Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Φάλτσα κεφαλής»

22:26 4/2/2025 - Πηγή: Diastixo

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο πολυγραφότατος και πολυβραβευμένος συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης έχει τέτοια αναγνωστική σύνδεση με τον κόσμο, κυρίως γιατί διαθέτει αυτό που θα λέγαμε «κοινωνική μόρφωση». Πράγματι, μπορεί άνετα από ένα γλέντι σε περιθωριακό μαγαζί, στο οποίο συνυπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, με μια τσιγγάνικη ορχήστρα, να πετάγεται στο πώς λειτουργούν οι ιχθυοκαλλιέργειες και από ένα εργοστάσιο το οποίο επεξεργαζόταν ρετσίνι και πυρπολήθηκε από τους Εγγλέζους στην Κατοχή, επειδή είχε περιέλθει στα χέρια των Γερμανών, στο πώς μπορεί κάποιος να εξερευνήσει

ένα βουνό, πώς μπορεί να σταθεί πάνω του, να φάει, να περπατήσει, να κοιμηθεί. Άρα, είναι απίστευτη η ικανότητα του Σκαμπαρδώνη να μας μεταφέρει στον πυρήνα των ιστοριών του (για παράδειγμα, το διήγημα με τα τρία κοριτσάκια που διαφεύγουν της προσοχής των μαμάδων τους στην πορεία του επιταφίου μεγάλη Παρασκευή και επί τρεις σελίδες εκείνες τα ψάχνουν και μαζί τους κι εμείς, καθώς πόσες φορές οι ενήλικες τρέμουν στην ιδέα να χαθούν τα παιδιά τους), να μας κάνει συμμέτοχους, να νιώσουμε τους αγνούς μοναχούς του Αγίου Όρους (αγαπημένο θέμα του δημιουργού, καθώς σε κάθε του βιβλίο με όποια αφορμή μάς περιγράφει κάποια στιγμιότυπα από την εκεί παρουσία του), τέλος, να μας βάλει στο κέντρο κάποιων αφηγημάτων τα οποία είναι εντελώς απλά, αλλά με λέξεις που κανείς πλέον δεν χρησιμοποιεί (για να μην πω πως είναι εντελώς προσωπικές, δηλαδή του ίδιου του πεζογράφου) συνδυάζοντας τη φυσική με τη γλωσσική ομορφιά (για παράδειγμα, το διήγημα με το παγόνι που προσγειώνεται στον κήπο του αφηγητή και εκείνος το παρακολουθεί πίσω από τις κουρτίνες περιγράφοντας τα χρώματα του λαιμού του με λέξεις απίστευτης ωραιότητας). Και βέβαια, δεν λείπει από το έργο του Σκαμπαρδώνη η αγάπη του για τα κατοικίδια ζώα, ιδίως για τα σκυλιά, τα οποία περιθάλπει και προστατεύει και, αν κάποιος τολμήσει να τα δολοφονήσει (όπως τον Βαραββά), η τύχη που του επιφυλάσσει είναι άκρως τρομακτική. Και πολλά άλλα θέματα του ιδίου ποιοτικού ύψους και ύφους, όπως για παράδειγμα ένα Cartier το οποίο αλλάζει τη ζωή κάποιων ανθρώπων ή το ζώο που δεν πουλήθηκε δύο Παρασκευές στο παζάρι και την επόμενη Παρασκευή φεύγει μόνο του και κάθεται μπροστά στον πάγκο του χασάπη, εκεί που το βρίσκει το αφεντικό του, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα συγκινητική, ευαίσθητη, ρεαλιστική, πολλές φορές, μέσα στο λογοτεχνικό ψεύδος, τέλος, μια ατμόσφαιρα που την αισθάνεσαι στο πετσί σου, ανατριχιάζεις ή χαμογελάς, ελπίζεις ή διαψεύδεσαι, διαλέγεις ήρωα ή σέρνεσαι στο αλέτρι του δημιουργού και δεν υποτιμάς σε καμία περίπτωση (ακόμη και αν το σώμα φαίνεται άκρως κατανοητό) την εκλεκτότητα των λογοτεχνημάτων, την άψογη κατασκευή και την τέλεια τεχνική τους. Επομένως –ένα πρώτο συμπέρασμα–, για να πάμε παρακάτω στη συλλογή διηγημάτων του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, η καθημερινότητα, παρέα με μια ρέουσα αφήγηση, η οποία σε συναρπάζει με την αμεσότητά της, δημιουργούν έργα τέχνης «σύννομα» με ό,τι μέχρι τώρα κληροδότησε στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, και της πεζογραφίας δηλαδή και του κινηματογράφου και του θεάτρου.

{jb_quote} Μια ατμόσφαιρα που την αισθάνεσαι στο πετσί σου, ανατριχιάζεις ή χαμογελάς, ελπίζεις ή διαψεύδεσαι, διαλέγεις ήρωα ή σέρνεσαι στο αλέτρι του δημιουργού. {/jb_quote}

Θα ήταν αφέλεια να αναρωτηθούμε, μετά το τεράστιο έργο που ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης έχει καταθέσει, τι είναι εκείνο που θέλγει τους αναγνώστες προς αυτό, αλλά για χάρη νέων ληπτών που ίσως δεν συναντήθηκαν ακόμη μαζί του θα λέγαμε πως: κατ’ αρχάς, η παράθεση: ξεκινώντας την ιστορία, ο συγγραφέας μάς προδιαθέτει προς μια ανηφόρα (η οποία συμπίπτει με τη φυσική) που πρέπει να ανεβούμε ή, το αντίθετο, προς μια κατηφόρα όπου ενίοτε γλιστράμε. Όταν άλλα λογοτεχνικά κείμενα μικρότερης αξίας μάς ρίχνουν ψυχολογικά κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, εδώ στον Σκαμπαρδώνη όχι μόνο δεν έχουμε προβλήματα βαρεμάρας αλλά, απεναντίας, αλλάζουμε τις σελίδες με μεγάλη προσμονή για το τι θα γίνει παρακάτω. Πράγματι, με μια τεχνική εκφοράς που δεν απέχει πολύ από τον προφορικό λόγο, από ένα παραμύθι που κάποιος γηραιότερος λέει σε κάποιον νεότερο, από έναν μύθο που κατέληξε έτσι για τις φανταστικές και τις υπερρεαλιστικές αναφορές του, για έναν θρύλο που προέρχεται από την επίσημη Ιστορία (τόσο πολλούς που η χώρα μας έχει βιώσει) και, τέλος, από ένα παιχνίδι λέξεων και γλώσσας προσαρμοσμένης σε μια λογική που στόχο έχει να ευαισθητοποιήσει (παρά το ψεύδος της) κάποιους ανθρώπους, ο μαέστρος Σκαμπαρδώνης, με δικές του σφραγίδες, με δύναμη και γνώση κινδύνου (όσο σίγουροι και αν είμαστε για την ποιότητα όσων καταθέτει), με πλείστα όσα πλεονεκτήματα και στην επιλογή αλλά και στην ατμόσφαιρα, καταφέρνει να διατηρείται ψηλά στις προτιμήσεις μας, στις αποδοχές και στις πεποιθήσεις μας, ούτως ώστε να διαδώσουμε αυτό το έργο σε όσο το δυνατόν περισσότερους, προκειμένου να γίνει καθολικό.

Και ό,τι γράφεται δεν είναι υπερβολή, αντιθέτως, αποτελεί τον λεγόμενο σεβασμό και στον δημιουργό αλλά και στο έργο του, και στη συλλογή και στην εκφορά και στο ξεδιάλεγμα των λέξεων που αξίζουν τον κόπο, αλλά και στην απόσταξή τους. Πράγματι, θεωρώ τον εαυτό μου πολύ τυχερό για το γεγονός ότι παρακολούθησα το έργο του Σκαμπαρδώνη από τη γέννησή του, και έτσι είδα όλη του την εξαιρετική πορεία, η οποία, ας μου επιτραπεί, ήταν πρωτίστως ανοδική – χωρίς αυτό να σημαίνει πως τα πρώτα του έργα ήταν υποτονικά (μερικές φορές συμβαίνει το άκρως αντίθετο). Έγραψα κριτικές για πολλά από αυτά, άλλα τα κράτησα μέσα μου, μη θέλοντας να παραστήσω τον μεσάζοντα σε μια δημιουργία που προφανώς δεν είχε την ανάγκη καμιάς διαμεσολάβησης, γνώρισα από κοντά τον συγγραφέα, ο οποίος με τίμησε με μια συνεργασία, εν κατακλείδι, κάθε καινούργιο βιβλίο του Σκαμπαρδώνη ήταν μια τεράστια ευκαιρία για να διαθέσω τα εφόδιά μου προς τους αναγνώστες που με παρακολουθούν. Στο Φάλτσα κεφαλής, όμως –συζητάω με πολλούς φίλους μου για το βιβλίο και όλοι συμφωνούν πως είναι αριστουργηματικό–, ο Σκαμπαρδώνης διακρίνεται για τη λεπτότητά του, το χιούμορ του, τον πληθωρικό χαρακτήρα του, την εν γένει κοφτερή του ματιά, την άρτια τεχνική του, τον βαθύ (όχι φιλοσοφικό) στοχασμό του πάνω στα πράγματα και τις καταστάσεις στις οποίες μετέχει, την απύθμενα διασκεδαστική και ψυχαγωγική του στάση, στο φινάλε, ακόμα και για τη δραματική του θέση, έτσι ώστε να καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ακόμη και ευθύς, όπως είναι, έχει τον τρόπο του να μας παραμυθιάζει και να μας ταξιδεύει.

Φάλτσα κεφαλής
Γιώργος Σκαμπαρδώνης
Εκδόσεις Πατάκη
192 σελ.
ISBN 978-618-07-1024-3
Τιμή 11,70€

Keywords
Τυχαία Θέματα