Συνήθως τα αστυνομικά μυθιστορήματα παρακολουθούν τον ντετέκτιβ που έχει αναλάβει την υπόθεση ή, πιο σπάνια, τον δολοφόνο. Ο Ευάγγελος Φιλόπουλος όμως με το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα, Αυτόπτες μάρτυρες, που πρόσφατα κυκλοφόρησε από την Ελληνοεκδοτική, πρωτοτυπεί, καθώς αγνοεί τους ντετέκτιβ, αφήνει στο παρασκήνιο δολοφόνο και θύμα, και παρακολουθεί τους αυτόπτες μάρτυρες του εγκλήματος. Πόσο μπορεί να επηρεάσει τη ζωή δύο συνηθισμένων ανθρώπων η παρουσία τους μπροστά σε μια σκηνή εγκλήματος; Δύο ανθρώπων που ίσως έχουν τα δικά

τους μυστικά, τα οποία δεν θα ήθελαν να βγουν στην επιφάνεια;

Η ιστορία ξεκινάει με το έγκλημα. «Δεν μπορούσα να δω τα χαρακτηριστικά του προσώπου της στην αστραπιαία λάμψη του πυροβολισμού, ήταν και η απόσταση αρκετή και το μέρος σκοτεινό, ενώ η πλάτη του ψηλού και γεροδεμένου άντρα έκρυβε μέρος της σιλουέτας της. Η γυναίκα έπεσε κάτω, όπως περιγράφουν τα βιβλία: “σαν σακί”».

Ένα έγκλημα που διαπράττεται σχεδόν μπροστά στα μάτια του Μάκη, ενώ βρίσκεται σε ερωτικές περιπτύξεις με την Ξανθή, μια παντρεμένη που αναζητεί συγκινήσεις εκτός γάμου. Η Ξανθή από τη θέση της δεν είδε τι συνέβη, άκουσε όμως τις φωνές του καβγά, τον πυροβολισμό, βίωσε τον τρόμο μαζί με τον Μάκη, καθώς το άλλο αυτοκίνητο, το αυτοκίνητο του δολοφόνου απομακρυνόταν, ρίχνοντας τα φώτα του πάνω στο αυτοκίνητό τους όπου «εμείς, οι δύο ρομαντικοί εραστές, είχαμε βουλιάξει στο πίσω κάθισμά του όσο πιο πολύ μπορούσαμε, σαν να ζητούσαμε μ’ αυτόν τον τρόπο να μας ρουφήξει, να μας κρύψει εντελώς».

Η αφήγηση εναλλάσσεται από πρωτοπρόσωπη, όπου παρακολουθούμε τις σκέψεις και τις ενέργειες του Μάκη από τη δική του σκοπιά, σε τριτοπρόσωπη του αφηγητή, ο οποίος μας συστήνει τους ήρωες και παρακολουθεί τις εξελίξεις. Λεπτομερές το βιογραφικό των ηρώων, καθώς ο τρόπος που αντιμετωπίζουν γενικά τη ζωή είναι και ο τρόπος με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν και την άβολη κατάσταση στην οποία έχουν βρεθεί.

Βαθύς γνώστης της ανθρώπινης ψυχής ο συγγραφέας, ίσως και λόγω της επαγγελματικής του ιδιότητας ως γιατρός που βλέπει τους ανθρώπους σε ευάλωτη κατάσταση, αναδεικνύει με μαεστρία τον ψυχισμό των ηρώων του, τα ελαττώματα της ανθρώπινης φύσης, τη δειλία, την πλεονεξία, την αλαζονεία, τον ναρκισσισμό.

{jb_quote}Χωρίς να μιλάει για πολιτική, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και πολιτικό μυθιστόρημα, καταγράφοντας μια σύγχρονη πραγματικότητα όπου οι θεσμοί έχουν πάψει πλέον να εμπνέουν εμπιστοσύνη.{/jb_quote}

Ο Μάκης, ένας άνθρωπος που μεγάλωσε με τα πειράγματα των συμμαθητών του λόγω των μεγάλων κοκάλινων γυαλιών που είχε διαλέξει ο πατέρας του γι’ αυτόν γιατί ήταν φτηνά, ακόμα και μεγάλος και πετυχημένος αδυνατεί να ξεχάσει τη θέση που είχε στην αυλή του σχολείου. Η Ξανθή, μια φιλόδοξη γυναίκα εγκλωβισμένη σε έναν γάμο βολέματος, προσπαθεί να πάρει από τη ζωή όσο περισσότερα μπορεί. Αυτοί είναι οι δύο βασικοί ήρωες και αυτόπτες μάρτυρες, από τους οποίους ούτε ο αναγνώστης, ούτε η δικαιοσύνη μπορούν να περιμένουν πολλά. Η κοινωνία όμως φαίνεται να περιμένει πολλά από τον Κώστα, μεγαλοεπιχειρηματία και μεγαλοπαράγοντα σε πολιτικά και ποδοσφαιρικά δρώμενα, έναν άνθρωπο που αγαπούν ιδιαίτερα οι δημοσιογράφοι.

Κάθε κεφάλαιο σηματοδοτείται γραφιστικά από κάποια σκίτσα που θυμίζουν εξισώσεις, απορίες, σημειώσεις. Στοιχεία που όσο προχωράει το βιβλίο πολλαπλασιάζονται, όπως και η απόγνωση που κατακλύζει τον Μάκη, καθώς αναρωτιέται για το τι μπορεί να συμβεί, κρατώντας τις ανάλογες σημειώσεις: «Έγραψα δίπλα το σύμβολο του ίσον και, μετά, κεφαλαία τα γράμματα PR (για το “problem”, πρόβλημα) μ’ ένα αγγλικό ερωτηματικό δίπλα του. Απ’ αυτό ξεκίνησα μια κοντή παχιά γραμμή και στην άλλη άκρη της έφτιαξα ένα σκαρίφημα ματιού (για το “eyewitnesses”, δηλαδή “αυτόπτες μάρτυρες”)». Τα σχέδια πληθαίνουν όσο μεγαλώνει ο ψυχαναγκασμός του Μάκη, μαζί με τον φόβο του για το τι μπορεί να του συμβεί.

Το χιούμορ, υποβόσκον και καταλυτικό, με μια αίσθηση βαθύτερης ειρωνείας για τον τρόπο που λειτουργεί πολιτική, δικαιοσύνη, μέσα ενημέρωσης, για το πώς μπορούν οι εξελίξεις να είναι εντελώς απροσδόκητες, με έναν εντελώς πρωτότυπο τρόπο.

Εξαιρετική η σκηνή της συνάντησης του Μάκη με την Ξανθή και τον σύζυγό της, όπου η Ξανθή επιχειρεί παρουσία του συζύγου να περιγράψει τι έγινε, ενώ ο Μάκης πραγματοποιεί τον δικό του μονόλογο: «Τα λέγαμε και ήμουν απόλυτη πως πάει τελείωσε ό,τι χαζό είχε αρχίσει (ψεύτρα). Όχι ότι δεν καταλάβαινα πως καθώς περνούσε η ώρα, μπορεί να μου ριχνότανε, αλλά τότε έγινε το φονικό που αυτός το είδε όλο, γιατί κοίταζε προς τα δεξιά, προς τα εμένα, εκεί όπου στο βάθος ήταν το άλλο αμάξι (το αυτοκίνητο έχει δύο σειρές καθισμάτων και εσύ, Ξανθή, δεν ήσουν μπροστά δεξιά μου, αλλά πίσω και από κάτω μου)...»

Στον αναγνώστη δίνονται αρκετά στοιχεία για να υποθέσει με ασφάλεια ποιος είναι ο ένοχος για τη δολοφονία. Εξάλλου, δεν υπάρχει άλλος ύποπτος. Αυτό που τίθεται υπό αμφισβήτηση είναι το πώς θα συμπεριφερθούν οι αυτόπτες μάρτυρες και ποια θα είναι τελικά η δική τους τύχη.

Ο συγγραφέας θέτει εμμέσως το ερώτημα στον αναγνώστη, αν βρισκόταν ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας σε ένα έγκλημα τι θα έκανε; Κι αρχικά μπορεί εύκολα να καταδικάσει κανείς την αντίδραση των ηρώων, θεωρώντας ότι ο ίδιος θα έπραττε διαφορετικά. Όσο όμως η ιστορία προχωράει, αποδεικνύεται ότι μπορεί μεν να υπάρχει ένα ξεκάθαρο σωστό ή λάθος με την πρώτη ματιά, αλλά μετά τη δεύτερη αναδεικνύεται ότι οι συνέπειες των επιλογών δεν είναι πάντα ξεκάθαρες. Απαισιόδοξο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το μήνυμα του βιβλίου και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν μικροσυμφέροντα και μεγαλοσυμφέροντα τείνουν να κυριαρχήσουν στην κάθαρση και τη δικαιοσύνη.

Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα για μια γυναικοκτονία, που χωρίς να μιλάει για πολιτική, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και πολιτικό μυθιστόρημα, καταγράφοντας μια σύγχρονη πραγματικότητα όπου οι θεσμοί έχουν πάψει πλέον να εμπνέουν εμπιστοσύνη.

Αυτόπτες μάρτυρες
Ευάγγελος Φιλόπουλος
Ελληνοεκδοτική
160 σελ.
ISBN 978-960-563-664-7
Τιμή €13,00

Keywords
Τυχαία Θέματα